«Μας εξαπάτησε ο Λιγνάδης, είναι ένας επικίνδυνος άνθρωπος». Τάδε έφη η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, μερικά 24ωρα πριν.
Αλλά αυτό είναι ήδη γνωστό. Ο μόνος λόγος που επικαλούμαι την φράση της είναι για να ξεκαθαρίσω ότι αναφέρομαι στην γνωστή υπόθεση του «γνωστού θεατράνθρωπου» με την γνωστή δράση, για την οποία όλοι γνωρίζουν αλλά κανείς δεν επιτρέπεται να αναφέρει το όνομά του.
Τι άλλο είπε η κυρία Μενδώνη; Οτι η σημερινή πολιτική ηγεσία, συνεπώς η ίδια, δεν γνώριζε τίποτα για την προσωπική ζωή του.
Καμία αντίρρηση. Δεν είναι υποχρεωμένη να γνωρίζει τι κάνει ο καθένας στο κρεβάτι του, στην κουζίνα του, στο καθιστικό του, ούτε με ποιόν το κάνει.
Αρα, με το ανίκητο επιχείρημα «δεν ήξερα, δεν άκουσα» η κυρία Μενδώνη απαλλάσσεται από τις ευθύνες της; Ρητορικό το ερώτημα.
Οι πρώτες πληροφορίες για την υπόθεση είχαν αρχίσει να βλέπουν το φως της δημοσιότητας ήδη από τις 2 Φεβρουαρίου.
Το υπουργείο Πολιτισμού έσπευσε να μιλήσει για «φήμες», «ασαφείς σκοπιμότητες», «σενάρια που δεν ευσταθούν» και «ανθρωποφαγία».
Λίγες ημέρες αργότερα, στις 6 Φεβρουαρίου, αποκαλύπτονται στα ΜΜΕ οι πρώτες συγκλονιστικές μαρτυρίες των φερόμενων θυμάτων, οι οποίες λαμβάνουν τη μορφή χιονοστιβάδας τα επόμενα 24ωρα.
Την ίδια ώρα η κ. Μενδώνη επιμένει ότι δεν υπάρχει καμία επώνυμη καταγγελία σε βάρος του μέχρι τότε καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.
Ο Δ.Λιγνάδης υποβάλλει την παραίτησή του στις 8 Φεβρουαρίου, την οποία η κυβέρνηση αποδίδει σε «προσωπικούς λόγους».
Εντεκα ημέρες μετά την παραίτηση Λιγνάδη και 17 ημέρες μετά την αρχική γνωστοποίηση της υπόθεσης η κ. Μενδώνη ανακαλύπτει ότι είναι ένας «επικίνδυνος» άνθρωπος.
Συνολικά, έχουν περάσει 21 ημέρες. Ολο αυτό το διάστημα η αρμόδια υπουργός δεν έχει ζητήσει ούτε μια συγγνώμη. Φυσικά, ούτε λόγος για παραίτηση.
Αυτές οι δύο λέξεις είναι άγνωστες στο λεξιλόγιο των Ελλήνων πολιτικών.
«Γιατί να παραιτηθεί;» θα ανταπαντήσει κάποιος. Αφού, κατά τα λεγόμενά της, δεν γνώριζε όσα συνέβαιναν.
Η κ. Μενδώνη παραδέχθηκε δημοσίως ότι ένας υφιστάμενος της την εξαπάτησε. Επίσης, δεν έκανε τίποτα για να απομακρύνει τον Δ.Λιγνάδη από την θέση του, έστω και προσωρινά μέχρι τη διαλεύκανση της υπόθεσης, την ώρα που οργίαζαν όχι οι «φήμες» αλλά οι υπαρκτές καταγγελίες σε βάρος του. Στην προσπάθειά της να αποτινάξει από πάνω της την ευθύνη έσπευσε να χαρακτηρίσει τον κατηγορούμενο «επικίνδυνο», στερώντας του το τεκμήριο της αθωότητας. Ναι, μπορεί να είναι «επικίνδυνος» και ένοχος. Αλλά αυτό θα το κρίνει η δικαιοσύνη, όχι η κ. Μενδώνη, που ούτως ή άλλως «δεν γνώριζε».
Ολοι αυτοί οι λόγοι είναι αρκετοί για να παραιτηθεί; Ή πρέπει να προβεί και σε άλλα ολισθήματα;
Το ζήτημα δεν είναι κομματικό και κακώς εξελίσσεται σε τέτοιο. Το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό και εκνευριστικά διαχρονικό.
Δεν είναι η Μενδώνη το θέμα. Το θέμα είναι ότι σε αυτή τη χώρα δεν παραιτείται ποτέ και κανένας για τίποτα.
Ούτε για τα βουλευτικά κορονοπάρτι, ούτε για το Μάτι, ούτε για τη Μαρφίν, ούτε για τα κατά καιρούς σκάνδαλα με μίζες και διορισμούς «ημετέρων», ούτε για τους νεκρούς σε κάθε κακοκαιρία, ούτε για τον κακό μας τον καιρό.
Καμία συγγνώμη, καμία παραίτηση. Ποτέ.
Αλήθεια, όμως, δεν υπάρχει καμία ευθιξία; Αγνωστη λέξη κι αυτή;
Στην τελική, για αυτό οι βουλευτικές και υπουργικές καρέκλες είναι κατ′ ευφημισμόν «θέσεις ευθύνης». Γιατί εκτός από τα πλουσιοπάροχα προνόμια που απολαμβάνουν, οι κάτοχοί τους (πρέπει να) αναλαμβάνουν και τις ευθύνες που τους αναλογούν.
Και επειδή με την πανδημία έχει γίνει της «μόδας» η επίκληση στην «ατομική ευθύνη» – και ορθώς – κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει επιτέλους κουβέντα για την πολιτική ευθύνη. Διαχρονικά, ανεξαρτήτως κόμματος.
Υ.Γ. Πριν ακριβώς από έναν μήνα ο Πρωθυπουργός της Μογγολίας παραιτήθηκε επειδή δεν χορηγήθηκαν ζεστά ρούχα σε μια γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει, κατά την μεταφορά της σε καραντίνα λόγω κορονοϊού.
Ο Πρωθυπουργός. Της Μογγολίας.
Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο περισσεύει…