Οι υπερβολικά υψηλές τιμές του πετρελαίου που έχουν προκύψει από μια πιθανή απαγόρευση εισαγωγής πετρελαίου από τη Ρωσία μπορεί να αναγκάσουν τις κυβερνήσεις να διαθέσουν περισσότερα χρήματα σε επιδοτήσεις για ορυκτά καύσιμα για να προστατεύσουν τους καταναλωτές από την αύξηση των λογαριασμών ενέργειας, αντί να χρησιμοποιήσουν τα χρήματα αυτά για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης.
Ακόμη και πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος είχε προκαλέσει ένα κύμα επιδοτήσεων, παρά το γεγονός ότι οι χώρες συμφώνησαν να τις περιορίσουν στη διάσκεψη για το κλίμα COP26 τον Νοέμβριο.
Πλέον, το πετρέλαιο έχει εκτοξευθεί στα 140 δολάρια το βαρέλι, τη στιγμή οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη εξετάζουν την απαγόρευση εισαγωγής ρωσικού πετρελαίου ως μέρος των μέτρων κατά της Ρωσίας για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Το πετρέλαιο είχε ήδη εκτιναχθεί από πέρυσι, καθώς η ζήτηση ανέκαμψε από μια πανδημική ύφεση και η προσφορά παρέμεινε σχετικά περιορισμένη, επιδεινώνοντας τον υψηλό πληθωρισμό πολλών δεκαετιών.
Ο άνθρακας και το φυσικό αέριο βρίσκονται επίσης κοντά στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών.
Οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν φορολογικές ελαφρύνσεις, ανώτατα όρια τιμών και άλλα μέτρα που στοχεύουν στο να βοηθήσουν τους καταναλωτές να αντιμετωπίσουν το τεράστιο άλμα των τιμών της ενέργειας.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα lockdown μείωσαν τη ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, στέλνοντας τις επιδοτήσεις κατανάλωσης στο ιστορικό χαμηλό των 180 δισεκατομμυρίων δολαρίων – σχεδόν στο μισό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, δήλωσε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.
Αλλά όταν η ζήτηση και οι τιμές αυξήθηκαν, το ίδιο έκαναν και οι επιδοτήσεις.
Ο οργανισμός που εδρεύει στο Παρίσι προέβλεψε τον Νοέμβριο ότι οι επιδοτήσεις αυξήθηκαν με τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό που έγινε ποτέ το 2021 στα 440 δισεκατομμύρια δολάρια.
Ο ΔΟΕ είπε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αναμένεται να λάβουν 42 δισεκατομμύρια δολάρια σε κρατικές δαπάνες για την ανάκαμψη της οικονομίας παγκοσμίως, κυρίως όσες αφορούν στην ηλιακή ενέργεια και την υπεράκτια αιολική ενέργεια.
Η Σουηδία επιδιώκει να μειώσει τους φόρους στη βενζίνη και το ντίζελ, μειώνοντας τις τιμές των αντλιών κατά περίπου 5 σεντς ανά λίτρο και το φορολογικό εισόδημα το 2022 κατά περίπου 257 εκατομμύρια δολάρια.
Η Βρετανία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία και ορισμένες άλλες χώρες έχουν θεσπίσει ανώτατα όρια στις αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας.