Ανακοίνωση του ΕΚΑ Θεσσαλονίκης:
Δεν δεχόμαστε μετακινήσεις προσωπικού στη λογική του διαχωρισμού των Αστυνομικών σε “παιδιά και αποπαίδια”!!!
Σοβαρά ζητήματα και εύλογα ερωτήματα τίθενται πλέον για τις μετακινήσεις προσωπικού από τις Αυτοτελείς Κεντρικές Υπηρεσίες που εδρεύουν στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης προς ενίσχυση της Διεύθυνσης Αστυνομίας Θεσσαλονίκης, με καθήκοντα κυρίως για τους υγειονομικούς ελέγχους της πανδημίας του ιού COVID – 19 και ειδικότερα όσον αφορά την επιλογή του προσωπικού που μετακινείται, κάτι που ασφαλώς από πλευράς μας, το Ενωτικό Κίνημα Αστυνομικών -ΕΚΑ- Θεσσαλονίκης, ως συνδικαλιστικός οργανισμός – συνδυασμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1264/1982,οφείλει να καταγγείλει.
Συγκεκριμένα μας καταγγέλλονται πολλά παράπονα και τίθενται απορίες σε ό,τι αφορά την επιλογή του προσωπικού, αφού δεν τηρούνται οι συνταγματικές και διοικητικές αρχές της χρηστής διοίκησης, της ισότητας, της νομιμότητας, της αναλογικότητας, της καλής πίστης, της προστασίας του Δημοσίου συμφέροντος, εδώ και ένα (1) έτος που αποφασίζονται αυτές οι μετακινήσεις, είτε με τη μορφή της προσωρινής μετακίνησης είτε με της απόσπασης, καθόσον επιλέγονται είτε οι ίδιοι και οι ίδιοι Αστυνομικοί συνεχώς, ενώ κάποιοι απροκάλυπτα και παράτυπα εξαιρούνται σε μόνιμη βάση, αφού ευνοούνται από την εκάστοτε Διοίκηση, κατά παράβαση των Κανονισμών, είτε άλλοι Αστυνομικοί πάνε μόνο για ένα (1) μήνα και άλλοι ακόμα και για έξι (6) μήνες. Ενώ ακόμα γίνονται λανθασμένες επιλογές και στους βαθμούς του προσωπικού και δεν λαμβάνονται, σχεδόν καθόλου, υπόψη και τα κοινωνικά κριτήρια. Υπάρχουν πολλές καταγγελίες για ωμή καταστρατήγηση των διατάξεων των άρθρων 19 και 20 του π.δ. 100/2003, που αφορούν τις αποσπάσεις και τις προσωρινές μετακινήσεις, ιδιαίτερα για τα οριοθετημένα χρονικά περιθώρια των μετακινήσεων αυτών.
Οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι σε αρκετές επιλογές της κάθε Διοίκησης των Αυτοτελών Κεντρικών Υπηρεσιών για το ποιοι Αστυνομικοί θα επιλέγουν για τη μετακίνησή τους, απροκάλυπτα παραβιάζεται η αρχή της αμεροληψίας του Διοικητικού Δικαίου, δυστυχώς αποδεδειγμένα πλέον, διότι, ως διοικητικό όργανο η Διοίκηση που μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης (της απόφασης για τα πρόσωπα μετακίνησης), πρέπει να παρέχει τα εχέγγυα της αμερόληπτης κρίσης, κάτι που ασφαλώς δεν συμβαίνει, όταν μεταξύ ομοιόβαθμων και εχόντων την ίδια οργανική θέση και με παρόμοια οικογενειακή κατάσταση Αστυνομικών, οι όποιοι μάλιστα εκτελούν τα αυτά, τα ίδια δηλαδή υπηρεσιακά καθήκοντα και έχουν τις ίδιες ακριβώς υπηρεσιακές θέσεις και αρμοδιότητες, κάποιοι δεν μετακινούνται ποτέ και ορισμένοι άλλοι μετακινήθηκαν πολλούς μήνες και κατά παράβαση κιόλας των υποχρεωτικών διατάξεων του π.δ. 100/2003.
Ακόμα οφείλουμε να τονίσουμε επειδή έχουμε τη νόμιμη υποχρέωση ως εκλεγμένοι στο Αστυνομικό συνδικαλιστικό κίνημα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και τη νομολογία, ότι ενδεχομένως και με βάση τα προφορικά παράπονα που μας γνωστοποιούν οι συνάδελφοί μας, υπάρχουν ακόμα και φαινόμενα υπηρεσιακού λεκτικού εκφοβισμού (BULLING), με την έννοια να μην υποβάλλουν αναφορές παραπόνων ή να μην επικαλεστούν ότι έχουν υπερβεί τις ανώτατες χρονικές περιόδους μετακίνησής τους, ώστε να μετακινηθούν άλλοι που ουδέποτε μετακινήθηκαν.
Σε κάθε περίπτωση η λογική των ευνοημένων και των ημετέρων, καθώς και το να παρατηρούνται φαινόμενα επιλογής και διάκρισης αποδεικνύοντας τη λαϊκή φράση ότι υπάρχουν “παιδιά και αποπαίδια”, αποτελεί κάτι που στη σύγχρονη εποχή δεν μπορούμε να το δεχτούμε και είναι αυθαίρετη ενέργεια, εφόσον δεν τηρείται το σύνολο των Κανονισμών, οδηγώντας στα γνωστά αποτελέσματα των ευνοημένων και των αδικημένων. Άμεσα πρέπει να σταματήσουν όλες αυτές οι συμπεριφορές και οι αρμόδιοι που αποφάσιζαν με αυτά τα παράτυπα κριτήρια να κληθούν ακόμα και για εξηγήσεις σχετικά με ποια αιτιολογία ακριβώς αποφάσιζαν.
Ενώ βέβαια πλέον θα πρέπει να γνωστοποιήσουμε ότι σε αρκετές Υπηρεσίες δεν ασχολούνται κατά μεγάλο μέρος στις καθημερινές βάρδιες και καθηκόντά τους με τους υγειονομικούς ελέγχους για την πανδημία του ιού, αλλά με διάφορες άλλες αρμοδιότητες των Τμημάτων που μετακινούνται, εξαιτίας και του λόγου ότι είναι γνωστές οι εκατοντάδες κενές οργανικές θέσεις της πολύπαθης Διεύθυνσης Αστυνομίας Θεσσαλονίκης.
Το νέο πάρεργο των υγειονομικών ελέγχων που επικαλείται το Αρχηγείο μας και διαθέτει από τις Αυτοτελείς Κεντρικές Υπηρεσίες του με έδρα την Θεσσαλονίκη, συναδέλφους προς “δήθεν” κάλυψη αναγκών της Διεύθυνση Αστυνομίας Θεσσαλονίκης, είναι ο “μανδύας” για να καλυφθούν οι ανορθόδοξες στρατηγικές ελλιπούς σωστής διαχείρισης του υπάρχοντος Αστυνομικού δυναμικού της περιοχής μας, με αποτέλεσμα την επικείμενη διάλυση νευραλγικων Υπηρεσιών που η προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο είναι αδιαμφισβήτητη! Πλέον μετά από έναν (1) ολόκληρο χρόνο αδιάλειπτης συνέχισης της εν λόγω τακτικής από πλευράς της ηγεσίας, οι ευθύνες για την καταπάτηση των κατοχυρωμένων εργασιακών δικαιωμάτων του προσωπικού των συγκεκριμένων Υπηρεσιών είναι μεγάλες!
Ενημερώνουμε τους υπεύθυνους αυτής της κατάστασης ότι το ελλιπές προσωπικό πλέον έχει ξεπεράσει τα όρια του και παρόλα αυτά δεν κάνει την παραμικρή έκπτωση στις παρεχόμενες υπηρεσίες του, ίσα ίσα που με υψηλό αίσθημα αίσθησης του καθήκοντος, ευθύνης και αυταπάρνηση συνεχίζει καθημερινά μα προσφέρει το αγαθό της ασφάλειας, όμως οποιαδήποτε μορφή παράλειψης ή μειωμένης απόδοσης θα είναι αποκλειστικά ευθύνη όσων συνεχίζουν να στρουθοκαμηλίζουν, λαμβάνοντας εμφανώς λανθασμένες αποφάσεις κακής διαχείρισης του προσωπικού, που δεν ευνοούν το Δημόσιο και Υπηρεσιακό συμφέρον.
Το προσωπικό των συγκεκριμένων Υπηρεσιών βάζει συνεχόμενα “πλάτη” εδώ και τους δώδεκα (12) τελευταίους μήνες, είτε εντός είτε εκτός των πυλών (για τους ελέγχους COVID -19) της εκάστοτε Υπηρεσίας, αποδεικνύοντας το υψηλό αίσθημα ευθύνης που το διακατέχει! Η ηγεσία οφείλει να τα λάβει σοβαρά υπόψη της όλα αυτά και να πάρει σοβαρές αποφάσεις με μακροχρόνιο ορίζοντα και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα τοπικά υπηρεσιακά δεδομένα που επικρατούν στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Εμείς, από πλευράς μας, όπως οφείλουμε θα ενημερώσουμε, παράλληλα με όλες τις συνδικαλιστικές δράσεις μας, ακόμα και τους Βουλευτές του Νομού Θεσσαλονίκης για όλα τα ανωτέρω, ώστε αυτοί με τη σειρά τους να τα θέσουν αρμοδίως προς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, έτσι ώστε να αποκατασταθεί αφενός εύρυθμη λειτουργία όλων, ανεξαιρέτως, των Αστυνομικών Υπηρεσιών και αφετέρου να σταματήσουν οι άδικες και παράτυπες συμπεριφορές της εκάστοτε και οποιουδήποτε επιπέδου Αστυνομικής Διοίκησης σε βάρος των χαμηλόβαθμων Αστυνομικών.
Θεσσαλονίκη, 27 Μαρτίου 2021
Ενωτικό Κίνημα Αστυνομικών -ΕΚΑ- Θεσσαλονίκης