Η είδηση, ότι προτάθηκε από τον κ. Πρωθυπουργό στην κ. Εύη Χριστοφιλοπούλου, παλιά βουλευτής και υπουργός, να διοριστεί με τις νόμιμες διαδικασίες Πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, επανέφερε στο προσκήνιο της δημοσιότητας το θέμα των Ανεξάρτητων Αρχών, την επιλογή της ηγεσίας τους και τα πεπραγμένα τους.
Οι ανεξάρτητες αρχές είναι θεσμοί αγγλοσαξονικής προέλευσης, οι οποίοι καλούνται να καλύψουν ελλείμματα του Κράτους σε κάποιους ιδιαίτερους διακριτούς τομείς της Δημόσιας Διοίκησης, που είτε λόγω δυσλειτουργιών, είτε λόγω εγγενών δυσχερειών από παρεμβάσεις πολιτικών και άλλων κέντρων συμφερόντων, είτε λόγω ότι ήταν πεδία πρωτοεμφανιζόμενα, δεν μπορούσαν οι υπάρχοντες διοικητικοί μηχανισμοί να διαχειριστούν.
Το έργο αυτό ανατέθηκε από τον Συνταγματικό ή κοινό νομοθέτη σε ανεξάρτητους διοικητικούς σχηματισμούς, οι οποίοι άρχισαν να θεσπίζονται στη χώρα μας πριν 30 χρόνια σταδιακά, πολλές φορές χωρίς να καλύπτουν ουσιώδη ανάγκη, αλλά για να μπορέσει το σύστημα να κάνει διορισμούς και δαπάνες χωρίς τους ενοχλητικούς περιορισμούς του Συντάγματος ή του ν.2190/1994, ή να δημιουργήσει άλλοθι έναντι εξωτερικών ή εσωτερικών πιέσεων για τη λύση κάποιου προβλήματος.
Οι ανεξάρτητες αρχές απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, οι δε εκτελεστές πράξεις τους μόνο δικαστικά μπορούν να προσβληθούν.
Η ίδρυση και λειτουργία των ανεξαρτήτων αρχών διέπονται από τους ιδρυτικούς τους νόμους, οι οποίοι για τις συνταγματικές αρχές θεωρούνται επαυξημένης ισχύος. Τα μέλη των διοικήσεων των συνταγματικών αρχών επιλέγονται από την διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, των δε απλών και από την πολιτική ηγεσία με θητεία ορισμένου χρόνου, που όμως μπορεί να ανανεωθεί.
Τα μέλη των διοικήσεων των ανεξαρτήτων αρχών δεν είναι κυβερνητικά πρόσωπα και δεν ακολουθούν την τύχη των κυβερνήσεων επί των οποίων διορίστηκαν, αλλά είναι πολιτικές επιλογές. Σύμφωνα με το νόμο πολιτικά πρόσωπα δεν μπορούν να επιλεγούν, ως μέλη των ανεξαρτήτων συνταγματικών αρχών, γιαυτό στο πρόσφατο παρελθόν σχετική υποψηφιότητα του τέως Προέδρου της Βουλής Β. Πολύδωρα απορρίφθηκε.
Υπάρχουν πέντε συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές, οι οποίες λογοδοτούν κάθε χρόνο στην Επιτροπή Θεσμών της Βουλής, δημοσιεύουν εκθέσεις πεπραγμένων, που αναρτούν στο διαδίκτυο. Υπάρχουν επίσης είκοσι επτά μη συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Αρχές στις οποίες περιλαμβάνεται και η Εθνική Επιτροπή Διαφάνειας(ΕΑΔ), που ιδρύθηκε από την παρούσα κυβέρνηση με συγχώνευση του ΓΕΔΔ και ελεγκτικών σωμάτων.
Η επιτυχής λειτουργία κάθε Ανεξάρτητης Αρχής εξαρτάται από την επιτυχή επιλογή της ηγεσίας της με αξιοκρατικά και όχι με πολιτικά κριτήρια και δεν πρέπει η επιλογή αυτή να χρησιμοποιείται για κομματικά μικροσυμφέροντα και πολιτικά παιχνίδια.
Με τον ν.2472/1997 ιδρύθηκε η Ανεξάρτητη Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ( ΑΠΔΠΧ), που πολλές από τις πράξεις της αφορούν την πολιτική ζωή του τόπου και έχουν πολιτικές συνέπειες. Για την διασφάλιση του αδιάβλητου των πράξεων της με το άρθρο 16 ορίστηκε ότι η Αρχή συγκροτείται από ένα δικαστικό λειτουργό βαθμού Συμβούλου Συμβουλίου Επικρατείας και έξη μέλη. Το σχήμα αυτό λειτούργησε μέχρι σήμερα, οπότε λόγω λήξης της θητείας του Προέδρου Κ. Μενουδάκου, τέως προέδρου ΣΤΕ, τίθεται ενώπιον της διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής θέμα αντικαταστάσεως του.
Η επιλογή του νέου προέδρου της ΑΠΔΠΧ θα γίνει σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν.4624/2019, που δεν καθορίζει τα προσόντα που πρέπει να διαθέτει, αλλά μόνο μια αρνητική προϋπόθεση να μην είναι «α) υπουργός, υφυπουργός, γενικός ή ειδικός γραμματεύς υπουργείου ή αυτοτελούς ενικής ή ειδικής γραμματείας και βουλευτής και β) όποιος είναι διευθυντικό στέλεχος ή μέλους οργάνου διοίκησης επιχείρησης, η οποία παρέχει υπηρεσίες σχετικές με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή συνδέεται με σύμβαση έργου αντιστοίχου περιεχομένου», δηλαδή οποιοσδήποτε μπορεί να επιλεγεί ως πρόεδρος της Αρχής σύμφωνα με την θεωρία του κηπουρού.
Αντίθετα για τα μέλη της Αρχής το άρθρο 11 απαιτεί να είναι «πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, τα οποία διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους εμπειρία σε τομείς που έχουν σχέση με την αποστολή και την αρμοδιότητα της Αρχής».
Είναι γεγονός, ότι η μέχρι τώρα επιτυχής πορεία της Αρχής οφείλεται όχι μόνο στο ειδικευμένο προσωπικό της, αλλά κυρίως στη δικαστική εμπειρία των μέχρι τώρα προέδρων της όλων ανωτάτων δικαστών. Η πράξη απόδειξε ότι η μέχρι τώρα συμμετοχή των δικαστών στις Ανεξάρτητες Αρχές ήταν επωφελής και πρέπει να συνεχισθεί.
Για την επιλογή του Προέδρου της Αρχής απαιτείται ερμηνεία από την διάσκεψη των προέδρων της Βουλής του άρθρου 12 ν.4624.2019, δηλαδή αν ως πολιτικά πρόσωπα θεωρούνται μόνο τα ενεργά ή και αυτά που είχαν την ιδιότητα αυτή ασχέτως πότε την απώλεσαν. Φυσικά η τελική κρίση ανήκει στο ΣτΕ όταν προσβληθούν πράξεις της Αρχής για κακή σύνθεση του σχηματισμού που έκδωσε την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη.
Το ζήτημα δεν είναι μόνο νομικό, αλλά άπτεται του κύρους και της αξιοπιστίας των πράξεων της Αρχής, γιατί μπορεί να δημιουργήσει αμφιβολίες ότι παρέχει εχέγγυα αμεροληψίας όταν ένα πρώην πολιτικό πρόσωπο καλείται να επιλύσει διαφορές με πολιτική σημασία, που εμπλέκονται πολιτικά κόμματα ή πολιτικά πρόσωπα με τα οποία είχε διαφόρων ειδών διασυνδέσεις, γιατί η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, αλλά πρέπει να φαίνεται και τίμια.
Λέανδρος Τ. Ρακιντζής – Αρεοπαγίτης ε.τ.