Aitor Diago via Getty Images
Τον δρόμο για την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης σε ολόκληρο τον δημόσιο τομέα, πριν από το 2023, ανοίγουν οι δικαστές με προσφυγή τους στα δικαστήρια της χώρας.
Η απόφαση έχει ήδη ληφθεί, όπως καταγράφει το dikastiko.gr όμως η είδηση δεν είναι η προσφυγή των δικαστών, αλλά η άμεση εφαρμογή της απόφασης όταν (κι αν είναι θετική για τους προσφεύγοντες) από την κυβέρνηση.
Πληροφορίες αναφέρουν πως το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σε περίπτωση που η δικαιοσύνη αποφανθεί σύντομα για τη κατάργησή της θα προχωρήσει στην εφαρμογή του μέτρου και για τους δημοσίους υπαλλήλους (έχει ανασταλεί ήδη για τον ιδιωτικό τομέα) ακόμα και πριν το 2023.
Οι προσφυγές έχουν ήδη αναγγελθεί από το ΔΣ της 20ης Νοεμβρίου της Ενωσης Δικαστών Εισαγγελέων καθώς αποφασίστηκε η “…ανάθεση σε νομικούς συμβούλους της επεξεργασίας των δικογράφων για την διεκδίκηση της καταβληθείσας εισφοράς αλληλεγγύης για το έτος 2021”, γεγονός που σημαίνει πως το οικονομικό επιτελείο θα βρεθεί αντιμέτωπο με ένα κύμα αγωγών εκ μέρους των δικαστικών λειτουργών, ενώ αυτό δεν αποκλείεται να επεκταθεί και στον δημόσιο τομέα. Πρακτικά μάλιστα σημαίνει πως η δικαστική απόφαση (εφόσον είναι θετική για τους δικαστές) θα ζητεί αναδρομική εφαρμογή της, κάτι που παραμένει ζητούμενο αν τελικά ικανοποιηθεί. Θα γεννήσει δηλαδή μια νέα απαίτηση αναδρομικών. Κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης
Το ιστορικό
Τη διαδικασία διεκδίκησης περιέγραψε ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών Εισαγγελέων Χριστόφορος Σεβαστίδης στην πρόσφατη γενική συνέλευση : “…Η εισφορά αλληλεγγύης επιβλήθηκε για πρώτη φορά στο κατώφλι της μνημονιακής εποχής με το άρθρο 29 του ν. 3986/2011 και εξακολούθησε με διαδοχικές παρατάσεις.
Με το άρθρο 298 του ν. 4738/2020 απαλλάσσονται πλέον από την υποχρέωση καταβολής εισφοράς αλληλεγγύης οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, μέλη Δ.Σ, ενώ απαλλαγή προβλέπεται και για το φορολογικό έτος 2020 στα εισοδήματα από κεφάλαιο, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και από τόκους.
Η μοναδική κατηγορία πολιτών που υπόκειται στο εξής σε εισφορά αλληλεγγύης είναι οι μισθωτοί του δημοσίου τομέα και οι συνταξιούχοι. Ο περιορισμός της υποχρέωσης «εισφοράς αλληλεγγύης» μόνο στους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα και στους συνταξιούχους, πέρα από το γεγονός ότι επιβαρύνει τους φορολογικά συνεπέστερους πολίτες, δημιουργεί πρόβλημα ασυμβατότητας με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος που ορίζει «οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους».
Το νόημα της συνταγματικής διάταξης είναι ότι οι νόμοι που επιβάλουν φορολογικά βάρη δεν μπορούν να προβαίνουν σε αδικαιολόγητες διακρίσεις ή να επιβαρύνουν δυσανάλογα και υπέρμετρα ορισμένες κατηγορίες πολιτών, πόσο μάλλον μία μοναδική κατηγορία. Αλλά και με τα άρθρα 20 και 21 παρ. 1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ που καθιερώνουν την αρχή της απαγόρευσης αθέμιτων διακρίσεων, η οποία, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΚ/ΔΕΕ, επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά παρόμοιες καταστάσεις, εκτός αν η διαφορετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται, ως ερειδόμενη σε αντικειμενικό και εύλογο κριτήριο.
Τέτοιο κριτήριο δεν υφίσταται εν προκειμένω, αφού, ως εκ της φύσης της επίμαχης φορολογικής υποχρέωσης, κανένας αποχρών λόγος δεν δικαιολογεί τη διατήρησή της ειδικά και μόνο στους μισθωτούς του δημόσιου τομέα και τους συνταξιούχους. Η κατά τον ανωτέρω τρόπο δυσμενής φορολογική μεταχείριση μόνο των πιο πάνω κατηγοριών φορολογούμενων καθίσταται σαφώς αυθαίρετη, αφού στον ν. 4738/2020 δεν γίνεται επίκληση κανενός γενικού και αντικειμενικού κριτηρίου που να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες συνθήκες αυτών.
Το τελευταίο τούτο επιβεβαιώνεται από την ίδια την αιτιολογική έκθεση του νόμου που επέβαλε την «εισφορά αλληλεγγύης», η οποία επικαλείται την ευθύνη «κάθε πολίτη».
Στο ΔΣ της 6ης Φεβρουαρίου 2021 τέθηκε ως μεσοπρόθεσμος στόχος της Ένωσης η αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης για όλο το δημόσιο. Επανήλθαμε με αντίστοιχο αίτημα προς τον Πρωθυπουργό της χώρας ενόψει των εξαγγελιών στην ΔΕΘ.
Σε συνάντηση που είχε η Ένωσή μας με τον Αν. Υπουργό Οικονομικών κ. Σκυλακάκη στις 11 Οκτωβρίου θέσαμε εκ νέου το αίτημα. Θεωρούμε ότι το αίτημά μας έχει όχι μόνο ισχυρή νομική βάση αλλά ακλόνητα ηθικά ερείσματα. Δεν θα προβάλαμε καμία αξίωση εάν η αναστολή του συγκεκριμένου φόρου για το τρέχον έτος προβλέπονταν μόνο για τους χαμηλόμισθους τους ιδιωτικού τομέα ή άλλες ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες. Αρνούμαστε όμως να δεχτούμε τη λογική ότι τα κέρδη των μεγάλων εταιριών και οι μεγαλοεπιχειρηματίες απαλλάσσονται από έναν φόρο ο οποίος πέφτει αποκλειστικά στις πλάτες των μισθωτών και των συνταξιούχων του δημοσίου. Μετά την άρνηση του Υπουργείου να δεχτεί το δίκαιο και λογικό αίτημά μας ο μόνος δρόμος που ανοίγεται πλέον είναι αυτός της δικαστικής διεκδίκησης. Θα επαναληφθεί ασφαλώς άλλη μια φορά το γνώριμο σκηνικό μιας Κυβέρνησης που ενώ γνωρίζει τις νομικές της υποχρεώσεις, αρνείται να συμμορφωθεί και ρίχνει την ευθύνη σ’ αυτούς που διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Είμαστε ωστόσο προετοιμασμένοι και για μια τέτοια εξέλιξη”.
Πηγή: dikastiko.gr