Πέρσι τέτοια μέρα, είχαμε το πρώτο καταγεγραμμένο κρούσμα Covid-19 στην Ελλάδα. Μέχρι τότε είχαμε μόνο κάποια μακρινή εικόνα του τι μας έρχεται. Και ξεκίνησε. Και δεν έχει τελειώσει ακόμα αν και ελπίζουμε ότι βλέπουμε κάποιο φως στην άκρη του τούνελ, πιθανότατα μετά το καλοκαίρι.

Η σιγουριά ότι το 2021 θα ήταν εύκολα καλύτερο από την προηγούμενη χρονιά έχει εξανεμιστεί. Προχωράμε βήμα-βήμα σε αχαρτογράφητα νερά.

Η ερώτηση που μας ταλαιπωρεί δεν είναι πλέον το «αν θα φύγει ποτέ αυτός ο εφιάλτης» αλλά το «τι θα αφήσει πίσω του».

Σήμερα, περίπου 200.000 κρούσματα και 6.400 απώλειες μετά, μετράμε τα κύματα και τις μεταλλάξεις και τους αριθμούς εμβολιασμένων.

Η σημερινή ημέρα είναι μία ευκαιρία να δούμε τι μάθαμε από την πανδημία μέχρι σήμερα και πώς θα τα αξιοποιήσουμε.

Το πρώτο και ίσως το πιο σημαντικό μάθημα είναι πως οι πολιτικές αποφάσεις και οι δράσεις που σχεδιάζονται οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα και την επιστημονική γνώση.

Μάθαμε επίσης πως κλειδί στην επιτυχία πολιτικών αποφάσεων είναι η ουσιαστική συμμετοχή και η εμπιστοσύνη της κοινωνίας.

Διαπιστώσαμε την ανάγκη να προσέχουμε και να φροντίζουμε τους πιο αδύναμους (συμπερίληψη).

Είδαμε τέλος την τεράστια ανάγκη αφενός να ενισχύσουμε τα συστήματα Δημόσιας Υγείας αφετέρου να επενδύσουμε στην πρόληψη και αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτίων που υποβαθμίζουν την υγεία μας.

Έτσι, μάθαμε (με πολύ τραγικό τρόπο, είναι αλήθεια) ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση, η κατάρρευση της βιοποικιλότητας, η εισβολή μας σε παρθένα οικοσυστήματα, η εντατική κτηνοτροφία και η ανάγκη της για μετατροπή παρθένων δασικών εκτάσεων σε βοσκοτόπια και χωράφια σόγιας και η κλιματική κρίση (μερικά από τα βασικά αίτια υποβάθμισης της υγείας) ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ.

Θα ήταν αυτοκαταστροφικό να συνεχίσουμε να τα αγνοούμε και να αναβάλουμε τις απαραίτητες δράσεις για μετά. Γιατί το μετά είναι…τώρα.

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη στροφής σε μία πιο βιώσιμη κοινωνία, η μεν Ευρωπαϊκή Ένωση με μία σειρά πρωτοβουλιών και μέτρων ζητά από τα κράτη-μέλη να αναλάβουν δράση με σκοπό μία πιο βιώσιμη κοινωνία, πιο πράσινη (κυκλική) οικονομία και κλείσιμο της ψαλίδας των κοινωνικών ανισοτήτων.

Την ίδια στιγμή ο ΟΟΣΑ προτείνει να προχωρήσουμε επιτέλους σε μία οικονομία πέραν της διόγκωσης του ΑΕΠ (υπερκατανάλωση, συγκεντρωση πόρων κοκ) και η κυβέρνηση της Μεγάλης Βρετανίας ζητά την κεφαλαιοποίηση της βιοποικιλότητας ώστε να αναδειχθεί η πραγματική της αξία!

Ναι, ζούμε μοναδικές στιγμές και καλό είναι να τις αντιμετωπίσουμε ως τέτοιες!

Το Ταμείο Ανάκαμψης πέρα από ευκαιρία θα είναι και μία μεγάλη δοκιμή για την κυβέρνηση, τον επιχειρηματικό κόσμο και την κοινωνία.

Το πώς θα χρησιμοποιηθεί, θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και το μέλλον μας ως κοινωνία.

Θα το δούμε σαν εργαλείο να ενισχύσουμε όσα μας έφεραν ως εδώ ή να ενισχύσουμε τα πρώτα απαραίτητα βήματα που θα μας οδηγήσουν σε μία πιο δίκαιη κοινωνια και μία οικονομία που σέβεται το περιβάλλον και τα πλανητικά όρια και αντιμετωπίζει έγκαιρα την κλιματική κρίση και την κατάρρευση της βιοποικιλότητας;

Το βασικό ερώτημα λοιπόν, έναν χρόνο μετά, είναι το εξής απλό: θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων ή θα περιοριστούμε σε ευχές και πιλοτικές εφαρμογές, ενω ο κύριος κορμός των δραστηριοτήτων μας βάζει όλο και πιο βαθιά στην επόμενη (συνδυασμένη) κρίση;

Ο τρόπος λοιπόν που θα αξιοποιηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης αναδεικνύεται σε λυδία λίθο για την αναγκαία μετάβαση.

Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψηςπου τέθηκε σε διαβούλευση είναι γενικόλογο, δεν κάνει αναφορά σε συγκεκριμένες δράσεις, επιμένει σε επενδύσεις σε λανθασμένες/ ξεπερασμένες κατευθύνσεις, στερείται φιλοδοξίας και οράματος.

Περιμένουμε με αγωνία την επικαιροποιημένη πρόταση η οποια θα τεθεί σε διαβούλευση και – τελικά – θα σταλεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Έχουν ήδη κατατεθεί προτάσεις που αναδεικνύουν σημερινές αδυναμίες και προτείνουν λύσεις.

Παράλληλα, έχουν ξεκινήσει πρωτοβουλίες για την εμπλοκή της κοινωνίας των πολιτών και της κοινωνίας σε αυτη την κρίσιμη συζήτηση.

Έναν χρόνο μετά, οφείλουμε να έχουμε γίνει κατά τι σοφότεροι. Οχι για το καλό των παιδιών των παιδιών μας, αλλά για εμάς τους ίδιους και τα αγαπημένα μας πρόσωπα.

Οι σημερινές μας επιλογές (αναγκαίες πρωτοβουλίες ή αδράνεια-επιστροφή στα “παλιά”) θα κρίνουν το αν/πότε θα ζήσουμε την επόμενη κρίση.





ΠΗΓΗ