Στη Θεία Κωμωδία του Ντάντε υπάρχει μια αθάνατη φράση «il gran rifiuto» (η μεγάλη άρνηση), που έχει περάσει στη νεοελληνική κουλτούρα με το ποίημα του Κ.Καβάφη Che fece…..il gran rifiuto. Παραθέτω τους δύο πρώτους στοίχους: «Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα, που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι να πούνε».
Σχεδόν όλοι στα νιάτα μας το έχουμε διαβάσει, αλλά φοβάμαι ότι ελάχιστοι το έχουμε κατανοήσει, γιατί στο μεγάλο δίλημμα που κάποτε αντιμετωπίσαμε στη ζωή, στην εργασία, στο λειτούργημα, σε πολιτική θέση, δεν είχαμε το θάρρος να πάρουμε τη σωστή απόφαση σύμφωνα με τη συνείδηση μας, αλλά επιλέξαμε το μεγάλο «Ναι» του συμβιβασμού με οποιαδήποτε αποτελέσματα για τον καθένα μας.
Στη διαδρομή της ζωής τους ελάχιστοι είτε από θέση ευθύνης, είτε απλοί πολίτες, ακόμα και κοινωνίες και έθνη τόλμησαν να πουν το μεγάλο «Όχι», η μέγιστη πλειονότητα προτίμησε την πεπατημένη «να τάχουμε καλά με το γκουβέρνο» ή να τα βρούμε με το γείτονα, άσχετα ότι κατά την λαϊκή σοφία δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από τον κακό γείτονα ή δεν είναι καιρός για αλλαγές ή να τηρήσουμε σώφρονα πολιτική.
Τους άλλους όμως τους πολλούς δεν τους αδικώ ούτε τους κατακρίνω, γιατί δεν έχουν τα προσόντα ούτε το θυμικό να κάνουν την υπέρβαση, ούτε κανείς περιμένει τίποτα περισσότερο από αυτούς παρά μια καλή διαχείριση των καταστάσεων, που τους έχουν εμπιστευθεί, που και αυτό είναι αμφίβολο, εάν το επιτυγχάνουν, αλλά τουλάχιστον περιμένω στις παρούσες κρίσιμες στιγμές να στηρίξουν αυτούς που τολμούν, γιατί προέχει η σωτηρία της πατρίδας η οποία επιτυγχάνεται μόνο με την ενότητα του λαού.
Είναι γεγονός ότι πέραν της επίσημης κυβερνητικής πολιτικής, που είναι σώφρων και αποτελεσματική, με ανάπτυξη των διεθνών επαφών και συμμαχιών, αναπτύσσεται από άτομα που δεν ασκούν εξουσία μια πιο επιθετική πολιτική δραστηριότητα, με διάφορες εκπομπές και δημοσιεύματα που ζητούν ακόμα και επιθετική στρατιωτική εμπλοκή, έχοντας προκαλέσει ανησυχία και φόβο για δύσκολες εξελίξεις. Φυσικά μια τέτοια κίνηση θα ήταν λάθος, ίσως όμως μια έμπρακτη απάντηση ρίχνοντας ένα drone, από αυτά που παραβιάζουν συστηματικά τα εναέρια σύνορα μας για να δοκιμάσουν τα όρια της ανοχής μας, θα επιβεβαίωνε τη θέληση μας να υπερασπίσουμε τη χώρα μας.
Είναι επίσης γεγονός ότι για πολλά χρόνια θα έχουμε απέναντι στη γείτονα αεροπορική και ναυτική υπεροχή και ο Έβρος είναι αδιαπέραστος, που σημαίνει ότι η Τουρκία δεν θα τολμήσει πολεμικό επεισόδιο στον εθνικό χώρο, υπάρχουν όμως τρία σημεία τριβής:
α) να επαναλάβει το σχέδιο των Ιμίων σε κάποια βραχονησίδα του Αιγαίου
β) να επιχειρήσει γεώτρηση στην μη οριοθετημένη ΑΟΖ μας και
γ) να επέμβει στη Κύπρο.
Και στις τρεις περιπτώσεις η απάντηση μας θα πρέπει να είναι έμπρακτη και όχι με ρηματικές διαμαρτυρίες, που αποθρασύνουν τους γείτονες. Νομίζω επίσης, ότι μια καλή πολιτική κίνηση εκ μέρους της Κύπρου θα ήταν να ζητήσει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, άσχετα ότι δεν πρόκειται να γίνει δεκτή λόγω βέτο της Τουρκίας.
Μερικές φορές όμως, όπως το 1821, το 1912, το 1940, σαν λαός και έθνος τολμήσαμε με αρραγή ενωτική συλλογικότητα να πούμε το μεγάλο «Όχι» χωρίς να υπολογίσουμε τις συνέπειες με αποτέλεσμα οι αποφάσεις αυτές να αποτελέσουν κρίσιμους σταθμούς στην ιστορία μας. Ήδη υπάρχει μια πρωτοφανής ψυχική ενότητα του λαού μας, με έξαρση του πατριωτισμού στις παραμεθόριες περιοχές, η οποία επιτρέπει στη κυβέρνηση, χωρίς το φόβο του πολιτικού κόστους, να επιδείξει μια σταθερή και σθεναρή στάση προάσπισης του εθνικού χώρου με κάθε μέσο έναντι του αναθεωρητισμού και της διεκδικήσεως του Αιγαίου από τη γείτονα με ψευδεπίγραφες ερμηνείες διεθνών συνθηκών και την επίδειξη δυνάμεως.
Ο Ερντογάν προωθεί τον αναθεωρητισμό των συνθηκών έναντι της χώρας μας με επιθετικό τρόπο εκμεταλλευόμενος με ανατολίτικο παζάρι τη συγκατάθεση της Τουρκίας για την εισδοχή της Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ελπίζοντας, όπως διαφαίνεται, ότι με την πίεση των συμμάχων μας θα επιτύχει κάποιες παραχωρήσεις μας για την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.
Το ανήθικο αυτό μέσο πίεσης εκ μέρους της Τουρκίας μπορούμε να το εξουδετερώσουμε με μια απλή κίνηση. Δηλαδή να δηλώσουμε ότι συναινούμε στην εισδοχή των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ, αλλά την επίσημη συναίνεση μας θα τη δώσουμε μετά την επίσημη συναίνεση της Τουρκίας. Φυσικά πρόκειται για ένα πολιτικό και διπλωματικό παιχνίδι για γερά νεύρα, που όμως μπορούμε να παίξουμε γιατί πλεονεκτούμε σε πολλά σημεία και η Τουρκία με τη στάση της έχει εκνευρίσει τους δυτικούς συμμάχους, εκτός βέβαια από τον ανεκδιήγητο Γ. Γ. του ΝΑΤΟ.
Νομίζω, ότι σαν λαός ήλθε η ώρα να πούμε το μεγάλο «Όχι» και σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα.
Λέανδρος Τ. Ρακιντζής, Αρεοπαγίτης ε.τ.