Ρεπορτάζ του Γιάννη Σουλιώτη στην Καθημερινή:
Για συμμετοχή σε δίκτυο που παρείχε κάλυψη σε οίκους ανοχής, στριπτιζάδικα και παράνομες χαρτοπαικτικές λέσχες ελέγχονται εν ενεργεία και απόστρατοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., όπως επίσης δικηγόροι, επιχειρηματίες και ένας δημοσιογράφος. Στο πλαίσιο έρευνας που ξεκίνησε η ΕΥΠ και συνεχίζει η Εισαγγελία Διαφθοράς, έχουν κληθεί και αναμένεται τις επόμενες ημέρες να δώσουν ανωμοτί εξηγήσεις συνολικά 28 άτομα. Θεωρούνται ύποπτοι για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, δωροδοκία, ξέπλυμα χρήματος κ.ά.
Η υπόθεση στηρίζεται σε υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και φυσική παρακολούθηση των υπόπτων. Η μυστική έρευνα ξεκίνησε το 2015 και τον Δεκέμβριο του 2016 ο τότε διοικητής της ΕΥΠ Γιάννης Ρουμπάτης διαβίβασε στην Εισαγγελία Εφετών μέρος του αποδεικτικού υλικού που είχε έως τότε συγκεντρώσει η υπηρεσία – cd με απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες και φωτογραφίες.
Στο επεξηγηματικό σημείωμά του προς την τέως εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, με ημερομηνία 9 Δεκεμβρίου 2016, ο κ. Ρουμπάτης ανέφερε μεταξύ άλλων: «Το κύκλωμα έχει καταφέρει να διεισδύσει σε σημαντικές υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας παρέχοντας την απαραίτητη κάλυψη σε καταστήματα με παράνομη δραστηριότητα, χρηματίζοντας εν ενεργεία υψηλόβαθμους αστυνομικούς με τη βοήθεια απόστρατων αξιωματικών, εξασφαλίζοντας μεγάλα χρηματικά ποσά».
Από επίσημα δικαστικά έγγραφα προκύπτει ότι τον Αύγουστο του 2018 η Εισαγγελία Διαφθοράς διαβίβασε στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. 90 cd με 106.410 καταγεγραμμένες τηλεφωνικές επικοινωνίες. Ζητούσε από την υπηρεσία να προχωρήσει στην απομαγνητοφώνησή τους, στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης που διενεργείτο. Η διαδικασία απομαγνητοφώνησης ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2018. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, απαντώντας στο αίτημα της εισαγγελίας για ολοκλήρωση της επεξεργασίας των cd σε ένα μήνα, ο επικεφαλής των «Αδιάφθορων» σημείωσε ότι «από τα μέχρι τότε ακούσματα των καταγεγραμμένων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων προέκυπτε ότι το περιεχόμενο αυτών δεν σχετίζεται με τη διερευνώμενη υπόθεση». Επιπλέον, διευκρίνισε ότι για την ολοκλήρωση της εισαγγελικής παραγγελίας θα απαιτείτο διάστημα 8-10 μηνών.
Τελικά, τον Μάιο του 2020 η Εισαγγελία Διαφθοράς ανέθεσε σε πταισματοδίκη τη λήψη ανωμοτί καταθέσεων από τους 28 υπόπτους για συμμετοχή στην υπόθεση. Σε έγγραφό της προς την 18η πταισματοδίκη η Εισαγγελία Διαφθοράς περιγράφει ότι τα μέλη του κυκλώματος προσέγγιζαν ιδιοκτήτες καταστημάτων με παράνομη δραστηριότητα για να τους εντάξουν στο πρόγραμμα «κάλυψης» όπως το αποκαλούσαν. Οι περισσότεροι, υπό τον φόβο των συλλήψεων, συμφωνούσαν και συμμετείχαν. Οσοι αρνούνταν να συμμετάσχουν συλλαμβάνονταν. «Τα χρήματα για έναν οίκο ανοχής ήταν πάνω από 1.000 ευρώ μηνιαίως, για τα studio 1.500 ευρώ μηνιαίως, για τα strip show ανάλογα με τη συμφωνία που είχε γίνει με το κύκλωμα, ενώ για τα παράνομα καζίνο το ποσό μπορούσε να φτάσει τις 5.000-7.000 ευρώ. Τα χρήματα που συγκεντρώνονταν, ξεπερνούσαν το 1.000.000 ευρώ μηνιαίως» αναφέρεται στο έγγραφο της Εισαγγελίας Διαφθοράς.
Κεντρικό πρόσωπο στην υπόθεση, σύμφωνα πάντοτε με τα αναγραφόμενα στα πληροφοριακά δελτία της ΕΥΠ και τα έγγραφα της εισαγγελίας ήταν ο επιχειρηματίας Δημήτρης Μάλαμας, που δολοφονήθηκε το φθινόπωρο του 2019 κοντά στα γραφεία της εταιρείας του, στο Χαϊδάρι. Πάντως, εν ενεργεία και πρώην αστυνομικοί όπως επίσης και δικηγόροι που κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις αρνούνται οποιαδήποτε ανάμειξή τους σε υπόθεση διαφθοράς. Μιλούν για «φουσκωμένη υπόθεση», αποσπασματικά στοιχεία και λανθασμένες εκτιμήσεις της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.