Για ακόμη μία φορά τα τελευταία χρόνια η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Έπειτα από μία αλληλουχία κρίσεων -κρίση Ευρωζώνης, προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, Brexit, Covid-19- και με τις πολυδιάστατες επιπτώσεις της πανδημίας να λειτουργούν αναπόφευκτα ως επιταχυντές των σύγχρονων προκλήσεων της εποχής (κλιματική αλλαγή, 4η Βιομηχανική Επανάσταση, ανισότητες κ.ά.) η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να λάβει κομβικές αποφάσεις τόσο για το θεσμικό της οικοδόμημα όσο και για την ατζέντα πολιτικών που θα τη θωρακίσουν από πιθανές μελλοντικές κρισιακές συνθήκες, αλλά και θα αποκαταστήσουν την κλονισμένη εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων πολιτών προς το ευρωπαϊκό εγχείρημα και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η πολυαναμενόμενη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης είναι σε εξέλιξη, με τις παράλληλες ζυμώσεις και τις αντιπαραθέσεις που μαίνονται να διαμορφώνουν το παρόν της ΕΕ αλλά και να χαράσσουν και το μακροπρόθεσμο μέλλον της, στη μετά-Covid εποχή.
Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης και το αβέβαιο αποτέλεσμα
Η Διάσκεψη, η πρώτη Ολομέλεια της οποίας συνεδρίασε στις 19 Ιουνίου, αποτελεί την τελευταία χρονικά προσπάθεια για μετασχηματισμό ΕΕ και Ευρωζώνης με έμφαση στο να δοθεί ο λόγος στους πολίτες και στους συλλογικούς φορείς της Ευρώπης (από τον ακαδημαϊκό χώρο, συλλογικότητες, ΜΚΟ κ.ά.).
Η έναρξη της διεξαγωγής της έπειτα από αρκετές αναβολές -εξαιτίας θεσμικών διαφωνιών κυρίως, αλλά και λόγω υγειονομικών περιορισμών- έγινε πραγματικότητα.
Ωστόσο η πολύπλοκη διαδικασία της, τα στενά χρονικά περιθώρια -θα διαρκέσει λιγότερο από έναν χρόνο ως την άνοιξη του 2022, καθώς και οι μη ξεκάθαροι στόχοι της προκαλούν αμφιβολία για το εάν θα οδηγήσει σε απτά πολιτικά αποτελέσματα με μετρήσιμα στοιχεία και κατ′ επέκταση σε αλλαγές στις Συνθήκες της ΕΕ.
Αμφιβολίες εγείρονται για το εάν η Διάσκεψη θα αποτελέσει το αναγκαίο βήμα προς τα εμπρός ή άλλη μία διεκπεραιωτική διαδικασία κενής θεωρητικολογίας που απλώς θα απαντά στους Ευρωπαίους πολίτες ότι «άκουσε τη φωνή τους».
Το μέλλον των δημοσιονομικών κανόνων και η σκληρή γερμανική γραμμή που επιστρέφει
Σε ένα άλλο «μέτωπο», με πολύ πιο άμεσο αντίκτυπο για τις οικονομίες των κρατών-μελών, αυτό των δημοσιονομικών κανόνων ΕΕ και Ευρωζώνης, η σκληρή γραμμή του Βερολίνου φαίνεται είναι έτοιμη να επιστρέψει επαναφέροντας το «Άγιο Δισκοπότηρο» της σιδηράς δημοσιονομικής πειθαρχίας με το τέλος της πανδημίας, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των ομοσπονδιακών εκλογών του προσεχούς Σεπτεμβρίου και τη νέα εποχή με τη διαδοχή της Άνγκελα Μέρκελ στην Καγκελαρία.
Πρόσφατα, σε άρθρο του στους Financial Times ο πρώην Υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και νυν Πρόεδρος της Γερμανικής Βουλής Βόλφγκανγκ Σόιμπλεκάλεσε σε «δημοσιονομική πειθαρχία» την Ευρώπη και σε επιστροφή «στη νομισματική και δημοσιονομική κανονικότητα» αφού «το βάρος του δημόσιου χρέους πρέπει να μειωθεί» διότι «διαφορετικά, υπάρχει κίνδυνος η πανδημία Covid-19 να ακολουθηθεί από μια ”πανδημία χρέους”, με τρομερές οικονομικές συνέπειες για την Ευρώπη».
Και υπογράμμισε ότι «όλα τα μέλη της Ευρωζώνης θα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για να επιστρέψουν σε αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία» ρίχνοντας μάλιστα στο τραπέζι, σε αντίθετη περίπτωση, την ιδέα ενός ευρωπαϊκού θεσμικού οργάνου με αρμοδιότητα την επιβολή της συμμόρφωσης με τους από κοινού συμφωνημένους κανόνες».
Μπορεί ο Σόιμπλε θεσμικά να μην ασκεί την επιρροή του πρόσφατου παρελθόντος, όταν κινούσε τα νήματα στο Eurogroup, ωστόσο η βαρύτητα του λόγου του δίνει «γραμμή» στους ομοϊδεάτες του.
Λίγες ημέρες μετά ο Γκέρνοτ Μπλιούμελ, υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας -μίας χώρας εκ των τεσσάρων «Φειδωλών» του Βορρά που πίεσαν ασφυκτικά υπέρ της αύξησης του ποσού των δανείων έναντι των επιχορηγήσεων σε ό,τι αφορά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης- απέστειλε επιστολή προς τους Ευρωπαίους ομολόγους του ζητώντας την επιστροφή σε χαμηλότερο χρέος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για να «μη γίνει η ΕΕ μία Ένωση Χρέους» κάνοντας λόγο, μάλιστα, και για μια «συμμαχία ευθύνης» χωρών με παρόμοιες θέσεις.
Προ ημερών, σε συνέντευξή του επίσης στους FT, ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος για την Καγκελαρία και υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Μέρκελ Όλαφ Σολτς εκφράζοντας κι αυτός τη σκληρή γραμμή Σόιμπλε εξέφρασε ένα ηχηρό nein στο ενδεχόμενο αναθεώρησης των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης και στο ενδεχόμενο χαλάρωσης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι κανόνες του οποίου (όριο 3% στο έλλειμμα και 60 χρέους/ΑΕΠ) παραμένουν «παγωμένοι» για τις χώρες μέλη έως το τέλος του 2002 εξαιτίας της πανδημικής κρίσης.
Ίδια θέση και από τον επικεφαλής των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών και βασικό υποψήφιο για τη διαδοχή της Μέρκελ στην Καγκελαρία Άρμιν Λάσετ, ο οποίος σε δηλώσεις του στο Bloomberg πήρε θέση υπέρ της αποκατάστασης των δημοσιονομικών κανόνων στην ΕΕ με το τέλος της πανδημίας.
Απέναντι στις παραπάνω θέσεις έχουν ταχθεί ήδη ο Ιταλός Πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι και ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, οι οποίοι εκφράζουν την ανάγκη μεταρρύθμισης του Συμφώνου Σταθερότητας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο ο επικεφαλής του ESM Κλαόυς Ρέγκλινγκ όσο και ο επικεφαλής οικονομολόγος του Μηχανισμού Ρολφ Στράουχ έχουν επισημάνει ότι χρειάζεται αναθεώρηση του ΣΣΑ, με τους επόμενους μήνες να είναι κρίσιμοι ως προς τις εξελίξεις στο ζήτημα αυτό.
Μάχη δικαιωμάτων και αξιών
Παράλληλα, όμως, με τις ζυμώσεις για το μετασχηματισμό και τη θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ καθώς και του δημοσιονομικού πλαισίου της, διαμορφώνεται, άλλο ένα «μέτωπο» που αφορά στις ευρωπαϊκές αξίες και την προάσπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η αντιπαράθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (και της πλειοψηφίας των κρατών-μελών της) με τον Ούγγρο Πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν, με αφορμή την προώθηση αντι-ΛΟΑΤΚΙ+ νόμου της συντηρητικής κυβέρνησής του, αποτυπώνει τη διαμάχη ιδεών και θεμελιωδών αξιών εντός της ΕΕ.
Παραμένει διαρκές, εξάλλου, το ζήτημα του σεβασμού του Κράτους Δικαίου από την Ουγγαρία και την Πολωνία.
Στην πρόσφατη συζήτηση της Έκθεσης του 2020 για το Κράτος Δικαίου και την κατάσταση του Κράτους Δικαίου στην ΕΕ-η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο- η ευρεία πλειοψηφία των ευρωβουλευτών κάλεσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Κομισιόν να αναλάβουν αποφασιστική δράση για την αντιμετώπιση της υποβάθμισης των αξιών της ΕΕ σε διάφορα κράτη-μέλη, ζητώντας ταυτόχρονα «ένα ευρύτερο πεδίο εφαρμογής που θα καλύπτει όλες τις αξίες της ΕΕ και ιδίως τη δημοκρατία, το Κράτος Δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα που αλληλοενισχύονται και οι οποίες, όταν υπονομεύονται, ενδέχεται να συνιστούν συστημική απειλή για την Ένωση».
Κρίνεται η αξιοπιστία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος
Οι εξελίξεις στα τρία παραπάνω μέτωπα θα είναι κρίσιμες για το χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα επόμενα χρόνια, αλλά και για την αξιοπιστία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος συνολικά και μακροπρόθεσμα.
Και τρία ερωτήματα
-
Θα ακούσει η ΕΕ στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης τις κοινωνίες που εκπροσωπεί, προχωρώντας σε μετασχηματισμό, με βαθιές θεσμικές τομές ως την αλλαγή Συνθηκών ή θα παραμείνει ένας πολυδαίδαλος γραφειοκρατικός οργανισμός που θα λαμβάνει αποφάσεις ερήμην των Ευρωπαίων πολιτών;
-
Θα λάβουν ΕΕ και Ευρωζώνη τα διδάγματα από την οδυνηρή και διχαστική κρίση της νομισματικής ένωσης το 2010 και θα αναθεωρήσουν τους δημοσιονομικούς κανόνες στην κατεύθυνση μιας πραγματικής ένωσης, μεταξύ ίσων, κοινών βαρών, αμοιβαιοποίησης των κινδύνων και αλληλεγγύης ή θα επιστρέψουν στο πλαίσιο που θα επιβάλει το νεοφιλελεύθερο δόγμα και στην επιβολή των επιδιώξεων μιας κυρίαρχης Γερμανίας στο ρόλο του «τοποτηρητή»;
-
Θα επικρατήσουν οι προοδευτικές δυνάμεις που υπερασπίζονται το Κράτος Δικαίου στην πράξη, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας, της ισότητας, της ελευθερίας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή θα επικρατήσει ο ακροδεξιός λαϊκισμός της Alt Right, των κλειστών συνόρων, των κοινωνικών διαχωρισμών και των ευρωσκεπτικιστικών επιδιώξεων;
Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν την πορεία που θα χαράξει η Ευρώπη.
***
* Του Βαγγέλη Βιτζηλαίου, Συντονιστή του Κύκλου Ευρωπαϊκών & Διεθνών Αναλύσεων ΕΝΑ – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 39ο Δελτίο Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ