Έχει αλλοτριωθεί άραγε η Δημοκρατία, σε σχέση με τον αρχετυπικό της προσδιορισμό, σε βαθμό που πλέον να έχει απωλέσει ακόμα και τα βασικά δομικά της χαρακτηριστικά; Η εξουσία πηγάζει όντως από το λαό; Ασκείται όντως από το λαό; Εξυπηρετεί όντως τα συμφέροντα του λαού;
Η προβληματική που αναπτύσσεται στο πολιτικό γίγνεσθαι από την καθολική επικράτηση των κομμάτων, τα οποία ελέγχουν κάθε πτυχή τού κράτους, από τη σύνταξη του Συντάγματος μέχρι τους επικεφαλής της Δικαιοσύνης ενώ ταυτόχρονα αποφασίζουν και καθορίζουν ασφυκτικά τις διαδικασίες τής διακυβέρνησης σε κεντρικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, συνεπάγεται εν πολλοίς τη μετατόπιση της περί της Δημοκρατίας αντίληψης στην κομματική οπτική των πολιτικών πραγμάτων.
Ποιος, για παράδειγμα, επιλέγει τις επιλογές μας; Ποιος αποφασίζει για τα πρόσωπα που στελεχώνουν τα ψηφοδέλτια και στη συνέχεια καλλιεργεί την επιτηδευμένη ψευδαίσθηση στους πολίτες πως ο λαός επιλέγει και όχι οι αρχηγοί των κομμάτων; Είναι πραγματική η ψήφος των πολιτών από τη στιγμή που οι ίδιοι δεν μπορούν να επιλέξουν τους υποψηφίους; Κι εφόσον δεν μπορούν να τους επιλέξουν, εκπληρώνεται η αρχή της Δημοκρατίας που θέλει η εξουσία να πηγάζει από το λαό;
Η ιδεολογική πυκνότητα της έννοιας ‘Δημοκρατία’ είναι βέβαιο πως δεν είναι καθόλου εύκολο να διερευνηθεί, πολλώ δε μάλλον να εξαντληθεί μέσα σε ένα κείμενο λίγων λέξεων. Παρά το γεγονός αυτό όμως, είναι βέβαιο πως Δημοκρατία και κομματική πολιτική είναι δύο έννοιες εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, απολύτως διακριτές και μάλιστα η δεύτερη υπάρχει για να υπηρετεί την πρώτη και όχι το αντίστροφο.
Στην αντιπροσωπευτική Δημοκρατία της Ελλάδας όμως τα πράγματα δεν είναι απολύτως διακριτά από τη στιγμή μάλιστα που η πολιτική πρακτική έχει αποδείξει ότι η κομματική αυτοαναφορικότητα προσπαθεί πάντοτε να συνδέσει τη Δημοκρατία με το ίδιο το κόμμα ως ένα ενιαίο και αδιάσπαστο δυικό σύστημα που -δήθεν- πρέπει να είναι κυρίαρχο πάση θυσία για το καλό του τόπου και της κοινωνίας.
Για να επιτευχθεί δε ο σκοπός αυτός, οι κομματικοί μηχανισμοί συχνά χειρίζονται εργαλειακά τους κρατικούς θεσμούς με αποτέλεσμα η τακτική αυτή να λειτουργεί τελικά ως φενάκη για το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Με την καθιερωμένη πια χρόνια αυτή πρακτική, στο υποσυνείδητο των ανθρώπων κλονίζονται οι αρχές και τα ιδεώδη της Δημοκρατίας και ταυτόχρονα δημιουργούνται έμφοβα συναισθήματα, λόγω της αβεβαιότητας που επιφέρουν οι ενδεχόμενες αλλαγές, στους αδύναμους να προσεγγίσουν την εξουσία πολίτες.
Η Δημοκρατία δεν ήταν και δεν πρέπει να γίνει πεδίο μάχης αντιθέσεων. Λειτουργεί εκ της γεννήσεώς της πάντοτε συνθετικά με κύριο γνώρισμά της την ελευθερία στη λήψη αποφάσεων, η οποία όμως προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης. Η μεροληψία των κομμάτων από την άλλη, αν και η προς τα έξω μαρτυρία τους είναι πάντοτε διαφοροποιητική ως προς τις εκτός των τειχών τους ιδεολογίες, φροντίζει πάντοτε να ρευστοποιεί και να διαχέει την ευθύνη για τα κακώς κείμενα είτε στα υπόλοιπα κόμματα είτε στην ίδια την κοινωνία. Καλλιεργεί δηλαδή τις αντιθέσεις και αποτάσσει κάθε συνθετική διαδικασία αλλά και τον ουσιαστικό και σοβαρό κοινωνικό διάλογο.
Την ίδια στιγμή, η κοινωνία βιώνοντας τον προβληματικό αυτό τρόπο λειτουργίας που έχει επιβληθεί από το πολιτικό σύστημα επί της Δημοκρατίας και αντιλαμβανόμενη την αντικειμενική της αδυναμία, λόγω του ουσιαστικού της αποκλεισμού από τη λήψη των αποφάσεων, να αξιοποιήσει τις σοβαρές και υγιείς κοινωνικές δυνάμεις της για να συμμετέχει εν τοις πράγμασι στα κοινά, δυσπιστεί συνολικά απέναντι στο σύστημα διακυβέρνησης αλλά τους θεσμούς της χώρας.
Ταυτόχρονα, οι ολοένα και διευρυνόμενες οικονομικές, κοινωνικές, φυλετικές, εκπαιδευτικές κλπ. αδικίες, καθιστούν τους πολίτες έτι περαιτέρω επιφυλακτικούς απέναντι στη συμμετοχή τους στις δημοκρατικές διαδικασίες. Η βαθιά παγιωμένη αυτή αντίληψη ότι το δημοκρατικό πολίτευμα δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε, επιβάλλει στη συνείδηση των πολιτών, έστω κι αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε ή το αποκρύπτουμε τεχνηέντως, την αποσύνδεσή τους από την ιδέα της Δημοκρατίας. Η επικίνδυνη αυτή αποσύνδεση όμως από τις αρχές και τα ιδεώδη της, καθιστά τους ανθρώπους επιρρεπείς στη ρητορική των άκρων και των ακροτήτων.
Η διολίσθηση της Δημοκρατίας σε έναν, αφύσικο για την ίδια, περιοριστικό τρόπο λειτουργίας που ουσιαστικά αποκλείει το λαό από την άσκηση της εξουσίας, αποτελεί ίσως το έρεισμα και το ισχυρότερο επιχείρημα αποδρομής των πολιτών από πράξεις πολιτικής συμμετοχής τους στα κοινά, έστω κι αν η ίδια η Δημοκρατία απαιτεί πλήρη και καθολική συλλογικότητα για να νομιμοποιηθεί μέσα σε κάθε κοινωνία.
Τι φταίει λοιπόν για την εκφυλιστική πορεία και την αποσύνδεσή μας από την ιδέα της Δημοκρατίας αν όχι η ενίσχυση της ψευδαίσθησης της κομματικής παντοδυναμίας αλλά και η ελαχιστοποίηση της κοινωνικής κινητικότητας των πολιτών; Σίγουρα πάντως, όχι η ίδια Δημοκρατία!
Κώστας Θερμογιάννης