Η σιγουριά με την οποία, σχεδόν όλοι μας, θεωρούμε δεδομένο ότι το 2021 θα είναι καλύτερο από το 2020 (κατά πολλούς η “χειρότερη χρονιά στη ζωή τους”) δείχνει ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη για αισιοδοξία, η οποία όμως κυκλοφορεί μπερδεμένη με μπόλικη απελπισία και κάμποση αφέλεια.
Ναι, προφανώς έχουμε μεγάλη ανάγκη να “πάει” καλύτερα η καινούργια χρονιά, μόνο που αυτό δεν θα γίνει από μόνο του. Το πώς και πού θα πάνε οι επόμενες χρονιές μας κρίνεται αποκλειστικά από τις δικές μας επιλογές σήμερα. Προσωπικές και πολιτικές.
Καθώς κορυφώνεται η διαφωνία για το αν ζούμε το τέλος του δεύτερου κύματος της πανδημίας ή την αρχή του τρίτου, είναι ευκαιρία να δούμε τι μάθαμε από την πανδημία μέχρι σήμερα και πώς θα τα αξιοποιήσουμε στη χρονιά που ξεκινά.
Το πρώτο και ίσως το πιο σημαντικό μάθημα του 2020 είναι πως οι πολιτικές αποφάσεις και οι δράσεις που σχεδιάζονται οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα και την επιστημονική γνώση.Μάθαμε επίσης πως κλειδί στην επιτυχία πολιτικών αποφάσεων είναι η έγκαιρη ενημέρωση και ουσιαστική συμμετοχή της κοινωνίας και διαπιστώσαμε την ανάγκη να προσέχουμε και να φροντίζουμε τους πιο αδύναμους (συμπερίληψη).
Είδαμε τέλος την τεράστια ανάγκη αφενός να ενισχύσουμε τα συστήματα Δημόσιας Υγείας αφετέρου να επενδύσουμε στην πρόληψη και αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτίων που υποβαθμίζουν την υγεία μας, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, η κατάρρευση της βιοποικιλότητας, η εισβολή μας σε παρθένα οικοσυστήματα, η εντατική κτηνοτροφία και η ανάγκη της για μετατροπή παρθένων δασικών εκτάσεων σε βοσκοτόπια και χωράφια σόγιας και η κλιματική κρίση (μερικά από τα βασικά αίτια υποβάθμισης της υγείας). Με βάση το κόστος σε ανθρώπινες ζωές, στην κοινωνία και την οικονομία, δεν πρέπει να κάνουμε το ίδιο λάθος και να συνεχίσουμε να τα αγνοούμε ή να καθυστερούμε/ αναβάλουμε τις απαραίτητες δράσεις με την παρέλευση αυτής της πανδημίας. Γιατί προφανώς θα υπάρξει και επόμενη και τώρα πλέον γνωρίζουμε τι θα πρέπει να προλάβουμε.
Μπροστά στις αναμενόμενες συνέπειες στην οικονομία από τα διαδοχικά lockdown του 2020 και την άρση πληθώρας δραστηριοτήτων, πολλές χώρες/ διακρατικοί οργανισμοί έβαλαν “στο τραπέζι” σημαντικά ποσά για την ανάκαμψη. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η προηγούμενη φορά που είδαμε τόσο μεγάλα ποσά για την ανάκαμψη και την ανάπτυξη ήταν με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σημειολογικά, τα κρούσματα της πανδημίας πλησιάζουν τις απώλειες ανθρώπινων ζωών κατά τον μεγάλο Πόλεμο. Ακόμα δεν ξέρουμε πόσες θα είναι τελικά οι απώλειες, είναι όμως βέβαιο ότι η συγκεκριμένη πανδημία δεν θα είναι η τελευταία. Έχουμε λοιπόν να επιλέξουμε αν απλώς θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι για την επόμενη πανδημία ή αν θα δείξουμε το απαραίτητο θάρρος ώστε να προχωρήσουμε στις αναγκαίες αλλαγές που θα αντιμετωπίσουν τα γενεσιουργά αίτια (root causes). Η επιλογή αυτή θα γίνει εντός του 2021 και εν πολλοίς θα κρίνει το μέλλον μας και το μέλλον της ανθρωπότητας.
Τα πρώτα σημάδια πάντως δεν είναι ενθαρρυντικά.
Τολμώ να προβλέψω ότι ο τομέας της ενέργειας και η απαραίτητη ενεργειακή μετάβαση είναι το εύκολο και προφανές πεδίο δράσης για το 2021. Οδεύομε προς πλήρη απανθρακοποίηση της οικονομίας (παρά τις παράλογες και επικίνδυνες εμμονές στις εξορύξεις αερίου στα βάθη των θαλασσών μας). Τα μόνα αναπάντητα ουσιαστικά ερωτήματα έχουν να κάνουν με το αν αυτή θα γίνει όσο γρήγορα επιτάσσει η επιστήμη (ή για άλλη μια φορά θα επιλέξουμε να προστατεύσουμε ξεπερασμένες λογικές, τεχνολογίες και επενδεδυμένα συμφέροντα) και το αν θα είναι κοινωνικά δίκαιη. Ήτοι αν θα οδηγήσει σε περαιτέρω συγκέντρωση πλούτου στα χέρια παλαιών ή νεότερων ενεργειακών “τζακιών” (ελίτ) ή αν θα δώσει ευκαιρίες ουσιαστικής συμμετοχής στην κοινωνία (μέσα πχ από τις ενεργειακές κοινότητες).
Δυστυχώς, σε άλλους τομείς που χρήζουν σημαντικών τομών, τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα ενώ σε κάποιους από αυτούς υπάρχει απόλυτη αδράνεια. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ίσως, ο αγροδιατροφικός τομέας. Εκεί, κυριαρχεί ακόμα η λογική της στρεμματικής επιδότησης, ενώ θα έπρεπε να παίρνονται επειγόντως μέτρα για ενίσχυση παραγωγών με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια και κριτήρια προστασίας βιοποικιλότητας που μάλιστα εφεξής πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε κάθε απόφαση για αξιοποίηση δημόσιων κονδυλίων. Αυτονόητο επίσης θεωρώ πως, με τόση διαθέσιμη επιστημονική γνώση, θα έπρεπε ήδη να ανακοινώνονται μέτρα για την απομάκρυνση της ελληνικής γεωργίας από εντατικές μονοκαλλιέργειες με αυξημένες εισροές (φυτοφάρμακα, χημικά λιπάσματα, νερό), στροφή σε ντόπιες ποικιλίες και μικρές διαφοροποιημένες παραγωγές προσαρμοσμένες σε πραγματικές διατροφικές ανάγκες της κοινωνίας. Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν πολλά, καλά αλλά μικρά θετικά παραδείγματα ανά την επικράτεια. Τα κακά νέα είναι ότι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης εξακολουθεί να ενισχύει όλες τις προβληματικές λογικές που μας έφεραν ως εδώ.
Παρόμοια κατάσταση ισχύει και στον τομέα της εντατικής κτηνοτροφίας. Δεν χρειάζεται βαθιά επιστήμη για να συνδυάσει κανείς την κατανάλωση βιομηχανικού κρέατος με την καταστροφή του Αμαζονίου και τη μετατροπή του σε βοσκοτόπια και χωράφια σόγιας.Η ανάγκη κατακόρυφης μείωσης της κατανάλωσης κρέατος είναι προφανής. Για λόγους υγείας, προστασίας της βιοποικιλότητας, προστασίας του κλίματος, προστασίας βασικών δικαιωμάτων ιθαγενών πληθυσμών, μείωσης της πιθανότητας νέων ζωονόσων/ επιδημιών. Προφανής σε όλους; Όχι. Δυστυχώς δεν έχει γίνει ακόμα προφανής στην (εκάστοτε) ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Ρόλος μας λοιπόν να το διεκδικήσουμε και να το πετύχουμε.
Αντίστοιχα, στον τομέα των μεταφορών, το 2020 κλείνει με χαμόγελα και πανηγυρισμούς για τη δέσμευση της κυβέρνησης για στροφή προς την ηλεκτροκίνηση, θεωρώντας ότι η απαραίτητη ηλεκτρική ενέργεια θα παράγεται από καθαρές πηγές. Αν αυτό δεν συνδυαστεί με στόχους και μέτρα για τη μείωση των οχηματοχιλιομέτρων, φοβάμαι ότι οι πόλεις μας θα συνεχίσουν να είναι απάνθρωπες, παραδομένες στην (ηλεκτρική) αυτοκίνηση και όχι στους πολίτες. Όσο οι πεζοδρομήσεις και οι ποδηλατόδρομοι αντιμετωπίζονται “τουριστικά” (ναι, αναφέρομαι στον “μεγάλο περίπατο” που πήγε άπατος), τόσο η αυτοκίνηση θα καταλαμβάνει το χώρο που θα έπρεπε να μας ανήκει. Δεκάδες εξαγγελίες και πρωτοβουλίες για βιώσιμες πόλεις βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Το 2021 είναι πλέον η εποχή τους να βγουν από τη φάση της “πιλοτικής εφαρμογής” και να εφαρμοστούν σε μεγάλη κλίμακα με την πρέπουσα διαβούλευση και τη συμμετοχή των πολιτών.
Για όλα τα παραπάνω, όπως αποδείχθηκε και κατά την πανδημία, ο ρόλος και η ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας είναι κομβικής σημασίας. Το 2021, κεντρική διοίκηση, Περιφέρειες, ΟΤΑ καλούνται να επιλέξουν αν θα σχεδιάζουν και θα αποφασίζουν ερήμην της κοινωνίας και για λογαριασμό της, ή αν θα δοκιμάσουν επιτέλους να την συμπεριλάβουν εξ αρχής στο σχεδιασμό.
Θα πείτε ότι όλα αυτά είναι δύσκολα και για να υλοποιηθούν απαιτούνται σημαντικοί πόροι.
Εδώ, επιτέλους, πρέπει να γίνει η απαραίτητη αναφορά στον ελέφαντα στο δωμάτιο που δεν είναι άλλος από το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι η πρώτη φορά, εδώ και πολλές δεκαετίες που, τόσα πολλά χρήματα μπαίνουν στο τραπέζι (πάνω από 30 δισεκατομμύρια μέχρι το 2026). Το αν αυτά θα χρησιμοποιηθούν για να ενισχύσουν τις προβληματικές επιλογές που μας οδήγησαν στα σημερινά αδιέξοδα ή αν θα στηρίξουν τις απαραίτητες αλλαγές, είναι το σημείο που θα χαρακτηρίσει την καινούργια χρονιά. Η Greenpeace έχει καταθέσει προτάσεις για την αξιοποίηση των πόρων και για το πώς θέλουμε να μοιάζει το μέλλον μας. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης που τέθηκε σε διαβούλευση είναι γενικόλογο, δεν κάνει αναφορά σε συγκεκριμένες δράσεις, επιμένει σε επενδύσεις σε λανθασμένες/ ξεπερασμένες κατευθύνσεις, στερείται φιλοδοξίας και οράματος. Το 2021 θα μείνει στην ιστορία είτε ως η χρονιά που επιλέξαμε να κρυφτούμε πίσω από το δάχτυλό μας, να ξαναβάλουμε τα προβλήματα κάτω από το χαλί μέχρι την επόμενη κρίση, είτε ως η χρονιά που τολμήσαμε να κάνουμε τα απαραίτητα βήματα μπροστά.
Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν ήξερε. Το 2021, θα είμαστε οι επιλογές μας και οι συνέπειές τους.