Σε βραχυκύκλωμα που προκλήθηκε σε μοτέρ φορτηγού-ψυγείου, το οποίο βρισκόταν στο γκαράζ του πλοίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», οφείλεται η μεγάλη πυρκαγιά που έθεσε σε κίνδυνο 875 επιβάτες και 141 μέλη του πληρώματος.

Αναδημοσίευση από το «Έθνος της Κυριακής», του Αλέξανδρου Καλαφάτη

Αυτό αποκαλύπτουν στο «Έθνος της Κυριακής» πηγές από το Λιμενικό Σώμα με γνώση της έως τώρα έρευνας για τα αίτια του θρίλερ, που έλαβε χώρα το βράδυ της 28ης Αυγούστου, ενώ το πλοίο έπλεε ανοιχτά της Ύδρας με προορισμό τα Χανιά. Το φορτηγό-ψυγείο βρισκόταν στο τρίτο γκαράζ του «Ελ. Βενιζέλος» και έπαιρνε ρεύμα, όπως και όλα τα άλλα ίδιου τύπου οχήματα, από ειδικό γι’ αυτή τη δουλειά καλώδιο του καραβιού, προκειμένου να συντηρούνται τα προϊόντα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.

Τα συγκεκριμένα μοτέρ δουλεύουν είτε με ενέργεια που παίρνουν από τη μηχανή του φορτηγού, όταν βρίσκεται σε λειτουργία, είτε με ρεύμα που λαμβάνουν από εξωτερική πηγή. Την επίμαχη ημέρα, στις 23.40 προκλήθηκε βραχυκύκλωμα σε μοτέρ. Από την υπερθέρμανση, 400-450 βαθμούς Κελσίου, πήραν φωτιά τα καλώδια και από εκεί τα σκέπαστρα των οχημάτων. Υπολογίζεται ότι χρειάστηκαν μόλις τέσσερα λεπτά για να επεκταθεί η πυρκαγιά σε βαθμό που δεν ελεγχόταν εύκολα. Στο χρόνο αυτό το πρώτο φορτηγό καιγόταν και άρχισε η εξάπλωσή της.

Πηγές από το Λιμενικό τονίζουν ότι δύο ήταν οι λόγοι που η φωτιά δεν επεκτάθηκε προς τα πάνω, σε καμπίνες και καταστρώματα, με αποτέλεσμα να σωθούν οι επιβάτες και το πλήρωμα. Ο πρώτος ήταν η καλή λειτουργία του αυτόματου συστήματος καταιονισμού νερού (των λεγόμενων σπρίνκλερ νερού), το οποίο ενεργοποιήθηκε ένα λεπτό μετά το ξέσπασμα της εστίας. Πρόκειται για σύστημα πυρόσβεσης, με πολλά ψεκαστικά νερού, που δημιούργησε στα γκαράζ τεχνητή «ομίχλη» νερού, χωρίς να πλημμυρίζει το πλοίο. Η υγρή ατμόσφαιρα και οι τόνοι νερού που έπεσαν έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο περιορισμό του μετώπου.

 

Ο δεύτερος λόγος ήταν οι πυράντοχες θύρες του πλοίου, οι οποίες  έκλεισαν και «στεγανοποίησαν» κομμάτια του «Ελ. Βενιζέλος», προκειμένου να μην επεκταθούν παντού και ανεξέλεγκτα οι φλόγες. Πρόκειται για θύρες πυρασφάλειας ειδικής κατασκευής, οι οποίες είναι σε θέση να αντέξουν σε ακραίες θερμοκρασίες, όπως αυτές που αναπτύχθηκαν εκείνη την ημέρα.

Όπως λένε αρμόδιες πηγές, σε περίπτωση που το πλοίο δεν ήταν καλής κατασκευής και επαρκώς  συντηρημένο, η φωτιά λόγω του τεράστιου πυροθερμικού φορτίου θα επεκτεινόταν προς τα πάνω με συνέπεια να καεί κόσμος. Ενδεικτικό της έντασης της θερμότητας είναι, όπως λένε χαρακτηριστικά πυροσβέστες στο «Έθνος της Κυριακής», ότι υπήρχαν αναζωπυρώσεις στο γκαράζ ακόμα και μία εβδομάδα μετά την πυρκαγιά.

Το «Ελ. Βενιζέλος» υπέστη πολύ σοβαρές ζημιές αλλά εκτιμάται ότι είναι δυνατή η επισκευή του και ο γυρισμός του στις θάλασσες. Οι μεγαλύτερες καταστροφές έγιναν στις ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις, στις τεράστιες πόρτες των γκαράζ και στα πατώματα.

Το δρομολόγιο-θρίλερ

Το δρομολόγιο της 28ης Αυγούστου είχε ξεκινήσει στις 22.00 από το λιμάνι του Πειραιά με προορισμό το λιμάνι των Χανίων. To ferry boat μετέφερε συνολικά 875 επιβάτες, 80 φορτηγά και 152 αυτοκίνητα. Η πυρκαγιά εκδηλώθηκε ενώ το πλοίο βρισκόταν στη θαλάσσια περιοχή ανατολικά της Ύδρας, όπου έπνεαν άνεμοι βόρειοι, βορειοανατολικοί έντασης πέντε με έξι μποφόρ.

Όταν ο καπετάνιος ενημερώθηκε για το περιστατικό σήμανε συναγερμός. Αφού ενημερώθηκαν όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες στην ξηρά, τα μέλη του πληρώματος μοίρασαν σωσίβια στους επιβάτες και παράλληλα ξεκίνησε η προετοιμασία για εν πλω εκκένωση, σε περίπτωση που δεν υπήρχε άλλη λύση. Αυτό που τρόμαξε περισσότερο τον κόσμο ήταν οι πυκνοί καπνοί, οι οποίοι δημιούργησαν δύσπνοια σε ορισμένους επιβάτες.

Περίπου στη 1.30 η φωτιά τέθηκε υπό μερικό έλεγχο. Το «Ελ. Βενιζέλος» άρχισε να κινείται προς το λιμάνι του Πειραιά. Κινούμενο με ταχύτητα, που έφτανε περίπου τους 16 κόμβους, κατέπλευσε στον Πειραιά στις 4.00 το πρωί. Τότε, ήταν που το πλήρωμα και οι πυροσβέστες έπρεπε να δώσουν τον καλύτερό τους εαυτό για την ασφαλή αποβίβαση των επιβατών, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν πολλά παιδιά.

Η φωτιά στα γκαράζ δεν είχε ακόμη κατασβεστεί και έτσι κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να γίνει  αποβίβαση από την πρύμνη, όπως συμβαίνει υπό συνθήκες ομαλότητας. Έτσι, χρειάστηκαν τουλάχιστον 40 λεπτά, προκειμένου να γίνει η εκκένωση από το πλαϊνό τμήμα του ferry boat.

Οι επιβάτες, οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί σε δύο διαφορετικά σημεία, κατέβαιναν από το πλοίο σε ομάδες των 10 ατόμων. Προτεραιότητα δόθηκε στους ηλικιωμένους και στα παιδιά. Η ψυχραιμία και η μεγάλη κινητοποίηση Πυροσβεστικής και Λιμενικού είχαν ως αποτέλεσμα όλα να κυλήσουν ομαλά. Η επιχείρηση κατάσβεσης στα γκαράζ συνεχίστηκε τα επόμενα 24ωρα από ισχυρές δυνάμεις της Πυροσβεστικής.



ΠΗΓΗ