Η συμφωνία Γαλλίας-Ελλάδας είναι αδιαμφισβήτητα σημαντική και ως εκ τούτου απαιτείται να συνεκτιμάται δεόντως υπό το πρίσμα α) των Ελληνικών εθνικών συμφερόντων και στρατηγικής που τα εκπληρώνει και τις Ευρωστρατηγικές, Ευρωατλαντικές και πλανητικές στρατηγικές ανακατατάξεις που είναι ρευστές και εξ αντικειμένου θα συνεχίσουν να είναι ρευστές επί μακρόν.
Εν τούτοις, η συμφωνία του AUKUS, οι νέες εξελίξεις στο επίπεδο Γαλλίας, οι Αμερικανικοί στρατηγικοί ελιγμοί πάνω στην Ευρασιατική ζώνη και πολλά άλλα, συχνά πυροδοτούν συζητήσεις εφήμερης σημασίας οι οποίες είτε θολώνουν την πραγματική μεγάλη εικόνα των στρατηγικών ανακατατάξεων και των αλλαγών ιεραρχήσεων των εμπλεκομένων είτε οδηγούν σε αλματώδεις εκλογικεύσεις που κατευνάζουν υποβόσκουσες επιθυμίες ή και αγωνίες.
Είτε βρισκόμαστε στην Ελλάδα είτε σε άλλο κράτος οι αναλύσεις για τις καθημερινές εξελίξεις απαιτείται να συνεκτιμούν δεόντως τις στρατηγικές δομές και τους μακρόχρονους στρατηγικούς προσανατολισμούς των κρατών και ταυτόχρονα παραβλέπουν τα κύρια αίτια και τις παρεμβαλλόμενες μεταβλητές που τελικά συμπλέκονται απρόβλεπτα πλην διαμορφωτικά.
Συντομογραφικά εάν όχι επιγραμματικά ακολουθούν μερικές πτυχές που αφορούν την όντως σημαντική εξέλιξη της ενίσχυσης του Ελληνικού στόλου με Γαλλικά πλοία.
Κατά πρώτον, όταν ένα κράτος –και ας αναφέρουμε εδώ την Ελλάδα ως παράδειγμα– προχωρεί σε αποφάσεις στρατηγικής σημασίας, όλα αποδυναμώνονται ή και ματαιώνονται εάν δεν διαθέτει κρατικά επιτελεία ανάλυσης, εκτίμησης, χάραξης εναλλακτικών σχεδίων και ιεράρχησης εναλλακτικών αποφάσεων ανάλογα και αντίστοιχα με το πώς εξελίσσονται τα πράγματα.
Όταν αυτό ισχύει τα μέλη του πολιτικού προσωπικού ζυγίζουν και σταθμίζουν κάθε φράση και κάθε λέξη που εκφέρουν περί τις στρατηγικές υποθέσεις. Μια εδραιωμένη θέση στην στρατηγική ανάλυση είναι ότι «όταν ένας πολιτικός ηγέτης μιλά για την εθνική στρατηγική ακόμη και οι μορφασμοί του προσώπου μετρούν αρνητικά ή θετικά για την στρατηγική αξιοπιστία του κράτους και της στρατηγικής του».
Εθνικά συμφέρονται και διεθνής τάξη
Δύο νομοτελειακής σημασίας πτυχές είναι οι εξής:
Σε κάθε σοβαρό και αξιόπιστο κράτος θεωρείται δεδομένο ότι ορίζονται και ιεραρχούνται επακριβώς τα εθνικά συμφέροντα σε αναφορά με την διεθνή τάξη που προνοεί το διεθνές δίκαιο και οι Συνθήκες.
«Βιώσιμο είναι εκείνο το κράτος που διαθέτει επαρκή ισχύ (και στρατηγική) εκπλήρωσης των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την Επικράτειά του (Morgenthau)».
Χωρίς να υπάρχει ανάγκη αναφοράς σε κυβερνήσεις ή πρόσωπα κανείς εύκολα μπορεί να διαβάσει δηλώσεις και θέσεις των τελευταίων ετών και τελευταίων μηνών για τα Ελληνοτουρκικά και να συναγάγει τα δικά του συμπεράσματα ως προς το τι απαιτείται εφεξής.
Πόσο αντιφατικό είναι και τι παραστάσεις δημιουργούνται θέσεις όπως:
α) «καζάν-καζάν» (για τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου)
β) «η Τουρκία έχει μεγάλες ακτογραμμές (ενώ η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα έχει μεγαλύτερες)»
γ) «έχει και η Τουρκία δικαιώματα και συμφέροντα στο Αιγαίο» (ως και να τα αμφισβήτησε κάποιος εάν αφορούν τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου και των Συνθηκών) και
δ) στην Κύπρο με «ενθουσιασμό» δεχόμαστε «Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα» (ως και να υπάρχει σοβαρός άνθρωπος Έλληνας ή ξένος που να μην γνωρίζει ότι αυτό σημαίνει Τουρκική συγκυριαρχία, τελικά Τουρκική κυριαρχία και γεωπολιτική αναβάθμιση της Τουρκίας και στρατηγική ομηρία της Ελλάδας όπου όμηροι θα είναι το ένα δέκατο του Ελληνισμού).
Απαιτείται αξιόπιστο κράτος – Ευκαιρία για μια νέα αρχή
Κοντολογίς, χωρίς ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα, χωρίς συντριπτική εσωτερική ομοφωνία υπεράσπισής τους και εκδηλωμένες αξιόπιστες αποτρεπτικές παραστάσεις διασφάλισής τους τελικά ακόμη και στρατηγικές κινήσεις και η αγορά όπλων όπως η προσέγγιση της Γαλλίας αποδεικνύονται είτε ασήμαντης και εφήμερης σημασία είτε και εξελίσσονται αρνητικά.
Χωρίς αξιόπιστο κράτος και χωρίς αξιόπιστη στρατηγική όλα είναι έωλα και αβέβαια και αυτό ισχύει για όλες τις χώρες είτε είναι η Ελλάδα είτε κάποια άλλη χώρα.
Η νέα σχέση με την Γαλλία μπορεί σε κάθε περίπτωση να αποτελέσει νέα αφετηρία αρχίζοντας ακαριαία με «νέα» κρατικά επιτελεία στελεχωμένα αυστηρά! με κρατικούς λειτουργούς.
Αφού γίνει σαφές ότι δική μας εκτίμηση εδώ είναι πως η προσέγγιση της Γαλλίας είναι ορθολογιστική –πάντα όταν τηρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις και πολλές άλλες–, στρατηγικές αποφάσεις ιδιαίτερα όταν αφορούν συμμαχικούς επανα-προσανατολισμούς απαιτούν την δέουσα συνεκτίμηση της ακριβούς Στρατηγικής και της εμβέλειας των δυνατοτήτων του «πωλητή», δηλαδή εδώ, της Γαλλίας.
Η στρατηγική αβεβαιότητα της Γαλλίας και το «Γερμανικό ζήτημα»
Απαιτείται επίσης σωστή συνεκτίμηση του πως επηρεάζεται αυτή η στρατηγική από ενδογενείς και εξωγενείς μεταβλητές που σχετίζονται με σημαντικά περιφερειακά και πλανητικά ζητήματα. Χωρίς να τα αναλύσουμε σήμερα εδώ, αναφέρουμε μερικά που ο υποφαινόμενος –επειδή η άποψή του δεν μπορεί να έχει την εγκυρότητα ενός αξιόπιστου κρατικού επιτελείου– μπορεί να μιλήσει μόνο για τους προσανατολισμούς και τις προϋποθέσεις που επηρεάζουν ορατές και αθέατες τάσεις.
Προφήτες στην διεθνή πολιτική δεν υπάρχουν ενώ υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ γνώμης, ιδεολογημάτων ή επικοινωνιακών τεχνασμάτων με τα συμπεράσματα μιας ανάλυσης που αφορά τα επίγεια και ιδιαίτερα το εν εξελίξει ρευστό Μεταψυχροπολεμικό στρατηγικό περιβάλλον. Ιδού λοιπόν μερικές χαρακτηριστικές μεταβλητές:
Ανεξαρτήτως ζώσης καθημερινότητας τι σχεδιάζουν τα επιτελεία των μεγάλων δυνάμεων και ιδιαίτερα των ΗΠΑ για τις μακροχρόνιες εξισορροπητικές συμμαχικές (3, 5, 10 χρόνια ή και δεκαετίες) πάνω στην ζώνη της Ευρασίας που αρχίζει από την Ευρώπη και φτάνει στην Κίνα.
Με δεδομένο σταθερό στρατηγικό κριτήριο το γεγονός πως η μεγαλύτερη στρατηγική αβεβαιότητα της Γαλλίας είναι το «Γερμανικό ζήτημα» –με κάθε κριτήριο κανείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όταν μιλά ή γράφει για την Ευρώπη εάν δεν το γνωρίζει– ερωτάται: Πώς εξελίσσονται οι συμπλεκόμενες σχέσειςΓαλλίας-ΗΠΑ, Γαλλίας-Ρωσίας, Γαλλίας-περιφερειακά κράτη, Ρωσίας-Κίνας σε σχέση με ΗΠΑ ή αντίστροφα Ρωσίας-ΗΠΑ σε σχέση με τις ΗΠΑ, Ινδίας-Κίνας και πως αυτό συμπλέκεται με άλλες δυνάμεις, και πολλοί άλλοι παράγοντες μεγάλης κύμανσης.
Με δεδομένο ότι η μεταπολεμική ΕΟΚ που το 1992 μετονομάστηκε σε ΕΕ «ήταν πάνταένας στρατηγικός και πολιτικός νάνος και ένας νομικός γίγαντας που εκκολάφθηκε μέσα στο μεταπολεμικό στρατηγικό θερμοκήπιο» πώς θα επηρεάζεται η Ευρωπαϊκή πολιτική από εξελίξεις στο επίπεδο των στρατηγικών αποφάσεων των ΗΠΑ αλλά και όπως γράψαμε ξανά την στρατηγικά πολύ σκόπιμη κίνηση τουBrexit που όπως γνωρίζουμε ενθάρρυνε εάν όχι υποκίνησε η Ουάσιγκτον.Πώς εν τέλει προσανατολίζεται μακροχρόνια και διαμορφωτικά το «στρατηγικό τετράγωνο» Λονδίνο-Παρίσι-Βερολίνο-Μόσχα.
Ελληνική στρατηγική και νέα δεδομένα
Καταληκτικά και λογικά θα επανέλθουμε, παρά τον αναγκαίο και μη εξαιρετέο προβληματισμό σε αναφορά με ευρύτερα στρατηγικά ζητήματα, με κανένα τρόπο δεν υποτιμούν την εξέλιξη των νέων δεδομένων Αθήνας-Παρισιού. Αντίθετα υπογραμμίζουν ότι για να εκπληρωθούν οι σκοποί απαιτείται μια νέα κρατική-θεσμική οργάνωση και –επιτέλους, τρεις δεκαετίες Μεταψυχροπολεμικών εξελίξεων– μια νέα στρατηγική θέαση προσαρμοσμένη στο ρευστό στρατηγικό περιβάλλον.
Τονίστηκε και υπογραμμίστηκε, επίσης, ότι οι συζητήσεις και αναλύσεις είναι σημαντικές και έχουν νόημα όταν εντάσσονται σε μια Ελληνική στρατηγική μακροχρόνιων και μεσοπρόθεσμων στρατηγικών σκοπών και ευέλικτων αλλά προσεκτικών στρατηγικών σχέσεων που θα επηρεάσουν θετικά και αποφασιστικά την Ελληνική κρατική ασφάλεια και επιβίωση.
Αναγκαία και μη εξαιρετέα προϋπόθεση για να έχει στέρεα και συμφέρουσα αποτελέσματα η ολοφάνερη επιτάχυνση των Γαλλικών αποφάσεων που πυροδότησε η συμφωνία AUKUS να συνεκτιμήσουν δεόντως τα Ελληνικά συμφέροντα. Για κάτι τέτοιο μεγάλης σημασίας είναι οι παραστάσεις αξιοπιστίας της Ελληνικής στρατηγικής που καλό είναι να αποκολληθούν από νοοτροπίες καζάν-καζάν και «το ένα δέκατο του Ελληνισμού κείται μακράν».
Τι σημαίνει συμμαχία
Επιπλέον, απαιτείται να συνεκτιμάται δεόντως ότι το πώς θα εξελιχθούν οι προτεραιότητες της Γαλλικής στρατηγικής σχετίζεται τόσο με Γαλλικές ιεραρχήσεις των εθνικών συμφερόντων όσο και με το πώς εξελίσσονται ευρύτερα οι ευρωστρατηγικές και ευρωατλαντικές σχέσεις.
Σε όλο αυτό το πλέγμα στρατηγικών σχέσεων το Ελληνικό κράτος απαιτείται να είναι παρόν, ενεργό και επιτελικά προετοιμασμένο για αποφάσεις και ελιγμούς που θα δημιουργούν παραστάσεις αξιοπιστίας. Για το τι είναι μια συμμαχία θα επανέλθουμε με άλλο κείμενο.
Εδώ τονίζεται ότι συμμαχία σήμαινε και σημαίνει πάντα μια υπόσχεση συνδρομής και εξαρτάται πρωτίστως:
α) από τα συμφέροντα του παρέχοντος
β) τις δυνατότητές του σε σχέση με τις ανάγκες που δημιουργούν απειλές και
γ) την αποτρεπτική αξιοπιστία του κράτους που αναμένει εμπράγματη συνδρομή. Και ενώ επικοινωνιακά οι εξελίξεις στις σχέσεις Γαλλίας-Ελλάδας σωστά συνδέονται με ένα «ευρωπαϊκό όραμα» καλό είναι να γνωρίζουμε ότι αυτό που μπορεί να γίνει στο ορατό μέλλον, για να μιλήσουμε με νόημα αφοριστικά, είναι «Ελλάδα-Γαλλία-Συμμαχία» εν μέσω ρευστότητας όλων των άλλων στρατηγικών σχέσεων μερικές από τις οποίες προαναφέραμαι.
Υπό αυτό το πρίσμα, μείζονος σημασίας είναι η πρόσφατη βαρύνουσα θέση του προέδρου Μακρόν ότι το ΝΑΤΟ είναι εγκεφαλικά νεκρό» αφήνοντας ταυτόχρονα αιχμές για τις σχέσεις με την Ρωσία.
Η Ελλάδα, εν τέλει, έχει συμφέρον να γνωρίζει ότι τίποτα δεν κινείται σε κενό, όλα συμπλέκονται και ότι η δική της στρατηγική και οι δικές της δυνατότητες είναι μείζονος σημασίας και για τις αποφάσεις των άλλων.