Ο Eberhard Rondholz (Έμπερχαρντ Ρόντχολτς) δημοσιογράφος, συγγραφέας, ιστορικός. θεωρείται ειδικός στη Γερμανία για τα ζητήματα της Ελλάδας. Γεννημένος το 1938 στο Βερολίνο σπούδασε στα πανεπιστήμια του Ερλάνγκεν, της Κολωνίας και της Βόννης ιστορία και πολιτικές επιστήμες αλλά και νεοελληνική και βυζαντινή φιλολογία.
Από το 1956 επισκέπτεται την Ελλάδα. Την αγαπά, μαθαίνει άπταιστα τη γλώσσα, συμμετέχει στον αντιδικτατορικό αγώνα και κάποια στιγμή έρχεται αντιμέτωπος με τις θηριωδίες που διέπραξε το ναζιστικό καθεστώς στην Ελλάδα. Ακόμη περισσότερο διαπιστώνει ότι η δικαιοσύνη δεν αποδόθηκε στον βαθμό που έπρεπε.
Μ΄ένα ντοκιμαντέρ για τη σφαγή στα Καλάβρυτα και μετά το Δίστομο κάνει γνωστές τις υποθέσεις στη γερμανική κοινή γνώμη. Γράφει σειρά βιβλίων για την χώρα μας και παραμένει μέχρι σήμερα άοκνος υπερασπιστής του δικαίου υποστηρίζοντας πως η Γερμανία πρέπει να αναγνωρίσει το χρέος που έχει απέναντι στον ελληνικό λαό εάν επιθυμεί η συμφιλίωση μεταξύ των δύο λαών να είναι ειλικρινής και ουσιαστική.
Στα πολλά χρόνια της ενασχόλησής σας με την Ελλάδα τα χρόνια της κατοχής και των εγκλημάτων που διέπραξαν οι ναζί, επισημαίνετε ότι μεγαλύτερο ακόμη ζήτημα από αυτό των αποζημιώσεων είναι τα εγκλήματα που διεπράχθησαν εις βάρος του λαού μας και τα οποία έμειναν ατιμώρητα.
Αναφορικά με τον πολεμικό εχθρό Ελλάδα, η πολιτική της Βόννης τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες είχε κυρίως δύο στόχους από τη μια την αποφυγή των επανορθώσεων και αποζημιώσεων και από την άλλη η προστασία των εγκληματιών πολέμου.
Το τελευταίο ονομαζόταν στο Υπουργείο Εξωτερικών, όχι επίσημα αλλά σε έγγραφα που υπάρχουν, «Τελική Λύση» ( Endlösung ). Να σας θυμίσω ότι αυτή τη λέξη την χρησιμοποιούσαν οι ναζί ειδικά για την εξόντωση των Εβραίων. Η χρήση αυτής της λέξης όμως για το τι συγκεκριμένο ζήτημα δείχνει τι κλίμα επικρατούσε τότε στο υπουργείο των Εξωτερικών.
Για ποια χρονική περίοδο μιλάτε;
Μιλάμε τη δεκαετία του 1950.
Αρα μιλάτε για ένα πρόγραμμα προστασίας των εγκληματιών πολέμου, το οποίο ωστόσο πόσο επιτυχές ήταν;
Το πρόγραμμα αυτό της προστασίας των εγκληματιών πολέμου είχε σε μεγάλο βαθμό επιτυχία. Απεδείκνυε δε το ποια ήταν η εθνική διάθεση για συμφιλίωση.
Η χώρα μας, η Ελλάδα τι έκανε;
Υπήρχε μια διαλλακτικότητα και το πόσο διαλλακτική ήταν η Αθήνα έναντι της Γερμανίας φαίνεται από μια σύγκριση με άλλες μικρότερες χώρες όσον αφορά τα στατιστικά για τις δίκες των εγκληματιών πολέμου.
Στην κρατική υπηρεσία των διακρατιδιακών διοικήσεων της δικαιοσύνης για τη διαλεύκανση των εγκλημάτων πολέμου, βρίσκεται μια στατιστική των δικαστικών αποφάσεων που δείχνει ότι στο Βέλγιο υπήρχαν 75 κατηγορούμενοι για εγκλήματα πολέμου και 10 θανατικές ποινές, στο Λουξεμβούργο 68 κατηγορούμενοι για εγκλήματα πολέμου και 15 θανατικές ποινές, στην Ολλανδία 204 κατηγορούμενοι και 19 θανατικές ποινές, στη Δανία 80 κατηγορούμενοι και 4 θανατικές ποινές, στη Νορβηγία 60 κατηγορούμενοι και 16 θανατικές ποινές, σε αυτές τις στατικές, του συγκεκριμένου γραφείου, η Ελλάδα δεν αναφέρεται καθόλου. Οι αριθμοί της δεν άξιζαν τον κόπο να αναφερθούν.
Για την Ελλάδα υπήρξαν όλες και όλες υπήρξαν τρεις θανατικές ποινές οι οποίες και εκτελέστηκαν και αφορούσαν τους δύο στρατηγούς Μπρούνο Μπρόιερ και Φρίντριχ-Βίλχελμ Μύλλερ για τα εγκλήματα που διέπραξαν στην Κρήτη και υπήρξε και μια τρίτη που αφορούσε έναν δεκανέα ονόματι Φριτς Σούμπερτ ο οποίος έσπειρε τον όλεθρο στην Κρήτη και στην Μακεδονία και είχε συγκροτήσει την Καταδιωκτική Ομάδα Σούμπερτ (Jagdkommando Schubert), ένα ειδικό στρατιωτικό σώμα για την καταδίωξη ανταρτών. Ο Σούμπερτ ήταν υπεύθυνος για τη σφαγή του Χορτιάτη.
Κατεστραμμένη από τους Γερμανούς κατακτητές, και από έναν εμφύλιο απότοκο της γερμανικής κατοχής, η Ελλάδα ήταν μια καθημαγμένη χώρα και οικονομικά εκβιάσιμη. Και αυτό το εκμεταλλεύθηκε η τότε νεαρή Ομοσπονδιακή Δημοκρατία.
Επίσης ο Αλεξάντερ Άντρε καταδικάστηκε το 1947 σε ισόβια δεσμά όμως η ετυμηγορία αυτή μετατράπηκε το 1951 με βασιλικό διάταγμα σε ποινή φυλάκισης 4 ετών συγχωνεύτηκε όμως με τα χρόνια φυλάκισης που είχε εκτίσει και αφέθηκε ελεύθερος.
Ενας από τους υπόπτους για τα εγκλήματα στο Δίστομο ο αντισυνταγματάρχης των SS Χάιντς Ζάμπελ συνελήφθη από τους Γάλλους και εκδόθηκε στην Ελλάδα όπου και παρέμεινε στη φυλακή μέχρι το 1953 όταν, επί Παπάγου, εκδόθηκε στην Γερμανία. Η χρονική σύμπτωση με τις επικείμενες γερμανο-ελληνικές διαπραγματεύσεις για παροχή πιστώσεων στην Ελλάδα σίγουρα δεν ήταν τυχαία.
Η ελληνική επιείκεια εναντίον των Γερμανών εγκληματιών πολέμου, σε σύγκριση με τα άλλα μικρά κράτη που είχαν και αυτά βρεθεί υπό γερμανική κατοχή, ήταν διαποτισμένη με το πνεύμα της συμφιλίωσης. Σε μερικές περιπτώσεις οι αθηναϊκές μεταπολεμικές κυβερνήσεις ξεπούλησαν κυριολεκτικά την αξίωση των θυμάτων για την επιβολή τιμωρίας και την απόδοση δικαιοσύνης.
Κατεστραμμένη από τους Γερμανούς κατακτητές, και από έναν εμφύλιο απότοκο της γερμανικής κατοχής, η Ελλάδα ήταν μια καθημαγμένη χώρα και οικονομικά εκβιάσιμη. Και αυτό το εκμεταλλεύθηκε η τότε νεαρή Ομοσπονδιακή Δημοκρατία.
Και όσον αφορά τις γερμανικές αποζημιώσεις και επανορθώσεις;
Η Γερμανική κυβέρνηση επανειλημμένα λέει πως δεν υπάρχει αντικείμενο συζήτησης. Αλλά για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο πρέπει να γίνει κατανοητό γιατί υπάρχει αυτή η άρνηση. Τα αίτιά της είναι πολύ βαθιά.
Αυτό που νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον είναι ότι τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο, τα εγκλήματα πολέμου και ότι άλλο έγινε στην Ελλάδα, δεν μπήκαν στη δημόσια μνήμη της Γερμανίας, υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση.
Για παράδειγμα το Δίστομο ήταν άγνωστο. Εγώ όταν πρωτοπέρασα από το Δίστομο πηγαίνοντας στους Δελφούς, ήμουν μαθητής ακόμη, δεν είχα ιδέα τι είχε γίνει. Για να γίνει το Δίστομο ευρέως γνωστό στη Γερμανία φρόντισαν άθελά τους οι Γερμανοί βετεράνοι και η υπόθεση έγινε γνωστή τη δεκαετία του 1980.
Θέλετε να γίνετε πιο συγκεκριμένος;
Είναι η ιστορία με τους κατοίκους της Φραγκονικής κωμόπολης Marktheidenfeld, οι οποίοιείχαν σκανδαλιστεί από τις λεγόμενες οικογενειακές συναντήσεις που διοργάνωναν από το 1950 και κάθε χρόνο τον Οκτώβριο, εκατοντάδες πρώην μέλη της μεραρχίας των Waffen -SS.
Μπορεί οι συναντήσεις αυτές να εύφραιναν τους ξενοδόχους και τους εστιάτορες της περιοχής, όμως δεν ήταν ευχάριστο για αρκετούς ντόπιους οι οποίοι το 1984 ενημέρωσαν ορισμένα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ άλλων και τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό σταθμό της Κολωνίας στον οποίο εγώ ήμουν συντάκτης.
Ετσι μάθαμε για της συναντήσεις που διοργάνωνε ο πρώην λοχαγός των SS ονόματι Ροτ. Ο Ροτ όμως είχε γίνει καθολικός ιερέας και ονομαζόταν πατέρας Ρενάτους. Ο Ρενάτους λοιπόν μνημόνευε στη λειτουργία του τους νεκρούς των SS οι οποίοι όπως έλεγαν οι βετεράνοι είχαν πλέον ανακληθεί στον μεγάλο επουράνιο στρατό. Δηλαδή ήταν σαν να συνεχιζόταν ο πόλεμος ενάντια στην ελληνική αντίσταση στο υπερπέραν πλέον. Βέβαια για τα θύματα των SS ο λοχαγός – παπάς δεν έκανε καμία νύξη. Σας θυμίζω ότι τα SS έκαναν τη σφαγή στο Δίστομο και στην Κλεισούρα.
Τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο δεν είχε γίνει αυτό που λέμε αποναζιστικοποίηση. Αντίθετα πολλοί πρώην ναζί είχαν στελεχώσει τμήματα της δημόσιας διοίκησης.
Η υπόθεση πήρε διάσταση, ακολούθησαν στο Marktheidenfeld διαδηλώσεις και πορείες διαμαρτυρίας από νεαρούς αντιφασίστες οι οποίο βάπτισαν την πόλη τους «SS-City» με αυτοκόλλητα που τοποθετούσαν σε πινακίδες.
Παράλληλα ο τότε δήμαρχος του Διστόμου, ο Γιώργος Σφουντούρης, έστειλε και μια επιστολή διαμαρτυρίας στον ομόλογό του στο Marktheidenfeld, καθώς και στο υπουργείο Εσωτερικών της Βαυαρίας.
Στην επιστολή ανέφερε πως «είναι αδιανόητο να πραγματοποιούνται δημόσιες εκδηλώσεις αυτού του είδους οι οποίες προσβάλουν όχι μόνο την μνήμη των νεκρών και τον πόνο των επιζώντων, αλλά και τα συναισθήματα και την επιθυμία όλων των λαών συμπεριλαμβανομένου και του γερμανικού να ζουν σε ένα κόσμο της δημιουργίας και της ειρήνης. Ακόμη πιο ακατανόητο μας είναι ότι η εκδήλωση αυτή λαμβάνει χώρα με την έγκριση των αρχών. Γι′ αυτό και διαμαρτυρόμαστε με τον αποφασιστικό και οξύ τρόπο και απαιτούμε από εσάς στο όνομα της δημοκρατίας, της προόδου και της φιλίας μεταξύ των λαών να απαγορεύσετε αυτή τη ναζιστική συνάντηση των πρώην μελών των SS.»
Τότε λοιπόν το κανάλι στο οποίο εργαζόμουν με έστειλε για την εκπομπή «Monitor»στο Δίστομο. Ήταν η δεύτερη φορά που βρέθηκα εκεί. Λίγο καιρό πριν με είχαν στείλει στα Καλάβρυτα για τα εγκλήματα των ναζί. Το ντοκιμαντέρ το είχε δείξει και η ΕΡΤ2 , αλλά δεν είχε τον αντίκτυπο όσο η εκπομπή για το Δίστομο.
Το 2000 ο στρατηγός της Μπούντεσβερ είπε χαρακτηριστικά στον πανηγυρικό λόγο του: «Αυτοί οι άνδρες ήταν παραδείγματα για εμάς…με τις αιώνιες στρατιωτικές αξίες, όπως το χρέος, την πίστη, την ανδρεία, την συντροφικότητα». Μιλάμε για άνδρες που το 1944 μέσα σε λίγους μήνες έσφαξαν κυριολεκτικά με σαδιστικό τρόπο σε δεκάδες χωριά της Ηπείρου περίπου 3.000 αμάχους
Μετά την εκπομπή για το Δίστομο, στις 10 Οκτωβρίου του 1988, το θέμα μπήκε υπό την μορφή επερωτήσεων στο Γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο.Ο τότε υφυπουργός Εσωτερικών Karl Deitrich Spranger πήρε απροκάλυπτα υπό την προστασία του τα Waffen SS λέγοντας επί λέξη:
«Οι δικαιολογημένες κατηγορίες εναντίον τμημάτων των Waffen -SS λόγω των εγκλημάτων που διέπραξαν κατά τoν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν μπορούν να μεταφερθούν στα τυφλά σε συνδέσμους στους οποίος ήταν εντεταγμένοι άντρες, που ήταν στρατιώτες στις στρατιωτικές μονάδες των τότε W -SS, εάν δεν μπορεί να εγερθεί εναντίον τους η κατηγορία μιας προσωπικής συμμετοχής στα εγκλήματα».
Η αλήθεια είναι πως κατηγορία δεν υπήρχε, όμως για τον απλούστατο λόγο ότι όπως και σε άλλα τμήματα της δημόσιας διοίκησης τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο, όπως επίσης και στη δικαιοσύνη, δεν είχε γίνει αυτό που λέμε αποναζιστικοποίηση. Αντίθετα πολλοί πρώην ναζί είχαν στελεχώσει τμήματα της δημόσιας διοίκησης.
Δηλαδή το παλιό πνεύμα σε τι βαθμό κυριαρχούσε και μέχρι πότε;.
Το παλιό πνεύμα κυριαρχούσε σε διάφορους νευραλγικούς τομείς. Θα σας πω ένα παράδειγμα που δεν είναι ευρέως γνωστό, είναι όμως εξίσου σκανδαλώδες όπως το προηγούμενο.
Αυτή τη φορά έχει να κάνει με την Bundeswehr (Μπούντεσβερ), την Ομοσπονδιακή Άμυνα, ή πιο απλά τις ένοπλες δυνάμεις της Γερμανίας.
Κάθε χρόνο την Πεντηκοστή στο Mittenwald,στην Βαυαρία, με χορηγό την Bundeswehr πραγματοποιούνταν συναντήσεις Βετεράνων της 1ης Ορεινής Μεραρχίας Εντελβάις που είχε κάνει πολλά εγκλήματα στην Ελλάδα, να θυμίσω μόνο τις σφαγές στο Κομμένο και στους Λιγκιάδες.
Εκεί λοιπόν το 2000 ο στρατηγός της Μπούντεσβερ, ο Reinhardt, είπε χαρακτηριστικά στον πανηγυρικό λόγο του:
«Αυτοί οι άνδρες ήταν παραδείγματα για εμάς…με τις αιώνιες στρατιωτικές αξίες, όπως το χρέος, την πίστη, την ανδρεία, την συντροφικότητα». Μιλάμε για άνδρες που το 1944 μέσα σε λίγους μήνες έσφαξαν κυριολεκτικά με σαδιστικό τρόπο σε δεκάδες χωριά της Ηπείρου περίπου 3.000 αμάχους, ως επί το πλείστον ηλικιωμένους και γυναικόπαιδα.
Από το 2000 όμως έχουν περάσει αρκετά χρόνια κάτι πρέπει να έχει αλλάξει…
Πράγματι τα χρόνια πέρασαν, άλλαξαν τα πράγματα και το 2014 ο Γερμανός πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ με τον τότε Έλληνα ομόλογό του κ. Κάρολο Παπούλια επισκέφθηκε τους Λιγκιάδες και ζήτησε συγγνώμη για αυτά που έπραξαν οι στρατιώτες της Μεραρχίας Εντελβάις, αυτοί με τις αιώνιες στρατιωτικές αξίες. Βέβαια για αποζημιώσεις ούτε λέξη.
Να πάμε και πάλι στο Δίστομο το οποίο σήμερα είναι τόσο γνωστό όσο το Οραντούρ–συρ–Γκλάν στη Γαλλία, σφαγή που έγινε ακριβώς την ίδια ημέρα με αυτή του Διστόμου. Το ότι το Δίστομο είναι γνωστό σήμερα το οφείλουμε σ΄έναν άντρα, τον μαθηματικό και αστροφυσικό Αργύρη Σφουντούρη, ο οποίος επέζησε της σφαγής.
Έκανε επαγγελματική καριέρα στην Ελβετία αλλά το τραύμα της παιδικής του ηλικίας δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Το 1994 οργάνωσε ένα συνέδριο ειρήνης με διεθνή συμμετοχή στο Δίστομο με τίτλο «Ανάμνηση – Θλίψη – Ελπίδα» επέβλεπε στη δημιουργία ενός ειρηνευτικού και συμφιλιωτικού κλίματος.
Σε αυτό το συνέδριο ήταν καλεσμένος και ο τότε πρεσβευτής της Γερμανίας στην Αθήνα ο οποίος δεν εμφανίστηκε, ούτε και απηύθυνε χαιρετισμό, αλλά έστειλε δύο γραμματείς της πρεσβείας να καταγράφουν, ινκόγκνιτο, αν και αποκαλύφθηκαν, τι ενδεχομένως ανέφεραν οι εισηγητές κατά της Γερμανίας.
«Το συμβάν (στο Δίστομο) ήταν ένα μέτρο στο πλαίσιο της διεξαγωγής του πολέμου και ως εκ τούτου δεν υφίσταται η υποχρέωση αποζημίωσης».
Ο διάδοχός του ο Αλμπερτ Σπίγκελ δικαιολόγησε αργότερα την απουσία του προκατόχου του από τη διάσκεψη λέγοντας πως υπήρχε ο φόβος ότι θα ετίθετο στη θέση του κατηγορουμένου και πως ήταν εύλογο ότι μεταξύ του γερμανικού κράτους και των θυμάτων του Διστόμου κυριαρχούν διαφορετικές θεωρήσεις.
Το ποια ήταν η γερμανική θεώρηση το έμαθε ο Αργύρης Σφουντούρης τον Νοέμβριο του 1994 όταν κατά παραγγελία του Δημάρχου του Διστόμου ρώτησε τη γερμανική πρεσβεία τι δυνατότητες υπάρχουν για την υποβολή αιτήματος για αποζημιώσεις.
Η απάντηση που πήρε ήταν ότι «το συμβάν ήταν ένα μέτρο στο πλαίσιο της διεξαγωγής του πολέμου και ως εκ τούτου δεν υφίσταται η υποχρέωση αποζημίωσης».
Με λίγα λόγια το υπουργείο Εξωτερικών ταυτίστηκε 50 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου με τις απόψεις των SS. Αυτό ώθησε τον Σφουντούρη να προσφύγει στη γερμανική δικαιοσύνη. Από το πρωτοβάθμιο της Βόννης μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο. Βέβαια έχασε σε αυτόν τον μαραθώνιο, αλλά με αυτές τις δίκες το Δίστομο ξαναμπήκε στη δημόσια μνήμη της Γερμανίας.
Από το Δίστομο ξεκίνησε και κάτι άλλο. Η προσπάθεια του Γιάννη Σταμούλη του δικηγόρου και πρώην νομάρχη Βοιωτίας ο οποίος ξεκίνησε με τις διεκδικήσεις επανορθώσεων στο πρωτοβάθμιο Λιβαδειάς και κέρδισε τις δίκες μέχρι και το Ανώτατο Δικαστήριο. Όλες οι ενέργειές του έγιναν στο όνομα των θυμάτων του Διστόμου. Οι αγώνες του συνεχίστηκαν στη Ιταλία όπου και εκεί κέρδισε. Όμως σε αυτόν τον μαραθώνιο, σε μια πολύπλοκη δικαστική διαδικασία, η Γερμανία προσέφυγε εναντίον της Ιταλίας στη Χάγη υποστηρίζοντας ότι τα ιταλικά δικαστήρια δεν έχουν δικαιοδοσία να δικάζουν ένα κράτος όπου και κέρδισε την υπόθεση.
Το σπουδαίο στη δίκη της Χάγης ήταν πως ο νομικός αντιπρόσωπος της Γερμανίας, ένας καθηγητής διεθνούς δικαίου, ο Κρίστιαν Τόμουσαντ παραδέχθηκε πως «πράγματι οι Έλληνες έπαθαν πολλά κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, αλλά πάθαμε και εμείς!» Και έκανε αναφορά στους βομβαρδισμούς της Δρέσδης και του Αμβούργου, λέγοντας «όπως και εμείς δεν πήραμε αποζημιώσεις από τους Άγγλους έτσι δεν μπορούν να πάρουν και οι Έλληνες». Αυτό ήταν ένα από τα βασικά επιχειρήματα του αντιπροσώπου της γερμανικής κυβέρνησης.
Μέχρι σήμερα δεν έχει επιστραφεί το το αντίτιμο των εισιτηρίων που αναγκάστηκαν να πληρώσουν οι 50.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης για να μεταφερθούν με το Γερμανικό Σιδηρόδρομο στο Άουσβιτς.
Ποια είναι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν διαχρονικά οι γερμανικές κυβερνήσεις ενάντια στα ελληνικά αιτήματα;
Με το Σύμφωνο του Λονδίνου (1953) η Γερμανία γλύτωσε, καθώς όπως όριζε η συμφωνία για το ζήτημα των επανορθώσεων θα ξαναγίνονταν συζητήσεις έπειτα από τη σύναψη μιας συνθήκης ειρήνης και την επανένωση των δύο Γερμανιών. Πράγματι τον Σεπτέμβριο του 1990 είχαμε τη Συνθήκη 2+4, δηλαδή των δύο γερμανικών κρατών και των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Μ. Βρετανία) όμως δεν υπήρχε ο όρος συνθήκη ειρήνης και καμία αναφορά για αποζημιώσεις και επανορθώσεις.
Έτσι το Βερολίνο υποστηρίζει πως μετά τη συνθήκη 2+4 το όλο θέμα έχει λήξει. Όμως δεν είναι έτσι, αφού στην ουσία αυτά που όριζε η συνθήκη του Λονδίνου στην ουσία έγιναν. Επίσης τα εγκλήματα και οι ζημιές της Βέρμαχτ είναι πλέον σε όλους γνωστά. Οπότε θεωρώ ότι πρέπει το ζήτημα να συζητηθεί και πάλι.
Ωστόσο το ζήτημα των επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου παραμένει ανοιχτό για την Ελλάδα. Μάλιστα αυξάνονται και οι φωνές στη Γερμανική Βουλή υπέρ των δίκαιων ελληνικών αιτημάτων. Ποια είναι η δυναμική που διαμορφώνεται;
Όσον αφορά το ζήτημα του αναγκαστικού δανείου πράγματι είναι μια συζήτηση που άνοιξε και πάλι στη Γερμανία. Ένα μέρος των βουλευτών στο Γερμανικό Κοινοβούλιο ιδιαίτερα από το Die Linke, ορισμένοι βουλευτές από το SPD και από τους «Πράσινους», λένε ότι τουλάχιστον αυτό το αναγκαστικό δάνειο πρέπει να πληρωθεί στην Ελλάδα. Επίσης υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει νομικό προηγούμενο, δηλαδή δεν πρόκειται να υπάρξουν και άλλα κράτη που να ζητήσουν κάτι αντίστοιχο, όπως για παράδειγμα μπορεί να συμβεί με τις αποζημιώσεις και τις επαναρθώσεις.
Ωστόσο αξίζει να τονίσω πως η Επιστημονική Επιτροπή της γερμανικής βουλής πρόσφατα αποφάνθηκε ότι το θέμα των επανορθώσεων παραμένει ανοιχτό. Άρα πιστεύω ότι η Ελληνική κυβέρνηση, πρέπει να επιμείνει.
Εκτιμώ δε ότι το θέμα του κατοχικού δανείου με τη νέα κυβέρνηση που θα συγκροτηθεί στη Γερμανία θα επανέλθει στη Βουλή, σίγουρα θα το θέσει το Die Linke, όμως δεν πιστεύω πως θα υπάρξει πλειοψηφία που θα το υποστηρίξει.
Αξίζει να σας τονίσω κάτι που μπορεί να φαίνεται ως δευτερεύον ζήτημα αλλά σας διαβεβαιώ πως δεν είναι.
Υπάρχουν και άλλες οφειλές που πρέπει να πληρώσει η Γερμανία.
Συγκεκριμένα μέχρι σήμερα δεν έχει επιστραφεί το το αντίτιμο των εισιτηρίων που αναγκάστηκαν να πληρώσουν οι 50.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης για να μεταφερθούν με το Γερμανικό Σιδηρόδρομο στο Άουσβιτς. Ξέρετε οι ναζί έβαζαν τους Εβραίους να πληρώνουν οι ίδιοι το εισιτήριο για να σταλούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Αντίθετα η Γαλλική κρατική εταιρεία Σιδηροδρόμων Société des Chemins de fer Français (SNCF), το Δεκέμβριο του 2014 απέδωσε αποζημιώσεις στους επιζώντες και στους απογόνους όσων μεταφέρθηκαν από τη συγκεκριμένη εταιρεία στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το ίδιο έπραξε και η ολλανδική εταιρεία Σιδηροδρόμων.Μόνο η Γερμανία δεν έχει καταβάλει αποζημιώσεις. Η Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης μέχρι σήμερα δεν έχει πάρει ούτε αυτά τα λεφτά.