Hannah Grüneberg commons wikimedia
«Από το 1941 έως και το 1944 οι Γερμανοί λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την Ελλάδα. Τουλάχιστον 330.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, το 75% του ελληνικού εμπορικού στόλου καταστράφηκε, όπως επίσης και το 85% των υποδομών. Περισσότερα από 1000 χωριά και πόλεις υπέστησαν σοβαρές ζημιές και πάνω από 100 καταστράφηκαν ολοσχερώς. Στην ουσία καταστράφηκαν οι υποδομές της ελληνικής οικονομίας και είναι ξεκάθαρο ότι η Γερμανία έπρεπε να πληρώσει για όλα αυτά» δήλωσε στη HuffPost ο Karl-Heinz Roth (Καρλ Χάιντς Ροτ), Γερμανός ιστορικός, συνιδρυτής του του Ιδρύματος Κοινωνικής Ιστορίας και συγγραφέας του βιβλίου «Η οφειλή των επανορθώσεων. Υποθήκες της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα και την Ευρώπη».
Σύμφωνα με τον ίδιο υπήρξε και δεύτερη έκδοση του βιβλίου με εκτενείς αναφορές στην Πολωνία και το ενδιαφέρον είναι τόσο μεγάλο που τον προσέγγισε και ένας αμερικάνικος εκδοτικός οίκος και έτσι το βιβλίο, αλλά και η ελληνική υπόθεση των επανορθώσεων θα γίνει περαιτέρω γνωστή στον αγγλοσαξονικό κόσμο.
«Οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης και αυτές της νοτιανατολικής και ιδιαίτερα η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα υπέστησαν τα χειρότερα από τους ναζί» λέει ο ίδιος κάνοντας αναφορά για την καμμένη γη που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί.
Για τη διαχρονική άρνηση της Γερμανίας να εξοφλήσει τα χρέη της προς την Ελλάδα σχολιάζει πως από την αρχή δεν είχε σκοπό να το κάνει. Μιλά για τη «γραφειοκρατία των επανορθώσεων» ένα μηχανισμό που διαρκώς παρέπεμπε στο μέλλον το ζήτημα. Μάλιστα, όπως σημειώνει τη δεκαετία του ’50 υπήρχαν ορισμένες συνθήκες όπου η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έπρεπε να καταβάλλει κάποιες αποζημιώσεις, αλλά παράλληλα υπήρχε και η δικαιολογία των δύο Γερμανιών, όπου βάσει της Συμφωνίας του Λονδίνου το ζήτημα των επανορθώσεων – αποζημιώσεων παραπέμπονταν προς αποσαφήνιση σε μια μελλοντική συνθήκη ειρήνης και επανένωσης των δύο Γερμανιών. Όταν αυτό έγινε, το 1990, με τη συνθήκη 2+4 (Οι δύο Γερμανίες, οι ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Μ. Βρετανία) το θέμα των αποζημιώσεων δεν συμπεριλήφθηκε.
«Αυτό ήταν κυνικό» λέει και προσθέτει: «Η Ελλάδα δεν υπέγραψε αυτή τη συμφωνία, όπως και οι υπόλοιποι μικρότεροι σύμμαχοι. Οι μεγάλες δυνάμεις δεν τους συμπεριέλαβαν, η αφαίρεση των αιτημάτων για τις επανορθώσεις έγινε χωρίς τη συγκατάθεσή τους και γι′ αυτό θεωρώ πως αυτή η συνθήκη δεν είναι έγκυρη όσον αφορά την Ελλάδα. Αυτό το τονίζω και στο βιβλίο μου και λέω κρατήστε το αίτημα ενεργό. Το αίτημα σας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο δεν έχει ημερομηνία λήξης. Η Ελλάδα όπως και η Πολωνία πρέπει να επιμείνει».
Ο κ. Ροτ υπενθυμίζει πως τα χρήματα που έχουν πληρωθεί από πλευράς της Γερμανίας στην Ελλάδα μέχρι σήμερα ανέρχονται στα 700 εκατομμύρια ευρώ. «Δεν είναι ούτε το 0,1% από εκείνα που οφείλει η Γερμανία στη χώρα σας» τονίζει.
Πόσα οφείλει η Γερμανία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις σας;
Η Γερμανία πρέπει να πληρώσει 202 δισ. ευρώ μαζί με το κατοχικό δάνειο. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται όλες οι καταστροφές των υποδομών, η ανθρωπιστική καταστροφή, αλλά και η καταναγκαστική εργασία. Το ποσό αυτό, ανάλογα πως το υπολογίζεις με τον πληθωρισμό ή αν βάλεις και τα επιτόκια μπορεί να ανέλθει στα 425 δισ. ευρώ., εμείς το υπολογίζουμε με τον πληθωρισμό.
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει μόνο το κατοχικό δάνειο…
Πολλοί ιστορικοί όπως ο κ. Φλάισερ ισχυρίζονται ότι αυτό που πρέπει να διεκδικήσει η ελληνική πλευρά είναι το κατοχικό δάνειο, με το σκεπτικό ότι η ελληνική περίπτωση είναι μοναδική έτσι και η αποπληρωμή του δεν θα δημιουργήσει τετελεσμένο για άλλα κράτη να ζητήσουν κάτι αντίστοιχο. Όμως αυτό κατά τη γνώμη μου δεν είναι ακριβές, υπάρχουν και άλλα κράτη με παρόμοιες υποθέσεις και υποστηρίζω για την Ελλάδα πως δεν πρέπει να απεμπολήσει τις απαιτήσεις της και να διεκδικήσει το σύνολο των απαιτήσεών της».
Ο κ. Ροτ εκτιμά, βάσει συζητήσεων που είχε πρόσφατα με κάποια στελέχη των Πρασίνων, πως το πολιτικό κατεστημένο στη χώρα του ίσως να είναι διατεθειμένο να συμβιβαστεί και να δώσει ένα συμβολικό ποσό στην Ελλάδα, που θα αφορά το κατοχικό δάνειο και όχι τις επανορθώσεις. Αλλά επισημαίνει πως μάλλον θέλουν να το κάνουν να φαίνεται ως μια κίνηση αυτόβουλη από μέρους τους, να μην είναι δηλαδή αποτέλεσμα κάποιας νομικής διαδικασίας.
«Απορρίπτουν κάθε συζήτηση για επανορθώσεις τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Πολωνία» λέει και προτείνει τη συνεργασία των δύο κρατών για να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στη Γερμανία, η οποία όπως λέει προτάσσει πάντα τη νομικίστικη προσέγγιση έναντι της κουλτούρας της μνήμης.
Για τη γερμανική κοινή γνώμη εξηγεί πως αυτή συζητά για τα εγκλήματα που διέπραξε το καθεστώς των ναζί στο εσωτερικό της χώρας ενάντια στους αντιφρονούντες Γερμανούς και όχι για τις δράσεις τους ως κατακτητές της Ευρωπαϊκής ηπείρου. «Είναι χρέος μας ως ιστορικοί να διευρύνουμε την αντίληψή τους για το τι έχει συμβεί, άλλωστε αυτό μπορεί να είναι και η βάση για κάθε συζήτηση σχετικά με το ζήτημα των επανορθώσεων»καταλήγει.
.