«Βγαίνοντας έξω είδα στη συμβολή Μεθώνης και Θεμιστοκλέους τέσσερα άτομα να μας σημαδεύουν με πιστόλια φωνάζοντας “πέστε κάτω ρε!”. Στην αρχή θεώρησα ότι ήταν αστυνομικοί και τους φώναξα “παιδιά είμαστε συνάδελφοι!”. Συνέχισαν να με σημαδεύουν λέγοντάς μου “τι συνάδελφοι ρε, πέστε κάτω”. Τότε κατάλαβα ότι δεν ήταν αστυνομικοί και προτάσσοντας το όπλο μου για να προστατευθώ, κατευθύνθηκα με γρήγορα βήματα προς το αυτοκίνητο».

Αναδημοσίευση από την «Καθημερινή», Γιάννης Σουλιώτης

Πρόκειται για απόσπασμα από την κατάθεση στελέχους του Λιμενικού, που συμμετείχε στην επεισοδιακή επιχείρηση της 4ης Απριλίου στα Εξάρχεια, για τη σύλληψη εμπόρων ναρκωτικών, σε κατειλημμένο κτίριο στην οδό Θεμιστοκλέους και Ερεσού. Οκτώ μήνες αργότερα και ενώ η σχετική έρευνα της Κρατικής Ασφάλειας παραμένει σε εξέλιξη, η «Κ» αποκαλύπτει όσα διαδραματίστηκαν έξω από το υπό κατάληψη κτίριο, ρίχνοντας φως σε μία από τις πιο σκοτεινές και αμφιλεγόμενες υποθέσεις των τελευταίων ετών.

Τα γεγονότα άρχισαν να εκτυλίσσονται το απόγευμα της 4ης Απριλίου, όταν στελέχη της Περιφερειακής Ομάδας Δίωξης Ναρκωτικών (ΠΟΔΙΝ) του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά συνέλαβαν στο «Blue Star 1» έναν 29χρονο Σύρο, που μετέφερε σε σακίδιο πλάτης 218 γραμμάρια ινδικής κάνναβης. Τον οδήγησαν στα γραφεία της υπηρεσίας τους για ανάκριση. Για να τύχει ευνοϊκής μεταχείρισης ομολόγησε ότι είχε προμηθευτεί την κάνναβη από έναν Αιγύπτιο που έκρυβε ναρκωτικά σε ακίνητο στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Ερεσού. Για την εξέλιξη της ανάκρισης ενημερώθηκε ο εισαγγελέας, ο οποίος το βράδυ της ίδιας μέρας αποφάσισε να πάει με στελέχη της ΠΟΔΙΝ για έλεγχο στο «ύποπτο» σπίτι των Εξαρχείων.

Πράγματι, λίγη ώρα αργότερα άνδρες του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά έφτασαν στο σημείο και πριν πραγματοποιήσουν την έφοδο ειδοποίησαν το Α.Τ. Εξαρχείων. Στα έγγραφα της υπόθεσης, ωστόσο, επισημαίνεται ότι οι αστυνομικοί δήλωσαν αδυναμία να ικανοποιήσουν το αίτημα συνδρομής λόγω έλλειψης προσωπικού. «Ο επικεφαλής του κλιμακίου των Λιμενικών παραπέμφθηκε να επικοινωνήσει με την Αμεση Δράση», αναφέρει έγγραφο του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά. Την επόμενη μέρα, πάντως, η τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη Ολγα Γεροβασίλη είχε διαψεύσει το Λιμενικό, δηλώνοντας ότι «η ΕΛ.ΑΣ. δεν είχε ενημέρωση».

Δίχως την «κάλυψη» από διμοιρίες των ΜΑΤ ή άλλων δυνάμεων της ΕΛ.ΑΣ., οι άνδρες του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά αποφάσισαν να προχωρήσουν μόνοι τους στον έλεγχο. Δύο ή τρία στελέχη έμειναν απέξω και οι υπόλοιποι μαζί με τον εισαγγελέα έκαναν έφοδο. «Μπήκαμε στο σπίτι και εντοπίσαμε δύο γυναίκες. Ο χώρος είχε έντονη οσμή κάνναβης.

Σε κοινή θέα πάνω στο ξύλινο τραπέζι υπήρχε μια μεγάλη πλαστική σακούλα με ακατέργαστη κάνναβη καθώς και μια ζυγαριά ακριβείας λευκού χρώματος. Σε μία βαλίτσα, κάτω από ένα κρεβάτι βρήκαμε ένα πιστόλι», κατέθεσε ο ένας από τους άνδρες. Είπε ακόμα ότι στη διάρκεια της έρευνας, οι συνάδελφοί τους που παρακολουθούσαν την επιχείρηση από απόσταση τους ειδοποίησαν ότι έξω από το ακίνητο είχαν συγκεντρωθεί ύποπτα άτομα και τους προέτρεψαν να αποχωρήσουν άμεσα.

Οσα περιγράφονται στη συνέχεια παραπέμπουν σε σκηνές κινηματογραφικής ταινίας. «Κατά την έξοδό μας αντιλήφθηκα δύο οχήματα να κινούνται επί της Ερεσού προς το μέρος μας με μεγάλη ταχύτητα και να σταματάνε απότομα μπροστά στο σπίτι. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και φώναξα στους Κ. και Γ. να καλυφθούν πίσω από κολόνες πολυκατοικιών, όπως έκανα κι εγώ», κατέθεσε μέλος του κλιμακίου. «Είδα από τα οχήματα να κατεβαίνουν περί τα οκτώ άτομα φορώντας όλοι κουκούλες, κρατούσαν όλοι πιστόλια προτεταμένα προς συναδέλφους φωνάζοντας “πέστε κάτω, πέστε κάτω, τι είστε εσείς;”. Ταυτόχρονα, είδα πολλά άτομα, περίπου 50 με 60 να κινούνται προς το μέρος μας από την πλατεία Εξαρχείων», πρόσθεσε.

Με βαρύ οπλισμό

Ο ίδιος περιέγραψε τη μυστηριώδη ομάδα των οπλοφόρων ως εξής: «Διαπίστωσα ότι 10 με 15 από αυτούς κρατούσαν πιστόλια, τρεις κρατούσαν καλάσνικοφ, δύο φορούσαν αλεξίσφαιρα γιλέκα, ενώ ο όχλος είχε καλυμμένα πρόσωπα με κουκούλες και κράνη. Πλησιάζοντας τον έναν από αυτούς περίπου στο ένα μέτρο τον ρώτησα: “Τι είσαι εσύ ρε;”, λαμβάνοντας ως απάντηση την ίδια ερώτηση. Εκείνη τη στιγμή άτομο από τον όχλο φώναξε “είναι μπάτσος, έχει πιστόλι”. Τότε, το πρώτο άτομο σήκωσε το καλάσνικοφ, μου το ακούμπησε στο μέτωπό μου φωνάζοντας σε άπταιστα ελληνικά “π… μπάτσε θα πεθάνεις”». Δύο άλλα μέλη της ομάδας βρέθηκαν πεσμένα στο έδαφος να δέχονται χτυπήματα από ρόπαλα και μαχαίρια στο κεφάλι και στο σώμα. «Τρεις κουκουλοφόροι, εκ των οποίων ο ένας είχε πιστόλι, με έριξε στο έδαφος και μου φώναξε με προτεταμένο όπλο: “Μείνε ακίνητος, τα χέρια μπροστά”».

Οι περισσότεροι από τους άνδρες της Περιφερειακής Ομάδας Δίωξης Ναρκωτικών κατάφεραν να διαφύγουν, μόνο όταν ο ένας από τους ενόπλους σε ρόλο συντονιστή φώναξε προς τους υπολοίπους σε καλά ελληνικά «φτάνει, φτάνει, φεύγουμε πίσω».

Επιβεβαίωσε ο εισαγγελέας, δυσπιστούν αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.

Ο εισαγγελέας της έρευνας επιβεβαίωσε τα γεγονότα και περιέγραψε ότι ενώ τον φυγάδευαν προς το υπηρεσιακό αυτοκίνητο «για να του σώσουν τη ζωή», έβλεπε τους αγνώστους να σημαδεύουν με τα όπλα τους λιμενικούς που είχαν μείνει πίσω. «Μόλις βγήκαμε έξω από το σπίτι φανερώθηκαν από παντού περί τα 40 άτομα κρατώντας πολεμικά τυφέκια, πυροβόλα όπλα, μαχαίρια, ρόπαλα και έχοντας πολλοί εξ αυτών καλυμμένα τα πρόσωπά τους», είπε στην κατάθεσή του.

Ενδιαφέρον για όσους μπορούν να διαβάζουν ανάμεσα στις γραμμές έχει η αναφορά ενός λιμενοφύλακα ότι τη σκηνή παρακολουθούσε ο αναβάτης μιας μηχανής, που έδινε εικόνα για τα γεγονότα σε άγνωστο συνομιλητή του μέσω κινητού. «Ακουσα φωνές και είδα ένα δίκυκλο με έναν αναβάτη, να σταματάει στη συμβολή των οδών Μπενάκη και Ερεσού και κοιτώντας προς το σημείο να καλεί κάποιον στο κινητό του».

Η 29χρονη από τη Συρία, που τη στιγμή της εφόδου βρέθηκε στο σπίτι, συνελήφθη, αντίθετα οι κουκουλοφόροι άρπαξαν από τα χέρια των λιμενικών μια Ελληνοαυστραλή, 45 ετών. Κατασχέθηκαν 530 γραμμάρια κάνναβης ωστόσο, εκλάπησαν από τα στελέχη της ΠΟΔΙΝ δύο υπηρεσιακά πιστόλια, ενώ ένας λιμενικός δέχτηκε χτύπημα με μαχαίρι στον γλουτό. Μία εβδομάδα αργότερα και ενώ είχε ξεσπάσει κόντρα Λιμενικού – ΕΛ.ΑΣ. για το τι πραγματικά είχε συμβεί και ποιος είχε την ευθύνη για το χειρισμό της υπόθεσης, αστυνομικοί της Κρατικής Ασφάλειας έκαναν έφοδο σε κατάληψη με 39 μετανάστες στην οδό Τζαβέλλα 21, όπου βρήκαν και συνέλαβαν τη 45χρονη.

Για να φωτιστούν τα γεγονότα εκείνης της ημέρας, το αρχηγείο του Λιμενικού διέταξε ένορκη διοικητική εξέταση. Την ανέθεσε στον «Αττικάρχη» του Σώματος και σύμφωνα με πηγές ενημέρωσης, η σχετική έρευνα φτάνει στο τέλος της. Σε εξέλιξη παραμένει και η προανάκριση της Υποδιεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας της ΕΛ.ΑΣ. για την ίδια υπόθεση, όπως επιβεβαίωσε στην «Κ» υψηλόβαθμος αξιωματικός, που ρωτήθηκε σχετικά. Σε έγγραφο της Ασφάλειας επισημαίνεται ότι οι υπάλληλοι του Λιμενικού «δέχτηκαν σωματική επίθεση από ομάδα ατόμων που έφεραν οπλισμό και είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους».

Στις 16 Οκτωβρίου 2019, η ΕΛ.ΑΣ. πραγματοποίησε έρευνα στο σπίτι της οδού Θεμιστοκλέους και Ερεσού, όπου είχαν σημειωθεί τα γεγονότα. Η είσοδος των αστυνομικών στο ακίνητο έγινε στο πλαίσιο των επιχειρήσεων για την εκκένωση καταλήψεων στα Εξάρχεια. Συνελήφθη ένας ρακένδυτος αλλοδαπός, ενώ σε εκκρεμότητα παραμένει ο εντοπισμός των όπλων που οι κουκουλοφόροι απέσπασαν από τα στελέχη του Λιμενικού.

«Επιχειρησιακές» αστοχίες

Από την πρώτη στιγμή, πάντως, οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. είχαν εκφράσει επιφυλάξεις για το εάν και κατά πόσον εκείνη την ημέρα τα γεγονότα είχαν εξελιχθεί όπως τα περιέγραφαν οι λιμενικοί. Αφηναν, μάλιστα, υπονοούμενα ότι τα στελέχη της ΠΟΔΙΝ είχαν «φουσκώσει» το επεισόδιο προκειμένου να καλύψουν τις επιχειρησιακές αστοχίες τους. Σημειώνεται ότι έρευνα στο ίδιο σπίτι είχε πραγματοποιήσει η Υποδιεύθυνση Δίωξης Ναρκωτικών και τον Οκτώβριο του 2018, έξι μήνες πριν από εκείνη του κεντρικού λιμεναρχείου Πειραιά.



ΠΗΓΗ