Τα τελευταία 24ωρα η Τουρκία έχει αυξήσει την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό, όμως, ήταν λίγο ή πολύ αναμενόμενο. Γιατί;
Κυρίως, γιατί μετά την αμυντική συμφωνία Ελλάδας- Γαλλίας το γόητρο του Ερντογάν μειώνεται ακόμη περισσότερο στο εσωτερικό της Τουρκίας που μαστίζεται ήδη από ποικίλα προβλήματα. Είναι λοιπόν αναμενόμενο, με δεδομένο και τις αρνητικές για εκείνον πρόσφατες δημοσκοπήσεις, να προσπαθεί με κάθε τρόπο πλέον να εντυπωσιάσει και να αποπροσανατολίσει τη χειμαζόμενη τουρκική κοινή γνώμη, ανάβοντας όσο το δυνατόν περισσότερα «πυροτεχνήματα» στην εξωτερική πολιτική.
Εν προκειμένω δε, αξίζει να σημειωθεί ότι η μαξιμαλιστική ρητορική του σε συνδυασμό με τα συνεχή «μπρος- πίσω» τείνουν να του προσδώσουν, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό, την εικόνα του «μπλοφατζή» και όχι του πραγματικού αναθεωρητή. Αυτό δεν μπορεί να μην το έχει πλέον υπ’ όψιν και ο ίδιος. Το γεγονός όμως ότι αυτή η εικόνα πλήττει το κύρος του και ο ίδιος το γνωρίζει, από μόνο του, ενέχει πολλούς κινδύνους για τις εξελίξεις στη γειτονιά μας, ιδίως όσο θα πλησιάζουν οι τουρκικές εκλογές.
Σημειωτέον, επίσης, ότι παρόλο που η επιθετικότητα και ο μαξιμαλισμός του αποσκοπούν στην εσωτερική «κατανάλωση», δεν πρέπει να μας διαφεύγει η ουσία: Η παγκόσμια νέα τάξη χτίζεται πάνω στο διεθνή βίαιο ανταγωνισμό για τα αποθέματα ενεργειακών πόρων. Και αυτό διότι προφανώς η ενέργεια είναι απαραίτητη για όλα. Από την προετοιμασία του φαγητού και τις μεταφορές, μέχρι την κινητοποίηση της στρατιωτικής μηχανής.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ισχύς μετατοπίζεται πλέον από τα φτωχά σε ενέργεια κράτη, όπως είναι τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους παραγωγούς ενεργειακών πόρων, όπως είναι η Ρωσία.
Όσοι παράγουν ενεργειακούς πόρους μπορούν να τους χρησιμοποιήσουν όχι μόνο για την ενίσχυση της οικονομίας τους αλλά και ως γεωπολιτικό όπλο, για να αυξήσουν την εθνική ισχύ τους, εκμεταλλευόμενοι τρόπον τινά τις αναπόδραστες ενεργειακές ανάγκες των κρατών-εισαγωγέων.
Και φυσικά όσοι δεν παράγουν ενέργεια, προσπαθούν τουλάχιστον να έχουν ένα «μερίδιο» στη διέλευση των ενεργειακών πόρων από τα εδάφη τους. Γιατί έτσι εξασφαλίζουν μια πολλαπλή εταιρική σχέση με τους παραγωγούς, ευνοϊκότερους όρους, καλύτερες τιμές στον εφοδιασμό τους και, εν γένει, αυξάνουν την εθνική τους ισχύ.
Κατ’ επέκταση η Τουρκία με τον Turkstream ασφαλώς και αυξάνει την εθνική ισχύ της. Αφενός γιατί φέρνει ρωσικό αέριο στα εδάφη της. Αφετέρου, γιατί μπορεί να αναβαθμιστεί γεωπολιτικά ως διαμετακομιστικός κόμβος του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Μαύρης Θάλασσας στη Νότια και Νοτιοανατολική Ευρώπη (Turkstream2).
Η φτωχή σε ενέργεια Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται αναμφίβολα έναν απρόσκοπτο, ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό. Είναι εξαρτημένη ενεργειακά από τη Ρωσία, που έχει μεγάλο μερίδιο στην ευρωπαϊκή αγορά ενεργειακών πόρων, σχεδόν μονοπωλώντας τις ευρωπαϊκές εισαγωγές φυσικού αερίου και έχοντας, κατ’ επέκταση, τη δυνατότητα να επηρεάσει τις τιμές του και άρα και τη ζωή μας.
Τα ευρωπαϊκά κράτη ζητούν από καιρό τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησής τους από τη Ρωσία και ο σχεδιασμός του EastMed στη Μεσόγειο είχε αυτόν τον στόχο.
Μέχρι όμως την πρόσφατη εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου που σήμανε και τις συνεπαγόμενες μεγάλες ανατιμήσεις στα προϊόντα (το βάρος της ευθύνης των οποίων αποδόθηκε στην Ρωσία), οι διεθνείς εξελίξεις είχαν αναβάλει την υλοποίηση του EastMed.
Οι μέχρι πρότινος χαμηλές τιμές των ενεργειακών πόρων συνεπάγονταν την έλλειψη ανταγωνιστικότητας του νέου αγωγού, που έχει χαρακτηριστεί ως ο «πιο ακριβός και βαθύς αγωγός στην ιστορία του κόσμου». Αυτές σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες πλέον αρκετές εναλλακτικές επιλογές εφοδιασμού της Νότιας και Νοτιανατολικής Ευρώπης με φυσικό αέριο (ρωσικό από τον TurkStream2 καθώς και από Αλγερία και Λιβύη και υγροποιημένο από Κατάρ, Νιγηρία και ΗΠΑ) λειτουργούσαν αποθαρρυντικά για τον νέο αγωγό.
Οι δε κλιματικοί στόχοι της ΕΕ για τη δραστική μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου έως το 2030 επίσης δημιουργούν, ούτως ή άλλως, ενδοιασμούς για την υλοποίησή του.
Ακόμη, το εύφλεκτο κατά τα προηγούμενο χρονικό διάστημα κλίμα στην Ανατολική Μεσόγειο και οι όποιες συγκρούσεις μεταξύ των μεσογειακών κρατών γεννούσαν (και γεννούν ακόμη) σκεπτικισμό στις ενεργειακές επιχειρήσεις για επενδύσεις στην περιοχή.
Ενδεχομένως ο Ερντογάν να συντηρεί με την επιθετικότητα του αυτό το εύφλεκτο κλίμα στην περιοχή, ακριβώς για αυτόν τον λόγο: για να δυναμιτίσει την υλοποίηση του αγωγού, εξυπηρετώντας με αυτόν τον τρόπο τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα, αλλά ταυτόχρονα και αυτά των Ρώσων εταίρων του.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, η πρόσφατη αύξηση των τιμών φυσικού αερίου δημιουργεί μια νέα κρίση στις ενεργειακές σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας. Και κυρίως υπενθυμίζει στους Ευρωπαίους, ιδίως στα κράτη της Μεσογείου τους κινδύνους – οικονομικούς και γεωπολιτικούς – που αυτή η εξάρτηση εγκυμονεί. Και την αναγκαιότητα, εν τέλει, του EastMed.
Αυτός ο αγωγός όμως δεν είναι ανταγωνιστικός μόνο των ρωσικών αλλά και των τουρκικών ενεργειακών και γεωπολιτικών συμφερόντων.
Η Τουρκία, που όπως όλα τα κράτη χρειάζεται την ενέργεια, γιατί χρειάζεται εθνική ισχύ, είναι αναμενόμενο να μην δέχεται, επ’ ουδενί, να μείνει έξω από το νέο ενεργειακό «παιχνίδι» που διακυβεύεται μάλιστα τόσο κοντά στα σύνορά της.
Και η απόκριση της Ελλάδας στις τουρκικές κινήσεις και προθέσεις; Ανάλογη. Και η Ελλάδα, όπως όλα τα κράτη, χρειάζεται την ενέργεια, γιατί είναι απαραίτητη για τη δική της εθνική επιβίωση και ισχύ. Ο EastMed υπόσχεται την αναβάθμιση του γεωπολιτικού της ρόλου. Ομοίως και όλοι οι ενεργειακοί σχεδιασμοί που δύνανται να προκύψουν στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Τα ελληνοτουρκικά, λοιπόν, ζητήματα θα παραμείνουν ανοιχτά και σε ένταση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε μια τέτοια διαρκή ένταση ένα θερμό επεισόδιο δεν μπορεί να αποκλειστεί με βεβαιότητα. Κυρίως γιατί ο φανατισμός, που για λόγους αποπροσανατολισμού καλλιεργείται στο εσωτερικό της γείτονος, δύναται να οδηγήσει σε έκρυθμες καταστάσεις και εν τέλει ένα «ατύχημα».
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι τα κράτη λειτουργούν ορθολογικά και δεν σταθμίζουν τις κινήσεις τους με συναισθηματισμούς, όπως οι άνθρωποι. Υπό το πρίσμα του ορθολογισμού, λοιπόν, η εύφλεκτη κατάσταση που ένα θερμό επεισόδιο μπορεί να προκαλέσει αυτήν την περίοδο στην περιοχή, όσο συνεχίζονται οι ενεργειακοί σχεδιασμοί του EastMed, δεν συμφέρει τις μεγάλες δυνάμεις των οποίων οι επιχειρήσεις επενδύουν σε αυτούς.
Ανακεφαλαιώνοντας, όσο ο σχεδιασμός του EastMed προχωράει, το πιθανότερο είναι η προκλητικότητα της Τουρκίας να εντείνεται και οι λόγοι πλέον δεν θα αφορούν μόνο στην εσωτερική κατανάλωση. Ο EastMed υπονομεύει τα τουρκικά και ρωσικά συμφέροντα. Κυρίως όμως θα οδηγήσει σε αλλαγή στην κατανομή ισχύος στην περιοχή υπέρ τηςΕλλάδας και της Κύπρου, γεγονός που γεννά εύλογη ανασφάλεια και εκνευρισμό στη γείτονα, τροφοδοτώντας την επιθετικότητά της.
Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων στη Νομική Sorbonne Paris Nord/IdEF, Αντιδήμαρχος Πειραιά