Πριν από δέκα χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2011, ο Ρ.Τ. Ερντογάν επισκεπτόταν την Αίγυπτο, την Τυνησία και τη Λιβύη, τα κράτη όπου οι πολιτικές δυνάμεις που συνδέονταν με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα διεκδικούσαν την κατάληψη της εξουσίας.
Η περιοδεία του Τούρκου πρωθυπουργού στη Βόρεια Αφρική αναδείκνυε τις φιλοδοξίες της Άγκυρας στο αναδυόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ η βαθιά εμπλοκή της στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας αντανακλούσε αυτές τις φιλοδοξίες έως την καρδιά της Μέσης Ανατολής.
Οι αραβικές εξεγέρσεις που ξεκίνησαν πριν από μια δεκαετία έθεσαν σε αμφισβήτηση μια περιφερειακή τάξη δεκαετιών. Εκείνη την περίοδο, η Άγκυρα έβλεπε τη Μέση Ανατολή να αλλάζει και θεώρησε πως είχε μπροστά της μια ευκαιρία αναδιαμόρφωσης της Ανατολικής Μεσογείου.
Μέσα σε αυτήν την ταραγμένη δεκαετία, ο Ρ.Τ. Ερντογάν είδε αρκετές φορές την πολιτική του να οδηγείται σε αδιέξοδο.
Όπως από το 2013, όταν είδε να εξανεμίζονται τα τούρκικα σχέδια στο Μαγρέμπ, καθώς στην Αίγυπτο η ισλαμιστική κυβέρνηση Μόρσι ανατράπηκε από τις αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις, στην Τυνησία το ισλαμιστικό Ενάχντα παρέδωσε την εξουσία υπό το βάρος της κοινωνικής πίεσης, ενώ στη Λιβύη η Μουσουλμανική Αδελφότητα ενσωματώθηκε στο χάος του εμφυλίου πολέμου.
Αλλά και στη Συρία, έως το 2015, όταν η γεωπολιτική πραγματικότητα της Μέσης Ανατολής έφερε την Άγκυρα αντιμέτωπη με την Τεχεράνη και τη Μόσχα στο σκληρό πεδίο του συριακού εμφυλίου και έθεσε ένα όριο στις τουρκικές επιδιώξεις στην αραβική ενδοχώρα.
Η Άγκυρα άπλωνε την αναθεωρητική της πολιτική από την αραβική ενδοχώρα έως τη Βόρεια Αφρική και προχωρούσε με μεγαλύτερη ένταση στη διαρκή αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου.
Ωστόσο, δέκα χρόνια μετά, η Άγκυρα διατηρεί ακέραιες τις φιλοδοξίες της στην Ανατολική Μεσόγειο. Εξάλλου, το βλέμμα της Άγκυρας ήταν διαρκώς στραμμένο προς τη Λιβύη και την εσωτερική κρίση που εξακολουθούσε να βυθίζει τη χώρα στην αστάθεια. Η ρωσο-τουρκική συμφωνία στο Σότσι τον Οκτώβριο του 2019 και το τέλος της τρίτης τουρκικής εισβολής εναντίον των Κούρδων αναδιαμόρφωσαν τη γεωπολιτική πραγματικότητα στη βόρεια Συρία και επέτρεψαν στην Άγκυρα να επιδιώξει με μεγαλύτερη ένταση τη στρατηγική της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Μερικές εβδομάδες μετά, η κυβέρνηση Ερντογάν ανακοίνωσε τη σύναψη δύο μνημονίων με την κυβέρνηση στην Τρίπολη, ένα για την εκμετάλλευση των θαλασσίων ζωνών και ένα για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας.
Η Άγκυρα άπλωνε την αναθεωρητική της πολιτική από την αραβική ενδοχώρα έως τη Βόρεια Αφρική και προχωρούσε με μεγαλύτερη ένταση στη διαρκή αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η Γαλλία, η Τουρκία και η Μεσόγειος
Η αναθεωρητική πολιτική της κυβέρνησης Ερντογάν, που στοχεύει να μετατρέψει την Τουρκία σε ηγεμονική δύναμη στην περιοχή, συνδέεται άρρηκτα με το μεταλλασσόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον στη Μεσόγειο, την αστάθεια και τον κατακερματισμό του αραβικού κόσμου, την αναδιάταξη των σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία, την Τουρκία και το Ιράν, καθώς και τη μετατόπιση της αμερικανικής προσοχής προς την περιοχή της νοτιοανατολικής Ασίας.
Όμως η επιθετική πολιτική της Τουρκίας στη Ανατολική Μεσόγειο έχει τραβήξει εδώ και καιρό την προσοχή της Γαλλίας. Η μεσογειακή διάσταση της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής δίνει την ευκαιρία στο Παρίσι να έχει έναν βαρύτερο ρόλο στην περιοχή από ότι έχει το Λονδίνο ή το Βερολίνο.
Στην ασαφή και συχνά μετέωρη εξωτερική πολιτική της Ευρώπης, η οποία πλέον συμπιέζεται όλο και περισσότερο μέσα στο νέο, σύνθετο γεωπολιτικό περιβάλλον, η «διέξοδος» στη Μεσόγειο παρέχει στη Γαλλία τη δυνατότητα να χαράσσει μια πιο σαφή και αυτόνομη εξωτερική πολιτική. Όμως οι κρίσεις του αραβικού κόσμου στη Μεσόγειο προσέλκυσαν τις φιλοδοξίες της Άγκυρας και ο τουρκικός αναθεωρητισμός άρχισε να μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε έναν περιοριστικό παράγοντα για τη γαλλική πολιτική στην περιοχή.
Μετά την εκλογή του τον Μάιο του 2017, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν επιχείρησε να αναβαθμίσει τον ρόλο της Ευρώπης στο ραγδαία μεταλλασσόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον μέσω της ενίσχυσης του γαλλογερμανικού άξονα. Όμως ο ευρωπαϊκός ακτιβισμός του νέου Γάλλου προέδρου προσέκρουσε στον αργό, συντηρητικό ρυθμό του Βερολίνου. Έκτοτε, η γαλλική εξωτερική πολιτική άρχισε να αποκλίνει κι άλλο από τις γερμανικές θέσεις.
Η Γαλλία αντιλαμβάνεται τη στρατηγική σύμπλευση με την Ελλάδα ως ακόμη έναν τρόπο ανακοπής των τουρκικών επιδιώξεων στη Μεσόγειο
Από το καλοκαίρι του 2019, και με το βλέμμα στραμμένο προς την τουρκική πολιτική σε βόρεια Συρία και Λιβύη, ο πρόεδρος Μακρόν έκανε μια στροφή προς τη μεσογειακή διάσταση της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής. Μετά την τρίτη εισβολή της Άγκυρας στη βόρεια Συρία, ο Γάλλος πρόεδρος επέκρινε με σφοδρότητα τον Τούρκο ομόλογό του για την επίθεση κατά των Κούρδων.
Η τουρκική υπερένταση από τη Μέση Ανατολή έως την Ανατολική Μεσόγειο αναδυόταν σε σημαντικό στρατηγικό πρόβλημα για τη Γαλλία και απειλούσε να αποσταθεροποιήσει ακόμη περισσότερο το ήδη ασταθές μεσογειακό γεωπολιτικό περιβάλλον.
Ως αντίβαρο στην υπερένταση της Άγκυρας, το Παρίσι επιχείρησε να αναλάβει νέες πρωτοβουλίες για την επίλυση του εξελισσόμενου εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη, ενώ βάθυνε τις σχέσεις του με κράτη του αντι-τουρκικού αραβικού μετώπου, όπως την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία.
Τον Αύγουστο του 2020, ο Εμανουέλ Μακρόν επισκέφθηκε τη Βηρυτό αμέσως μετά την καταστροφική έκρηξη στην πρωτεύουσα του Λιβάνου, ένδειξη επιστροφής της γαλλικής πολιτικής στην Λεβαντίνη. Στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 2021, Παρίσι και Αθήνα υπέγραψαν την ελληνογαλλική αμυντική συμφωνία.
Η αναθεωρητική Τουρκία θα επιδιώξει με εντονότερο τρόπο την εκπλήρωση των περιφερειακών της φιλοδοξιών στη Μεσόγειο.
Η Γαλλία αντιλαμβάνεται τη στρατηγική σύμπλευση με την Ελλάδα ως ακόμη έναν τρόπο ανακοπής των τουρκικών επιδιώξεων στη Μεσόγειο, οπτική την οποία έχει αναδείξει εκτενώς ο καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής του ΕΚΠΑ, Ιωάννης Μάζης.
Η Γαλλία εκτιμά πως καθώς η Αμερική στρέφει όλο και περισσότερο το βάρος της προς τη νοτιοανατολική Ασία και προς τον αναδυόμενο ανταγωνισμό με την Κίνα -χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως αποχωρεί από την περιοχή- η αναθεωρητική Τουρκία θα επιδιώξει με εντονότερο τρόπο την εκπλήρωση των περιφερειακών της φιλοδοξιών στη Μεσόγειο.
Μια τέτοια τουρκική υπερένταση στη Μεσόγειο θα μπορούσε να μειώσει το εύρος των γαλλικών επιλογών και κινήσεων και να περιορίσει τη Γαλλία στον αργό ρυθμό της μετέωρης ευρωπαϊκής διπλωματίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, μια «τολμηρή» –όπως την έχει χαρακτηρίσει ο πρόεδρος Μακρόν- πολιτική στη Μεσόγειο αποτελεί για τη Γαλλία τη «διέξοδο» προς την άσκηση ενεργούς εξωτερικής πολιτικής, αλλά και το βασικό μέσο εξισορρόπησης έναντι των αυξανόμενων γεωπολιτικών πιέσεων και μετατοπίσεων.