«Καθάρισαν» και μάλιστα οριστικά πλέον δυο κατηγορούμενοι που είχαν καταδικασθεί επειδή είχαν εγκαταστήσει σε οίκο ανοχής κλειστό σύστημα παρακολούθησης και καταγραφής εικόνας! Πρόκειται για ένα άνδρα εκμισθωτή του υπόγειου ακινήτου όπου στεγάζονταν ο οίκος ανοχής και για μια γυναίκα μισθώτρια του επίμαχου υπογείου! Και οι δυο έπεσαν στα χέρια των αρχών καθώς όχι μόνο είχαν θέσει σε λειτουργία παράνομα το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης αλλά έστελναν και το υλικό που κατέγραφαν οι κάμερες σε σκληρό δίσκο καταγραφικού μηχανήματος!
Τώρα, όμως μετά την αλλαγή της νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα και οι δυο αθωώθηκαν από το Ε Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου. Ωστόσο, το 2019 είχαν κριθεί ένοχοι από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας (δεύτερος βαθμός) για την αξιόποινη πράξη της παράβασης του άρθρου 22 παρ. 1 του Ν. 2472/1997. Επιβλήθηκε, δε, σε καθένα ποινή φυλάκισης ενός έτους, με τριετή αναστολή και επιπλέον χρηματική ποινή 3.000 ευρώ.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου «ο μεν πρώτος κατηγορούμενος (…) ως εκμισθωτής του επί της οδού … υπογείου ακινήτου – οίκου ανοχής, η δε δεύτερη κατηγορούμενη (…) ως μισθώτρια του ως άνω ακινήτου, κατελήφθησαν να έχουν εγκαταστήσει και θέσει σε λειτουργία κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης και καταγραφής εικόνας, όπου τα καταγεγραμμένα στοιχεία αποστέλλονταν σε σκληρό δίσκο καταγραφικού μηχανήματος, χωρίς να έχουν εφοδιαστεί με την απαιτούμενη για αυτό άδεια της αρμόδιας αρχής και δη της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και κατά παράβαση του Ν. 2472/1997».
Ωστόσο, όπως έκρινε ο Άρειος Πάγος μετά τη δημοσίευση της παραπάνω καταδικαστικής απόφασης ίσχυσε επιεικέστερος νόμος (άρθρο 84 του Ν. 4624/2019), με βάση τον οποίο κατέστη ανέγκλητη η πράξη, για την οποία εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση.
Στην απόφαση του Ανωτάτου Ποινικού Δικαστηρίου αναφέρονται για το ζήτημα αυτό τα εξής:
«Από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠΚ, με την οποία ορίζεται ότι “αν από την τέλεση της πράξης ως την αμετάκλητη εκδίκασή της ίσχυσαν περισσότερες διατάξεις νόμων, εφαρμόζεται αυτή που στη συγκεκριμένη περίπτωση οδηγεί στην ευμενέστερη μεταχείριση του κατηγορουμένου”, προκύπτει ότι καθιερώνεται με αυτή η αρχή της αναδρομικότητας του επιεικέστερου νόμου, που ίσχυσε από την τέλεση της πράξης μέχρι το χρόνο της αμετάκλητης εκδίκασης της υπόθεσης, προδήλως δε είναι ευμενέστερος για τον κατηγορούμενο ο μεταγενέστερος της τέλεσης της πράξης νόμος, όταν καθιστά την πράξη ανέγκλητη. Από την ανωτέρω διάταξη σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 511 εδ. δ’, 514 εδ. γ’ περ. β’ και 518 παρ. 1 του ΚΠοινΔ, συνάγεται ότι, αν μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης καταστεί ανέγκλητη η πράξη, για την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τότε ο Άρειος Πάγος, εφόσον η αίτηση αναίρεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης είναι παραδεκτή, εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως το νέο επιεικέστερο νόμο και κηρύσσει αθώο τον κατηγορούμενο, αφού δεν υπάρχει πλέον αξιόποινη πράξη, ακόμη και παρά την ερημοδικία του αναιρεσείοντος».
Πηγή: lawandorder.gr