Πρωί Πέμπτης στην οδό Αβύδου στου Ζωγράφου. Άντρες της Ασφάλειας με πολιτικά περιμένουν να κατέβει από το διαμέρισμά της η 35χρονη γυναίκα, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν η νούμερο ένα ύποπτη για την επίθεση με βιτριόλι με θύμα την 33χρονη Ιωάννα Π. στην Καλλιθέα.
Ρεπορτάζ από το Έθνος της Κυριακής
Οι αστυνομικοί είχαν γίνει η σκιά της για τέσσερα 24ωρα και γνώριζαν το πρόγραμμά της. Όλοι στην υπηρεσία τους είχαν έντονο άγχος. Ήξεραν ότι ερευνούν μία υπόθεση με την οποία ασχολείται το πανελλήνιο και την οποία παρακολουθεί στενά ακόμα και ο ίδιος ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης. Στοιχεία σε βάρος της ύποπτης υπήρχαν, όχι όμως τέτοια που να «δένουν» απόλυτα τις κατηγορίες.
Η 35χρονη κατέβηκε στην ώρα της από το σπίτι για να πάει στο δικηγορικό γραφείο όπου εργαζόταν στο Κολωνάκι. Οι άντρες της Ασφάλειας τη σταμάτησαν για να την προσαγάγουν και τότε ήρθε γι’ αυτούς η μεγάλη έκπληξη. Τα στοιχεία που έλειπαν από την Αστυνομία βρέθηκαν ανέλπιστα στο πιο απίθανο σημείο.
Η γυναίκα που είχε αφήσει τους πάντες άναυδους με τη μεθοδικότητά και την οργάνωσή της, είχε μέσα στην τσάντα της την καστανόχρωμη περούκα που φορούσε την ημέρα της επίθεσης και την τηλεκάρτα που χρησιμοποίησε για να κλείσει το ταξί που τη μετέφερε στην Καλλιθέα. Τα ευρήματα συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι από την ημέρα που εκτόξευσε το βιτριόλι δεν άφησε από πάνω της τα σύνεργά της.
Οι αστυνομικοί είναι σχεδόν βέβαιοι ότι δεν πρόκειται για επιχειρησιακό λάθος. Η γυναίκα που τελικά συνελήφθη θα μπορούσε κάλλιστα να είχε εξαφανίσει τα πάντα. Είχε αποδείξει με πολλούς τρόπους ότι είχε μελετήσει με κάθε λεπτομέρεια τις κινήσεις της. Έμπειροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. εκτιμούν ότι η ψυχοσύνθεσή της ήταν τέτοια που ήθελε να κρατήσει στην κατοχή της την περούκα και τηλεκάρτα σαν «τρόπαιο». Σαν ένα «λάφυρο» που θα της προσφέρει ικανοποίηση για την εκδίκηση που πήρε από το θύμα και θα της υπενθυμίζει ότι τα κατάφερε.
Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Αθηνών «ξεκλείδωσαν» τις έρευνες την Πέμπτη 4 Ιουνίου, όταν από τις «σαρώσεις» των κινητών τηλεφώνων διαπίστωσαν ότι η ύποπτη είχε τηλεφωνήσει το βράδυ της 29ης Απριλίου με την ίδια τηλεκάρτα σε έναν υπήκοο Μπαγκλαντές που τον χρειαζόταν για εργασίες κηπουρικής. Από το κινητό τηλέφωνο του μετανάστη οι αστυνομικοί βρήκαν το προσωπικό τηλέφωνο της γυναίκας, η οποία τον είχε καλέσει και από την κανονική της συσκευή. Μέχρι τότε το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν υπήρχε στο κάδρο των ερευνών.
Από εκείνη τη στιγμή δόθηκε εντολή σε αστυνομικούς με πολιτικά να την ακολουθούν σε κάθε της βήμα. Εκείνη, ωστόσο, έφυγε το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος για διακοπές στο χωριό της στην Αιτωλοακαρνανία, προκαλώντας «πονοκέφαλο» στην Αστυνομία. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν οι αστυνομικοί είναι να ακούνε το τηλέφωνό της, καθώς στις 5 Ιουνίου πήραν έγκριση για άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Με αγωνία προσπαθούσαν κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου να καταλάβουν εάν η φωνή που ακούνε είναι η ίδια με αυτή που είχαν ήδη στην κατοχή τους από την κλήση της δράστιδος στην εταιρία ραδιοταξί. Έμπειρος αστυνομικός κατάλαβε από τις πρώτες επικοινωνίες της ότι πρόκειται για τη γυναίκα που αναζητά.
Η φυσική παρακολούθηση ξεκίνησε τη Δευτέρα με την επιστροφή της στην Αθήνα. Οι άντρες της Ασφάλειας αντιλήφθηκαν γρήγορα ότι η δράστις συνέχιζε κανονικά τη ζωή της και δεν έδινε την παραμικρή εντύπωση ότι κάτι συμβαίνει. Αγαπημένο της στέκι ήταν ένα καφενείο-ουζερί στου Ζωγράφου, όπου έβλεπε και τον άντρα με τον οποίο είχε εμμονή και ήθελε να συνάψει δεσμό.
Κατά τη διάρκεια των ίδιων κρίσιμων ημερών κλιμάκιο της Ασφάλειας μετέβει στο Θριάσειο Νοσοκομείο, προκειμένου να δείξει στην 33χρονη Ιωάννα φωτογραφίες από τέσσερις-πέντε ύποπτες γυναίκες. Δεν παρέθεσαν μόνο την περίπτωση της 35χρονης για να μην επηρεάσουν την Ιωάννα. Όπως λένε αρμόδιες πηγές στο «Έθνος της Κυριακής», όταν οι άντρες της Ασφάλειας έφτασαν στο όνομα της 35χρονης, η Ιωάννα είπε αυθόρμητα πως «η… είναι μια χαρά κοπέλα. Αποκλείεται να το έκανε αυτή». Οι δυο τους γνωρίζονταν από το σχολείο. Δεν είχαν ποτέ στενές επαφές, ήταν φίλες στο Facebook και είχαν αρκετούς κοινούς γνωστούς. Μάλιστα, συγγενικό πρόσωπο της Ιωάννας είχε παντρέψει την αδερφή της δράστιδος.
Η εμμονή της 35χρονης με το θύμα ξεκίνησε πριν από περίπου ένα χρόνο, όταν ερωτεύτηκε άντρα που εργάζεται σε εταιρία παραγωγής αθλητικών προγραμμάτων. Οι δυο τους γνωρίστηκαν στο καφενείο στου Ζωγράφου. Ο άντρας αυτός υποστήριξε στους αστυνομικούς ότι δεν είχε δεσμό με την 35χρονη αλλά ελεύθερη σχέση. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν στο «Έθνος της Κυριακής» ότι η τελευταία φορά που ειδώθηκαν ήταν στις 16 Μαΐου. Ο άντρας αυτός παράλληλα μιλούσε μέσω διαδικτυακής εφαρμογής (Messenger) με την Ιωάννα, κάτι που έγινε αντιληπτό από την 35χρονη. Στο μυαλό της θεώρησε ότι μπαίνει εμπόδιο ανάμεσα σε εκείνη και τον άντρα που επιθυμεί. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΛ.ΑΣ., ξεκίνησε να οργανώνει την επίθεση τουλάχιστον ένα μήνα πριν την εκδήλωσή της. Ενδεικτικό είναι ότι αγόρασε την περούκα στις 9 Μαΐου, με τους αστυνομικούς να θεωρούν ότι αυτή ήταν μία από τις τελευταίες πράξεις, κατά την προετοιμασία της φρικτής ενέργειας. Η τελευταία ήταν να κλείσει το ταξί που θα τη μετέφερε στην οδό Θησέως στην Καλλιθέα, όπου εργαζόταν ο στόχος της. Επικοινώνησε με γνωστή εταιρία ραδιοταξί, προσποιούμενη την Ελληνοαμερικανίδα που έχει σειρά συνεντεύξεων για εύρεση εργασίας σε εταιρίες στην Καλλιθέα. Όταν η οδηγός ταξί της ζήτησε ένα προσωπικό τηλέφωνο επικοινωνίας για την περίπτωση που συμβεί κάτι έκτακτο και αλλάξει η ώρα συνάντησης, εκείνη της απάντησε ότι είχε αμερικάνικο τηλέφωνο και δεν το έχει ενεργοποιήσει. «Μην ανησυχείς, η ώρα είναι στάνταρ», ήταν η χαρακτηριστική της έκφραση.
Ψύχραιμη
Το διάστημα που οργάνωνε το σχέδιό της η 35χρονη έκανε «like» σε αναρτήσεις της Ιωάννας στο Facebook και σχολίαζε τις φωτογραφίες της.
Παράλληλα, εκτιμάται ότι συγκέντρωνε πληροφορίες για εκείνη, όπως για το που βρίσκεται η ασφαλιστική εταιρία όπου εργάζεται, μέσω κοινών γνωστών ή ακόμα και συγγενικών προσώπων που φυσικά δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για την εμμονή της. Το καυστικό υγρό το προμηθεύτηκε μέσω διαδικτύου, έναντι 4,5 ευρώ .
Οι αστυνομικοί προσπάθησαν για ώρες να κάνουν την 35χρονη να ομολογήσει αλλά μάταια. «Ήταν ένας άνθρωπος που έμοιαζε να μην έχει παρακολουθήσει ούτε ένα λεπτό την επικαιρότητα. Έδειχνε αποστασιοποιημένη από τα γεγονότα. Σαν να μην έχει διαβάσει ή ακούσει τίποτα για την υπόθεση», περιγράφει στο «Έθνος της Κυριακής» αστυνομικός με γνώση των όσων έλαβαν χώρα μετά τη σύλληψή της. Ενώπιον του Εισαγγελέα υποστήριξε ότι αγόρασε την περούκα επειδή δεν είχε πετύχει η βαφή στα μαλλιά της. Στην ερώτηση γιατί έλειπε την επίμαχη ημέρα από τη δουλειά της, ανέφερε πως είχε πάει να φτιάξει τα νύχια της. Υποστήριξε, επίσης, ότι γνώριζε την Ιωάννα μέσω μίας ξαδέρφης της, χωρίς, όμως, ποτέ να τη ζηλεύει. Σε βάρος της ασκήθηκε δίωξη για το κακούργημα της απόπειρας ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Την ερχόμενη Τρίτη θα απολογηθεί στον Ανακριτή, ενώ την υπεράσπισή της ανέλαβε ο γνωστός ποινικολόγος, Σάκης Κεχαγιόγλου.
Πηγή: Έθνος της Κυριακής
Του Αλέξανδρου Καλαφάτη