Μπορεί η διαμάχη για την ύπαρξη ή όχι της κλιματικής αλλαγής να επικεντρώνεται στο αν ούτως ή άλλως η συμπεριφορά του κλίματος ταλαντεύεται στη μακρά διάρκεια των χιλιετηρίδων και στο κατά πόσο ορισμένες μεταβολές είναι ανθρωπογενείς ή όχι, αλλά, απ’ ό,τι φαίνεται, ο αντίκτυπος των ανθρωπογενών επιδράσεων στο κλίμα αποδεικνύεται σε ένα επίπεδο πολύ πιο άμεσο.

Ο λόγος για τον υπέρογκο πληθωρισμό των βασικών τροφίμων, ο οποίος κορυφώνεται το 2021 και αγγίζει πλέον τα ύψη της χρονιάς ρεκόρ του 2011. Η αύξηση των τιμών σε σχέση με το 2020 προσεγγίζει πλέον κατά μέσο όρο το 40%. Πιο συγκεκριμένα, 37% έχουν αυξηθεί τα δημητριακά, 28% τα γαλακτοκομικά, 10% το κρέας, 57% η ζάχαρη και 124% τα φυτικά έλαια.

Το γεγονός αυτό θα έχει πολύ μεγάλο αντίκτυπο στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ιδίως στις χώρες που αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν το φάσμα της φτώχειας. 

Ωστόσο θα γίνει αισθητό και στον ανεπτυγμένο κόσμο, ασκώντας επιπλέον πίεση στα εισοδήματα των κατώτερων και των μεσαίων τάξεων που ήδη κλυδωνίζονται.

Στην Ελλάδα, ως τα τέλη του Μαΐου 2021, είχαν καταγραφεί οι ακόλουθες αυξήσεις: Χοιρινό κρέας 17%, σπορέλαια (>5%), όσπρια (8%), τυροκομικά (>5%), βρεφική φροντίδα (>6%), βρεφικό γάλα (>5%), ζάχαρη (>5%), ζωοτροφές (40%) και λιπάσματα (20%-30%).

Από την παράθεση των στατιστικών γίνεται σαφές ότι δεν επιβαρύνεται μόνο το καλάθι της νοικοκυράς, αλλά και η αγροτική, καθώς και η κτηνοτροφικήπαραγωγή, αν κρίνουμε από τις αυξήσεις στις ζωοτροφές και τα λιπάσματα.

Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι σε ένα μεγάλο τους ποσοστό ζωοτροφές και λιπάσματα είναι εισαγόμενα προϊόντα και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι αυξήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο εκδηλώνονται τόσο έντονα και σε ό,τι αφορά στο εσωτερικό της χώρας.

Τα αίτια

Φυσικά, ένα μέρος της αύξησης καταλογίζεται στις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, καθώς η διακοπή των εφοδιαστικών αλυσίδων δημιουργεί σωρευτικές συνέπειες και στο πεδίο αυτό.

Ωστόσο, υπάρχουν και παράγοντες που πλέον επιδρούν σε μόνιμη βάση, ανησυχώντας ακόμα περισσότερο τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων για τις επιπτώσεις που θα έχει ένας μόνιμος πληθωρισμός στα τρόφιμα.

Η διεύρυνση των μεσαίων τάξεων σε χώρες δημογραφικούς κολοσσούς, όπως είναι η Κίνα και δευτερευόντως η Ινδία, έχει σίγουρα αφήσει το αποτύπωμά της στην εν λόγω εξέλιξη: η οικονομική άνοδος συνεπάγεται μεταβολή τουδιαιτολογίου και προσαρμογή του στα «δυτικά πρότυπα», πράγμα που με τη σειρά του οδηγεί σε περισσότερη κατανάλωση δημητριακών, γαλακτοκομικών και κρέατος. Η ζήτηση αυτών των περιοχών του πλανήτη επιταχύνεται ιλιγγιωδώς, πράγμα που συμβάλλει στο ράλι των τιμών.

Ένας ακόμα σημαντικός παράγοντας, που εξίσου επηρεάζει το κόστος διαβίωσης ιδίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο, έχει να κάνει με την απορρόφηση τεράστιων ποσοτήτων φυτικού ελαίου για χρήση βιοντίζελ. Η Βραζιλία, χώρα-ρυθμιστής των παγκόσμιων τιμών του συγκεκριμένου κλάδου, πρωτοπορεί στην πρακτική αυτή.

Την ίδια στιγμή όμως, οι ανθρωπογενείς κλιματικές μεταβολές επηρεάζουν καθοριστικά και το ύψος της παραγωγής: Η γοργά αναπτυσσόμενη ερημοποίηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων (απόρροια της ξηρασίας και της υπερεντατικής καλλιέργειας), ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες και τυφώνες, προκαλούν εκτεταμένες καταστροφές των σοδειών, με συνέπεια τη μείωση της προσφοράς στα τρόφιμα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι πρόσφατες πλημμύρες στο Τέξας των ΗΠΑ: Επέφεραν άμεση ζημιά 600 εκ.$ στα χωράφια και τις κτηνοτροφικές μονάδες, ωστόσο το ύψος των συνολικών ζημιών ήταν πολύ μεγαλύτερο, καθώς ο καιρός διέκοψε όλες τις διαμετακομιστικές δραστηριότητες και οδήγησε σε διακοπές ρεύματος, με συνέπεια να χαλάσουν εκατομμύρια τόνοι αποθηκευμένων τροφίμων. Ο γαλακτοκομικός κλάδος είδε 14 εκατομμύρια γαλόνια γάλα να καταστρέφονται εξαιτίας του ακραίου καιρικού συμβάντος.

Η συσχέτιση ακραίων καιρικών φαινομένων με καταστροφές στην αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή εκδηλώθηκε και στην Ελλάδα: Το φθινόπωρο του 2020, με το ιδιαίτερα οξύ χτύπημα του «Ιανού» στη Θεσσαλία –ιδίως σε Φάρσαλα και Καρδίτσα. Εκεί, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, καταστράφηκαν πάνω από 100.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης.

Επίσης, μεγάλες καταστροφές έφεραν στη Βόρεια Ελλάδα και την παραγωγή κηπευτικών ή τις δενδροκαλλιέργειες οι αιφνίδιοι παγετοί του Απριλίου και η χαλαζόπτωση του Ιουνίου.

Ο Νίκος Κουτλιάμπας, πρόεδρος του υποδειγματικού για τη λειτουργία του ροδακινοπαραγωγικού, κυρίως, Αγροτικού Συνεταιρισμού Βελβεντού (ΑΣΕΠΟΠ Βελβεντού), δήλωσε σχετικά: «Ετησίως χρειαζόμασταν 14.000 τόνους ροδάκινα και νεκταρίνια για να καλύψουμε τις ανάγκες των πελατών μας. Μετά τους πρόσφατους παγετούς είχε απομείνει περίπου το 20% της παραγωγής στην περιοχή. Τώρα το χαλάζι αποτελείωσε την παραγωγή. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν άλλες περιοχές στη χώρα που να έχουν παραγωγή και έτσι δεν μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες των πελατών μας στην εγχώρια αγορά και στο εξωτερικό».

Αντίστοιχα προβλήματα είχε και η παραγωγή του κερασιού, που και αυτή καταστράφηκε: Στα μέσα Μαΐου, η πρώιμη συγκομιδή έφτασε να πωλείται στην τιμή των 4-5€/κιλό στη λαϊκή, ενώ στις αρχές του ίδιου μήνα τα κεράσια προς εξαγωγή έφτασαν να έχουν τιμή παραγωγού μεταξύ 7€-10€!

Οι επιπτώσεις και η ερμηνεία τους

Οι επιπτώσεις από τη ραγδαία άνοδο των τιμών τροφίμων είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν με ακρίβεια, γιατί επηρεάζουν ένα σύνολο αστάθμητων παραγόντων, οι οποίοι συνεπιδρούν με τη σειρά τους σε ευρύτερες, αρνητικές εξελίξεις.

Ο προηγούμενος πληθωριστικός κύκλος στις τιμές τροφίμων (2010-2011) είχε πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στην πολιτική αστάθεια, αλλά και στις πολιτισμικές συγκρούσεις, καθώς είναι πλέον δεδομένο ότι συνέβαλε στην εκδήλωση της «Αραβικής Άνοιξης» και το ξέσπασμα του εμφυλίου στη Συρία, με τις τεράστιες, παγκόσμιες συνέπειες, που είχε σαν γεγονός.

Αξίζει να θυμίσουμε, επίσης, ότι ο τελευταίος κύκλος αναταραχών στο Ιράν οφείλονταν στη ραγδαία αύξηση στην τιμή των αβγών, που αποτελεί ένα βασικό διατροφικό μέσο του φτωχού πληθυσμού.

Εξίσου δεδομένο, τέλος, είναι ότι η αύξηση τις τιμές των τροφίμων στον αναπτυσσόμενο κόσμο πυροδοτεί νέα κύματα μετανάστευσης προς τον πλούσιο Βορρά, ιδίως προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ που ούτως ή άλλως πιέζονται από τις ανεξέλεγκτες, μεγάλες πληθυσμιακές μετακινήσεις.

Η συγκεκριμένη κρίση, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο χτυπάει όλο τον πλανήτη, αναδεικνύει περίτρανα το γεγονός της μείζονας αλληλοσύνδεσης του οικολογικού παράγοντα με τον οικονομικό, τον κοινωνικό, ακόμα και τον γεωπολιτικό.

Οι επιπτώσεις των ανθρωπογενών επιδράσεων στο περιβάλλον, που καθιστούν ολοένα και πιο αιχμηρές τις ταλαντεύσεις της θερμοκρασίας, επιδρούν με μυριάδες χαοτικούς τρόπους πάνω στην ανθρώπινη παραγωγή και δραστηριότητα, πυροδοτώντας ανεξέλεγκτες αλυσιδωτές αντιδράσεις, που διαχέονται έπειτα στο παγκόσμιο σύστημα.

Αυτήν την παράμετρο θα πρέπει να τη λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας στη συζήτηση περί κλιματικής αλλαγής, γιατί οι επιπτώσεις της είναι άμεσες, πολύ αισθητές, ιδίως αναμεταξύ των πιο ασθενών οικονομικά πληθυσμών, μολονότι συχνά είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς το ντόμινο που πυροδοτείται από την απορρύθμιση του περιβάλλοντος…

 





ΠΗΓΗ