Ορεινά και απομακρυσμένα, τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα αποτελούσαν κάποτε τη νότια γωνία του «Σιδηρού Παραπετάσματος». Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ενωση σχεδιάζει εκ νέου τον ενεργειακό χάρτη της περιοχής για να μειώσει τη μεγάλη εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ο νέος αγωγός -που κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δοκιμάστηκε και πρόκειται να ξεκινήσει την εμπορική λειτουργία του τον Ιούνιο- έρχεται να διασφαλίσει ότι μεγάλοι όγκοι φυσικού αερίου θα ρέουν μεταξύ των Ελλάδας και Βουλγαρίας και προς τις δύο κατευθύνσεις για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, παροχή ενέργειας στις βιομηχανίες και θέρμανση των σπιτιών.
Αυτή η ενεργειακή σύνδεση αποκτά μεγαλύτερη σημασία μετά την απόφαση της Μόσχας αυτή την εβδομάδα να διακόψει τις προμήθειες φυσικού αερίου στην Πολωνία και τη Βουλγαρία, λόγω του αιτήματος για πληρωμές σε ρούβλια ως απάντηση στις δυτικές κυρώσεις για τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας.
Το έργο μήκους 180 χιλιομέτρων είναι το πρώτο από τις πολλές προγραμματισμένες διασυνδέσεις φυσικού αερίου που θα επιτρέψουν στα μέλη της ανατολικής Ευρωπαϊκής Ενωσης – και στις χώρες που ελπίζουν να ενταχθούν στο μπλοκ των 27 εθνών – πρόσβαση στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου.
Βραχυπρόθεσμα, είναι η εναλλακτική λύση της Βουλγαρίας.
Η σύνδεση του αγωγού θα δώσει στη γειτονική χώρα πρόσβαση σε λιμάνια της Ελλάδας που εισάγουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και επίσης θα φέρει αέριο από το Αζερμπαϊτζάν μέσω ενός νέου συστήματος αγωγών που καταλήγει στην Ιταλία.
Είναι μία από τις πολλές προσπάθειες καθώς τα κράτη μέλη προσπαθούν να επεξεργαστούν την ενεργειακή τους πολιτική τους, με ορισμένα εξ αυτών επιστρέφουν στον ρυπογόνο άνθρακα, ενώ παράλληλα σχεδιάζουν μια διευρυμένη παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η Γερμανία, ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικής ενέργειας στον κόσμο, επιδιώκει να κατασκευάσει τερματικούς σταθμούς εισαγωγής LNG που θα χρειαστούν χρόνια, και η Ιταλία, ένας άλλος κορυφαίος εισαγωγέας ρωσικού φυσικού αερίου, έχει συνάψει συμφωνίες με την Αλγερία, το Αζερμπαϊτζάν, την Αγκόλα και το Κονγκό για προμήθεια φυσικού αερίου.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση επιθυμεί να μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο κατά τα δύο τρίτα φέτος και πλήρως στα επόμενα πέντε χρόνια μέσω εναλλακτικών πηγών, αιολικής και ηλιακής ενέργειας.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ υποστηρίζουν ότι ενώ τα μέλη της Ανατολικής Ευρώπης είναι από τα πιο εξαρτημένα από το ρωσικό αέριο, το μέγεθος των αγορών τους καθιστά το πρόβλημα διαχειρίσιμο. Η Βουλγαρία εισήγαγε το 90% του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία, αλλά καταναλώνει μόνο 3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα κάθε χρόνο – τριάντα φορές λιγότερα από τη Γερμανία, σύμφωνα με στοιχεία του 2020 από τη Eurostat, τη στατιστική υπηρεσία της ΕΕ.
Ο νέος αγωγός IGB, που ονομάζεται επίσημα Διασύνδεση Αερίου Ελλάδας-Βουλγαρίας, θα συμπληρώσει το υπάρχον ευρωπαϊκό δίκτυο. Μεγάλο μέρος αυτού του δικτύου χρονολογείται από τη σοβιετική εποχή, μεταφέροντας φυσικό αέριο από τα τεράστια ενεργειακά πεδία στη Ρωσία προς τα δυτικά, όταν η Μόσχα αναζητούσε απεγνωσμένα τα απαραίτητα κεφάλαια για την παραπαίουσα οικονομία της και είχε απευθυνθεί στους δυτικούς προμηθευτές για να τη βοηθήσουν στην κατασκευή των αγωγών της.
Η σύνδεση θα εκτείνεται μεταξύ της Κομοτηνής και της Στάρα Ζαγόρα, στην κεντρική Βουλγαρία, και θα δώσει στη χώρα και στους γείτονες πρόσβαση στην διευρυνόμενη παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου. Μεταξύ άλλων προβλέπεται σύνδεση με τον νεότευκτο αγωγό Trans Adriatic Pipeline (TAP), που μεταφέρει φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν, καθώς και με προμηθευτές υγροποιημένου φυσικού αερίου που μεταφέρεται με πλοία (πιθανόν να περιλαμβάνει το Κατάρ, την Αλγερία και τις Ηνωμένες Πολιτείες).
Εως και οκτώ επιπλέον διασυνδέσεις θα μπορούσαν να κατασκευαστούν στην Ανατολική Ευρώπη, φτάνοντας μέχρι την Ουκρανία και την Αυστρία.
Ο αγωγός των 240 εκατομμυρίων ευρώ θα μεταφέρει 3 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως, με δυνατότητα επέκτασης στα 5 δισεκατομμύρια. Ελαβε χρηματοδότηση από τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την ΕΕ και έχει ισχυρή πολιτική υποστήριξη από τις Βρυξέλλες και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επί τόπου, το έργο αντιμετώπισε πολλαπλές καθυστερήσεις λόγω των εμπλοκών της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η παραλαβή εξειδικευμένων ανταλλακτικών και η μετακίνηση προσωπικού μετά την έναρξη της κατασκευής του στις αρχές του 2020 έγινε σύντομα όλο και πιο δύσκολη.
Η κατασκευή ολοκληρώθηκε στις αρχές Απριλίου, ενώ οι εργασίες και οι δοκιμές σε δύο σταθμούς μέτρησης καθώς και η εγκατάσταση λογισμικού βρίσκονται στο τελικό στάδιο.