Πρόσφατη συζήτηση σε αμφιθέατρο, με νέο Έλληνα πανεπιστημιακό, οικονομολόγο. Θέμα η ακρίβεια. Χαρακτηριστικό στιγμιότυπο:

  • Όποιος πολιτικός λέει πως μπορεί να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια είναι λαϊκιστής. Δεν μπορεί να ρίξει την τιμή του φυσικού αερίου!

  • Μπορεί όμως να πάρει αντίρροπα μέτρα για να προστατεύσει τον κόσμο.

  • Όπως;

  • Να φορολογήσει τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων ενέργειας και να τα επιστρέψει στους πολίτες με τη μορφή επιδότησης των λογαριασμών ρεύματος

  • Ε, αυτό δεν γίνεται. Είναι δημοσιονονομικό μέτρο και πρέπει κάποια στιγμή να γίνουμε πλεονασματικοί.

Ξεπετάω τα προφανή. Ότι ένας οικονομολόγος δεν καταλαβαίνει ότι το να επιβάλεις έκτακτη εισφορά σε έναν κλάδο και να επιστρέψεις τα χρήματα στην κοινωνία δεν είναι δημοσιονομικά επιβαρυντικό μέτρο, γιατί αυτά τα χρήματα δεν θα τα έπαιρνες αλλιώς, αντιθέτως είναι και βοηθητικό μέτρο γιατί επιτρέπεις στον κόσμο να καταναλώσει και τίποτε άλλο, οπότε θα εισπράξεις ΦΠΑ. Ότι δεν ξέρει ότι η χώρα είναι ήδη εδώ και χρόνια πλεονασματική, ήδη από το 2016. Ότι δεν υπολογίζει πως λόγω πανδημίας έχει ανασταλεί το Σύμφωνο Σταθερότητας και η ΕΕ προτρέπει τις κυβερνήσεις να ξοδέψουν όσα μπορούν για την κοινωνική συνοχή, να φορολογήσουν τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας και να χαμηλώνουν τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα καύσιμα. Και πάμε στα λίγο πιο βαθιά.

Μιλάς σε κάποιον για την ανάγκη να προστατευτούν από την κυβέρνησή τους οι άνθρωποι που μετά την τρίτη εβδομάδα του μήνα δεν μπορούν να πληρώσουν το σούπερ μάρκετ και τρέμουν κι απελπίζονται μπροστά σε έναν λογαριασμό ρεύματος. Και αυτός σου απαντάει με όρους διαχειριστικής ορθοδοξίας, επιλέγοντας ουσιαστικά να αγνοήσει το πρόβλημα.

“Αν η δημοκρατία δεν σου προσφέρει την ασφάλεια στα στοιχειώδη, τότε όταν βρεθεί στο δρόμο σου αυτός που θα σου υποσχεθεί πως αν του παραχωρήσεις την ελευθερία σου θα σου προσφέρει ασφάλεια, γίνεται πολύ πιθανό να τον ακολουθήσεις. Γιατί την ελευθερία σου στην έχουν ήδη απαξιώσει. Γιατί δεν υπάρχει ελευθερία στην πείνα.”

Πιθανότατα, αν του πεις ότι η κυβέρνηση δεν εκλέγεται για να διαφυλάττει τα “ιερά και τα όσια” μιας ιδεολογίας για την οικονομία αλλά για να προστατεύει τους πολίτες της, θα σου απαντήσει πως η οικονομία δεν είναι ιδεολογία αλλά νούμερα και πως αν δεν δουλέψει η οικονομία δεν θα μπορεί κανείς να προστατευτεί και άρα, προφανώς, εσύ που τα λες αυτά είσαι λαϊκιστής. Κι αν τον τσιγκλίσεις λίγο παραπάνω θα σου πει πως από αυτόν τον λαϊκισμό και την άγνοια της πραγματικότητας γεννιούνται οι Λεπέν και τα υπόλοιπα «άκρα». Τι συμπεράσματα βγάζουμε, λοιπόν, για και από αυτόν τον άνθρωπο;

Πρώτον, πως μιλάει από τη θέση εκείνων που δεν έχουν προβλήματα. Που μπορούν να πάνε στο σούπερ μάρκετ, να ανάψουν το φως, να ζεστάνουν το σπίτι τους, να βάλουν βενζίνη, να πάνε για καφέ και ποτό, να διασκεδάσουν, να πάνε διακοπές. Δεύτερον, πως αυτήν την θέση του την απολαμβάνει τόσο πολύ που δεν θέλει να κουνηθεί ούτε πόντο. Δεν θέλει να σαλέψει το κεφάλι του ούτε λίγο, να ασκήσει την περίφημη ενσυναίσθηση, να μπει στη θέση των ανθρώπων που δοκιμάζονται, να καταλάβει το πως νιώθουν, πως σκέφτονται. Και το πως θα αντιδρούσαν αν τον άκουγαν να τους λέει πως η κυβέρνησή τους δεν μπορεί να τους προστατεύσει, διότι αυτό θα παραβίαζε τους «κανόνες» της πραγματικότητας, τους «κανόνες» της οικονομίας.

Αν, όμως, έμπαινε για λίγο στη θέση τους ίσως καταλάβαινε κάτι φοβερό. Πως όταν σε έναν άνθρωπο που δοκιμάζεται λες πως η πολιτική και η δημοκρατία δεν μπορούν να τον προστατεύσουν, τότε τον σπρώχνεις προς την αντιπολιτική και προς την αντιδημοκρατία.

Αν η δημοκρατία δεν σου προσφέρει την ασφάλεια στα στοιχειώδη, τότε όταν βρεθεί στο δρόμο σου αυτός που θα σου υποσχεθεί πως αν του παραχωρήσεις την ελευθερία σου θα σου προσφέρει ασφάλεια, γίνεται πολύ πιθανό να τον ακολουθήσεις. Γιατί την ελευθερία σου στην έχουν ήδη απαξιώσει. Γιατί δεν υπάρχει ελευθερία στην πείνα.

“Οι Λεπέν, οι Όρμπαν, η Χρυσή Αυγή γεννιούνται στον ελιτισμό.”

Που γεννιούνται, λοιπόν, οι Λεπέν; Δεν γεννιούνται στον λαϊκισμό, που οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις και οι ασυλλόγιστα πιθηκίζοντες εκφραστές τους τον έχουν κάνει μια έννοια-λάστιχο που χωράει τα πάντα, ώστε να ρίπτεται με ευκολία ως κατηγορία στο κεφάλι οποιουδήποτε.

Οι Λεπέν, οι Όρμπαν, η Χρυσή Αυγή γεννιούνται στον ελιτισμό. Κι αν στα σχολεία μας μαθαίναμε για τον φασισμό πέντε πράγματα παραπάνω, θα ξέραμε όλοι μας πως η άνοδος του και η ανάδειξη των ιστορικών ηγετών του μέσα από εκλογές, δεν ήρθε επειδή ήταν πειστικοί ρήτορες και «λαΐκιζαν» με επιτυχία. Αλλά θα ξέραμε πως προήλθε από τον ελιτισμό των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων που, επιδιώκοντας μόνο το δικό τους όφελος, αφενός φτωχοποιούσαν και γονάτιζαν τον κόσμο, αφετέρου ονόμαζαν προδότες και κατασκόπους όσους πάλευαν για τα δικαιώματα των λαών, δημιουργώντας τον φόβο του κομμουνιστικού κινδύνου στους πολίτες για να τους ελέγξουν. Οι οποίες οικονομικές και πολιτικές δυνάμεις, σε πολλές περιπτώσεις δεν είχαν τελικά καμία αναστολή στο να συνεργαστούν οι ίδιες με τους φασίστες.

“Επειδή οι φτωχοί, όπως είχαμε ακούσει πριν λίγα χρόνια στην τηλεόραση «τις κρίσιμες στιγμές παίρνουν λάθος αποφάσεις». Πάντα έτσι βλέπουν το λαό όλες οι Μαρίες Αντουανέτες του κόσμου. Μόνο που στο τέλος της ιστορίας, η άνοδος του φασισμού δεν θα κάνει μόνο αυτές να χάσουν το κεφάλι τους. Αυτές, μάλιστα, ίσως και να το γλιτώσουν. Τα δικά μας κεφάλια θα απειληθούν. Αλλά, είπαμε. Εμείς είμαστε επικίνδυνοι.”

Η άνοδος του φασισμού, λοιπόν, δεν ήρθε βασισμένη στην «ανοησία» και την «άγνοια» των λαών -που πάντα σε αυτές τις ελιτίστικες θεωρίες προβάλλονται ως αμόρφωτοι, εύπιστοι, άσχετοι με την πραγματικότητα και τους κανόνες της και τελικά επικίνδυνοι για τη δημοκρατία- αλλά στην καταπίεσή τους.

Και αυτός είναι ο ελιτισμός. Το να θεωρείς πως ο λαός είναι επικίνδυνος για τον εαυτό του, επικίνδυνος για τη δημοκρατία. Επειδή «δεν ξέρει», επειδή «παρασύρεται».

Επειδή οι φτωχοί, όπως είχαμε ακούσει πριν λίγα χρόνια στην τηλεόραση από μια άλλη πανεπιστημιακό, «τις κρίσιμες στιγμές παίρνουν λάθος αποφάσεις».

Πάντα έτσι βλέπουν το λαό όλες οι Μαρίες Αντουανέτες του κόσμου. Μόνο που στο τέλος της ιστορίας, η άνοδος του φασισμού δεν θα κάνει μόνο αυτές να χάσουν το κεφάλι τους. Αυτές, μάλιστα, ίσως και να το γλιτώσουν. Τα δικά μας κεφάλια θα απειληθούν. Αλλά, είπαμε. Εμείς είμαστε επικίνδυνοι.





ΠΗΓΗ