Πίσω στο 2010 και λίγο πριν το πρώτο μνημόνιο. Δύο άτομα παρακολουθούσαν το μεσημεριανό δελτίο ειδήσεων. Η δημοσιογράφος με έκδηλη αγωνία ανέφερε ότι τα ελληνικά spreads ανέβηκαν και ο ένας από τους τηλεθεατές αναστέναξε. Ο λόγος ήταν η είδηση. Ο άλλος τον ρώτησε αν ξέρει τι είναι spread για να λάβει  αρνητική απάντηση. Και στην ερώτηση  γιατί στεναχωριέται είπε : «Μα αφού ανέβηκαν…».

Δυο-τρία χρόνια αργότερα, σε μια συντροφιά δέκα ατόμων (χωρίς να είναι κανείς οικονομολόγος) η συζήτηση έγινε κάποια στιγμή έντονη και πήρε πολιτικές -ιδεολογικές διαστάσεις.

Η διαμάχη συνεχίστηκε με διάφορες οικονομικές αναλύσεις από τους παρευρισκομένους και υπήρξε μια σύμπνοια τουλάχιστον για την «κακιά» τρόικα.

Σε ερώτηση αν μπορούν να κατονομάσουν τους τρεις θεσμούς απλά και μόνο, κανένας δεν μπόρεσε να δώσει την απάντηση.

Στην καλύτερη περίπτωση  είχαν κατονομάσει σωστά τους δύο. Ούτε φυσικά ήξεραν ποιος είναι ο ρόλος του καθένα. Σαν να «μισώ τον γείτονά μου χωρίς να ξέρω καν το όνομά του». 

Οι δύο ιστορίες είναι αληθινές. Αν τα οικονομικά δεν ήταν το αντικείμενό μου, αμφιβάλλω αν θα διάβαζα τις κίτρινες οικονομικές σελίδες των εφημερίδων ή αντίστοιχα websites.

Πολύ περισσότερο, αν θα άκουγα οικονομικές ειδήσεις. Ίσως απλά να απορούσα γιατί τα περισσότερα νέα έχουν ένα οικονομικό υπόβαθρο: για να στελεχώσεις τα νοσοκομεία χρειάζονται χρήματα, για να αγοράσεις εμβόλια το ίδιο, όπως επίσης και για να χτίσεις σχολεία ή να φτιάξεις ένα καλύτερο οδικό δίκτυο κτλ.

Μήπως τελικά όλα είναι συμπυκνωμένη οικονομία; Και αν ναι, τι γνώσεις πρέπει να έχουμε για να παρακολουθούμε και να συμμετέχουμε στον οικονομικό διάλογο;

Πρέπει όλοι να σπουδάσουμε οικονομικά; Όχι βέβαια. Η άποψη του Μαντέλα ότι η μόρφωση είναι το πιο δυνατό όπλο είναι γνωστή και κανείς δεν την αμφισβητεί. Άλλωστε η οικονομική επιστήμη έχει μπει στα σχολεία εδώ και πολλά χρόνια. Η παιδεία μας όμως δεν φαίνεται μόνο στις γνώσεις, αλλά και σε αυτά που συνειδητοποιούμε ότι δεν μπορούμε να τα γνωρίζουμε.

Ένας μέσος πολίτης ενδιαφέρεται κυρίως για τα οικονομικά θέματα που αφορούν τη ζωή του.

Αν τα χρήματα που έχει δεν του επιτρέπουν να καλύψει τις υποχρεώσεις του, θα βρει χρόνο να εμβαθύνει σε μία οικονομική πληροφορία; Μάλλον όχι, ειδικά όταν οι όροι που χρησιμοποιούνται του είναι τόσο άγνωστοι.

Δεν εννοώ ότι  η άγνοια σώζει, το αντίθετο. Αλλά μπορώ να μπω και στη θέση του άλλου και να σεβαστώ τις επιλογές και τις απόψεις του.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει να μελετήσει κάποιος πώς αλλάζουν οι απόψεις των Ελλήνων διαχρονικά για τα θέματα αυτά (1).

Από την άλλη ίσως θα μπορούσαμε να στεναχωριόμαστε λιγότερο για έναν τομέα που δεν τον κατέχουμε – γιατί να ανησυχώ για κάτι που δεν το γνωρίζω; – και το κυριότερο να είμαστε λιγότερο απόλυτοι για τη λύση που προτείνουμε (αφού φαίνεται ότι χρειάζεται να μελετήσουμε περισσότερο για αυτά που μας είναι άγνωστα).

Άλλωστε οι οικονομικές αποφάσεις λαμβάνονται με βάση τις προσδοκίες και όχι τη βεβαιότητα του αποτελέσματος. 

Τα τελευταία 30 χρόνια ποια εκλογική αναμέτρηση δεν είχε ως κύριο διακύβευμα την οικονομία; Αλλά ποια οικονομία;  Την οικονομική πολιτική που ορίζει η εκάστοτε κυβέρνηση; Ή την οικονομία που φτιάχνουμε όλοι μας με τις μικρές ή μεγάλες προσωπικές μας αποφάσεις (για παράδειγμα η απόφαση να μη φοροδιαφύγω ενώ μπορώ ή η απόφαση να ανοίξω μια startup στην Ελλάδα); 

Σχεδόν για κάθε επιχείρημα, υπάρχει αντεπιχείρημα.

Για πολλά οικονομικά θέματα δεν είμαστε υπεύθυνοι, αλλά μπορούμε να ορίσουμε τη στάση μας απέναντι σε αυτά.

Παίζει ρόλο ακόμα και η απόφασή μας να καταλάβουμε ότι τα οικονομικά ζητήματα ορισμένες φορές είναι τόσο σύνθετα που απαιτούν πολλή προσπάθεια αρχικά για να τα κατανοήσουμε και εξαιρετικά δύσκολο να τα προβλέψουμε.

Τι ποσοστό των οικονομολόγων παγκοσμίως είχαν προειδοποιήσει για τη  χρηματοπιστωτική κρίση του 2008; Άρα μήπως και αυτοί δεν ξέρουν; Η μελέτη του τι συνέβη πριν από ένα οικονομικό γεγονός μας βοηθά να είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για το μέλλον (2). 

Οι πολιτικοί, οι οικονομολόγοι και οι πολίτες έκαναν σίγουρα πολλά σωστά στο παρελθόν. Αποδεικτικό στοιχείο για αυτό είναι η σύγκριση των συνθηκών διαβίωσης σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές.

Η οικονομία κάνει κύκλους και συνήθως στο τέλος του κάθε ενός βρίσκεται σε καλύτερο σημείο από το αντίστοιχο του προηγούμενου.

Ένας λόγος είναι ότι εξελισσόμαστε ως προς τη γνώση και μαθαίνουμε από τα λάθη. Και μπορούμε βέβαια να επιτύχουμε ακόμα περισσότερα. 

Πολλές εκτιμήσεις γίνονται για τη μετά-Covid εποχή, οι περισσότερες δυσοίωνες και ορισμένες αισιόδοξες. Τα ερωτήματα είναι περισσότερα από τις απαντήσεις, γιατί οι δεύτερες είναι δύσκολες.

Η’ πολύ εύκολες εάν νομίζουμε ότι ξέρουμε τα πάντα.

Ας επιλέξει ο καθένας τη στάση του τόσο για τις εκτιμήσεις όσο και για τα αποτελέσματα, έχοντας νωπές τις μνήμες από την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας που ο καθένας τη βίωσε διαφορετικά. 

Πάντως πίσω από το πετυχημένο σκανδιναβικό οικονομικό μοντέλο κρύβεται μία λέξη: συναίνεση (3).

Για να υπάρξει όμως συναίνεση πρέπει να μειωθεί ο φανατισμός και να επιτευχθεί η συνεργασία.

Και μια τελευταία ιστορία σαν bonus.

Κατά τη διάρκεια του πρώτου lockdown, πέρσι τον Μάρτιο, ήμουν στην Αγγλία και ανήσυχος κάλεσα μία φίλη μου γιατρό να μου πει την επιστημονική της άποψη για την πανδημία, δουλεύοντας μέσα από το σύστημα υγείας.

Μου απάντησε«Γιώργο, είναι θέμα στατιστικής! Έχουμε έναν μεταδοτικό ιό, κάθε σύστημα υγείας είναι φτιαγμένο για συγκεκριμένους αριθμούς ασθενών, καθήστε σπίτι, γιατί αν καταρρεύσουμε θα χαθεί η πίστη στο ότι μπορούμε να περιθάλψουμε κόσμο και αυτό είναι το πιο επικίνδυνο».

Και έκανα τον παραλληλισμό: Σαν τα χαρτονομίσματα δηλαδή που κρατάμε στα χέρια μας και τα οποία είναι συνδεδεμένα πλέον μόνο με ένα πράγμα, την πίστη σε αυτόν που τα εκδίδει. Δηλαδή ανθρώπους σαν εμάς. 

 

Παραπομπές

  1. https://www.dianeosis.org/research/tpe_2020/ 

  2. Τσίμας Παύλος (2011) Το ημερολόγιο της κρίσης, Εκδόσεις Μεταίχμιο

  3. Hilson Mary (2012) Tο σκανδιναβικό μοντέλο, αποτελεσματικότητα και αλληλεγγύη, συναίνεση και θεσμικός πειραματισμός, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης





ΠΗΓΗ