Η ανακοίνωση της έναρξης των διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας την 25η Ιανουαρίου δεν ήρθε ως «κεραυνός εν αιθρία». Αντιθέτως, ήδη μετά τη μη επιβολή κυρώσεων εις βάρος της Τουρκίας στο πλαίσιο της Συνόδου της Ε.Ε. στις 1-2 Οκτωβρίου, είχε καταστεί σαφές ότι, αργά ή γρήγορα, θα φθάναμε σε αυτή την εξέλιξη.
Στην ελληνοτουρκική περίπτωση διαπιστώνεται μια ξεκάθαρη κατάσταση απειλούντος και απειλούμενου κατά παράβαση κάθε έννοιας του διεθνούς δικαίου και ως εκ τούτου, η ενδεχόμενη καταφυγή σε ένα διάλογο άνευ όρων θα σημαίνει «ήττα από τα αποδυτήρια» για το απειλούμενο-κατευναστικό μέρος.
Υπό την έννοια ότι η Τουρκία θα έχει καταφέρει να αποκομίσει τα οφέλη που επιθυμεί χωρίς στρατηγικό κόστος, θα είναι σαν η Ελλάδα να απειλείται με νεροπίστολο στην πλάτη, αλλά να φοβάται ότι πρόκειται για πραγματικό πιστόλι. Συνεπώς, ας σταχυολογήσουμε ορισμένα προκύπτοντα ερωτήματα.
1) Τι εννοούμε λέγοντας «συζητούμε για τις θαλάσσιες ζώνες»;
Όπως αποτυπώνεται στο Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, οι αναγνωρισμένες από το Διεθνές Δίκαιο θαλάσσιες ζώνες περιλαμβάνουν τα εσωτερικά ύδατα, τα χωρικά ύδατα, τη συνορεύουσα ζώνη, την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (Α.Ο.Ζ.), την υφαλοκρηπίδα και τα διεθνή ύδατα. Για ποια από τα προαναφερθέντα θα συζητήσουμε από την Τουρκία; Δεν οφείλουμε να καταστούμε διαρκώς σαφές ότι το μοναδικό ζήτημα προς συζήτηση είναι η οριοθέτηση Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας; Αν το δικαίωμά μας να επεκτείνουμε την ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 ν.μ. τίθεται προς διαπραγμάτευση με την Τουρκία και δεν είναι μονομερές, τότε οι αιτιάσεις τους ήταν δικαιολογημένες ενώ, μάλιστα, έφθασαν έως και την κήρυξη του casusbelli το 1995.
2) Πιστεύουμε ότι ο 61ος γύρος διερευνητικών συνομιλιών θα επιτύχει εκεί όπου απέτυχαν οι προηγούμενοι 60;
Ας μην αυταπατώμεθα. Οι διερευνητικές επαφές ξεκινούν για να οδηγηθούν εν τέλει σε αδιέξοδο. Από τη μία πλευρά, στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται να κάνει τόσο δραματικές υποχωρήσεις όπως αυτές που ζητά η Τουρκία. Από την άλλη πλευρά, ο νεοοθωμανισμός και η ίδια η εκτιμώμενη από την ίδια την Τουρκία περιφερειακή κατανομή ισχύος δεν επιτρέπουν στην Άγκυρα να αποσύρει τις διεκδικήσεις της. Οι διερευνητικές επαφές ξεκινούν, επειδή ο ένας φοβάται και ο άλλος θέλει να κερδίσει χρόνο, προκειμένου να διαχειριστεί άλλα ανοιχτά μέτωπα και να περάσει τον κάβο των ενδεχόμενων κυρώσεων κατά τη Σύνοδο της Ε.Ε. στις… 25 Μαρτίου. Σε μια τέτοια περίπτωση, προκύπτει ένα συναφές επιμέρους ερώτημα για την Ελλάδα: Δεχόμενοι να γίνουμε μέρος αυτών των τουρκικών ελιγμών, μήπως απεμπολούμε οριστικά το «όπλο» των κυρώσεων;
3) Πολλά θα δικαιολογούνταν αν η Ελλάδα, εν τω μεταξύ, κέρδιζε η ίδια χρόνο και κάλυπτε έδαφος στο επίπεδο του χάσματος ισχύος. Το πράττει, όμως;
Σίγουρα έχουν γίνει σημαντικά βήματα στο επίπεδο της αεροπορικής ισχύος με την προώθηση της συμφωνίας για γαλλικής κατασκευής Rafale ή με την προσφάτως ανακοινωθείσα συμφωνία με το Ισραήλ για τη Σχολή Πολεμικής Αεροπορίας στην Καλαμάτα. Ωστόσο, η ταχύτητα κίνησης των εν λόγω διαδικασιών δε συνάδει με την ανάγκη μιας υστερούσας και απειλούμενης χώρας. Ιδιαιτέρως όσον αφορά τις περιλάλητες Belhara, η συμφωνία θα έπρεπε να είχε προχωρήσει… χθες. Η κάλυψη του εξοπλιστικού κενού, το οποίο διευρύνθηκε εξαιτίας κυρίως της πολυετούς οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, οφείλει να συνιστά προτεραιότητα.
4) Θεωρεί η Κυβέρνηση πως η δυναμική της ορθώς διακηρυγμένης θέσης ότι η Ελλάδα επιθυμεί την επίλυση της μοναδικής διαφοράς της με την Τουρκία στη βάση του διεθνούς δικαίου εξακολουθεί να έχει την ίδια δυναμική μετά την υπογραφή της συμφωνίας με την Αίγυπτο για τη μερική οριοθέτηση Α.Ο.Ζ.;
Έχει σημειωθεί ξανά στο παρελθόν ότι η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία οριοθέτησης Α.Ο.Ζ. δε συνάφθηκε κατ’ απαρέγκλιτο τρόπο βάσει του Δικαίου της Θάλασσας, γεγονός που δημιουργεί αρνητικά προηγούμενα για ενδεχόμενες νέες οριοθετήσεις. Αγνοήθηκε το Σύμπλεγμα του Καστελορίζου σαν να επρόκειτο για «ειδική περίπτωση» κατόπιν της κατά το ήμισυ συμπερίληψης της Ρόδου στη συμφωνία, αγνοήθηκαν μικρά νησιά με οικονομική δραστηριότητα και τους προσδόθηκε 0% επήρεια όπως η Χρυσή, ενώ σε μεγάλα νησιά όπως η Κρήτη, η Ρόδος, η Κάρπαθος και η Κάσος δε δόθηκε πλήρης επήρεια ως έπρεπε βάσει διεθνούς δικαίου. Η εν λόγω μειωμένη επήρεια, μάλιστα, δεν ήταν τυχαία καθότι μέσω αυτής παραχωρήθηκε το μεγαλύτερο μέρος της Λεκάνης του Ηροδότου στην Αίγυπτο. Επανέρχεται, συνεπώς, το ερώτημα: Ποια είναι τα επίχειρα αυτής της συμφωνίας εν όψει των διερευνητικών επαφών με την Τουρκία; Ακόμη και αν η Άγκυρα δεχθεί να συζητήσει αποκλειστικά για το ζήτημα της οριοθέτησης Α.Ο.Ζ. και υφαλοκρηπίδας, αναμένει κάποιος στο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι θα αποσύρει το παράνομο τουρκολιβυκό σύμφωνο, για την ουσιαστική ακύρωση του οποίου υπογράφηκε το ελληνοαιγυπτιακό, όπως υποστηρίζει η ελληνική πλευρά;
5) Υιοθετεί η Κυβέρνηση του βερμπαλισμούς του Τσαβούσογλου ότι οι διερευνητικές επαφές τερματίστηκαν το 2016 επειδή «ανέβηκε ο Τσίπρας στην εξουσία»;
Αν μη τι άλλο, σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, οφείλουμε να διατηρήσουμε αρραγές το εθνικό μέτωπο και να πορευτούμε ενωμένοι επί της εθνικής γραμμής. Αλίμονο αν το ένα πολιτικό κόμμα αφήνει έκθετο το άλλο επικαλούμενο κάποιον Τούρκο αξιωματούχο. Η αντίδραση της Ελληνικής Κυβέρνησης οφείλει να είναι δυναμικότερη και από εκείνη του ίδιου του θιγόμενου κόμματος. Αλίμονο αν η Τουρκία χρησιμοποιεί τις δικές μας εσωτερικές έριδες και εμείς μηδίζουμε. Προφανώς και το εν λόγω σχόλιο αφορά κάθε Κυβέρνηση και κάθε Αντιπολίτευση εν Ελλάδι, διαχρονικά.
6) Αποτελεί βάση συζήτησης και αισιόδοξο μήνυμα η απόσυρση του Oruç Reis και η αναστολή πραγματοποίησης ερευνών εντός των υδάτων – πραγματικής ή δυνητικής – ελληνικής δικαιοδοσίας;
Βάση διαλόγου είναι η απόσυρση από πλευράς της Τουρκίας των παράλογων απαιτήσεων, όπως εκφράζονταν μέσω της παρουσίας του Oruç Reis, όχι απλά να αποσυρθεί το τουρκικό ερευνητικό σκάφος και ο συνοδευτικός στολίσκος. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «το σκάφος έχει ολοκληρώσει τις εργασίες του και θα ξεκινήσει [εκ νέου] σε άλλο σημείο». Δεν αποσαφήνισε, για παράδειγμα, ότι «το αποσύρουμε ως ένδειξη καλής θέλησης». Κατά συνέπεια, οι παράλογες απαιτήσεις συνεχίουν να πέφτουν πάνω στο τραπέζι και είναι απορίας άξιο τι περιμένουμε να αλλάξει μέσω αυτών των διερευνητικών επαφών.
Για να αντιστρέψουμε τον Κλαούζεβιτς: Η πολιτική είναι η συνέχιση του πολέμου και του διακρατικού ανταγωνισμού με άλλα μέσα. Η επιλογή του κατάλληλου χρόνου και πλαισίου έναρξης των διερευνητικών επαφών, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, συνιστά το κύριο κριτήριο βάσει του οποίου θα αξιολογηθούν άπαντες.