TT News Agency via Reuters
Η επιλογή του Χρήστου Στυλιανίδη ως υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας ασφαλώς αποτελεί ασυνήθιστη κίνηση.
Πηγαίνει κόντρα στα ”ήθη και έθιμα” της ελληνικής πολιτικής ζωής. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, κάθε υπουργική θέση που ”ανοίγει” προσφέρει στον εκάστοτε πρωθυπουργό μία ευκαιρία να βολέψει ένα κομματικό στέλεχος, ένα ”πιστό” συνεργάτη του ή – δυστυχώς συνέβη αμέτρητες φορές και αυτό τις τελευταίες δεκαετίες – ένα συγγενικό του πρόσωπο.
Από αυτή την πεπατημένη, δεν ξέφυγαν ακόμα και πρωθυπουργοί που αναγνωρίστηκαν ως επιτυχημένοι, εξασφαλίζοντας για πολύ καιρό την παραμονή τους στην εξουσία και προσφέροντας στα κόμματά τους ”κυβερνησιμότητα” για πολλά χρόνια στην συνέχεια.
Αν ακολουθούσε ο Μητσοτάκης αυτό το παράδειγμα, δεν είχε παρά να στρέψει το βλέμμα του στον ”πάγκο” της ΝΔ και να δείξει έναν ακόμα νέο βουλευτή που με χαρά και φιλοδοξία θα αναλάμβανε μία αποστολή, χωρίς να γνωρίζει απαραίτητα ούτε τι σημαίνει Πολιτική Προστασία, ούτε γιατί συνιστά απειλή η Κλιματική Αλλαγή. Ένα πρόσωπο που θα μπορούσες να το πεις και μαθητευόμενο μάγο.
Στις ανακοινώσεις που εξέδωσαν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ για την υπουργοποίηση του Κύπριου πρώην επιτρόπου της ΕΕ, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής: από κοινού διαπιστώνουν ”ένδεια στελεχών” στη ΝΔ, που θεωρούν ότι υποχρέωσε τον Μητσοτάκη να αναζητήσει λύση με μεταγραφή από την Κύπρο για τον συγκεκριμένο ρόλο.
Αναρωτιέμαι πόσα κρυφά ταλέντα διαθέτουν τα κομματικά επιτελεία – όχι ότι στη ΝΔ είναι διαφορετική η εικόνα – έτοιμα να διαχειριστούν την Κλιματική Κρίση και να λύσουν μαγικά το πρόβλημα με την Πολιτική Προστασία.
Ακόμα και αν ο Μητσοτάκης κατέληξε λόγω ”ένδειας στελεχών” στο πρόσωπο του Στυλιανίδη, η συγκεκριμένη επιλογή παραμένει με τεράστια διαφορά η πιο λογική που θα μπορούσε να κάνει ένας πρωθυπουργός.
Το πιο απλό είναι συχνά και το δυσκολότερο στη ζωή και στην πολιτική. Η Κλιματική Αλλαγή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο πλανήτης και ένα πρόβλημα που μέχρι πρότινος παρίσταναν ότι δεν βλέπουν πανίσχυροι ηγέτες και κυβερνήσεις. Τώρα τα ψέματα τελειώνουν και μία θύελλα ξεσπάει με ολοένα και μεγαλύτερη ορμή στα κεφάλια μας.
Αν υπάρχει κάποιος που έχει ασχοληθεί σοβαρά και έχει λάβει ήδη αποφάσεις για την αποτροπή της καταστροφής στην Ευρώπη, αυτός είναι ο Στυλιανίδης. Συμβαίνει να είναι Κύπριος και αυτό ασφαλώς τον φέρνει πολύ κοντά μας σε σχέση με ένα Γάλλο ή ένα Γερμανό πολιτικό. Συμβαίνει να είναι κεντροδεξιός, δηλαδή πολιτικά συμβατός με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενώ ακόμα και αν ήταν αριστερός προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα άλλαζε κάτι. Δεν υπάρχει αριστερός και δεξιός αν μιλάμε για φυσικές καταστροφές. Και δεν πιστεύω ότι υπάρχει χρόνος ή περιθώρια για τέτοιου είδους εμμονές, όταν μία μεγάλη κρίση εξελίσσεται σε άμεσο κίνδυνο για συμπολίτες μας και για τον τόπο.
Ο Μητσοτάκης επέλεξε ένα πολιτικό – τεχνοκράτη εν προκειμένω. Η πολιτική, το πιστεύω και το γράφω συχνά, δεν είναι λειτούργημα αλλά επάγγελμα πολύ υψηλών απαιτήσεων στον σύγχρονο κόσμο. Χρειαζόμαστε υπερβάσεις. Χρειαζόμαστε περισσότερους ικανούς και λιγότερους ”κομματικούς καριερίστες”.
Χρειαζόμαστε μη κοινοβουλευτικούς υπουργούς που να μην κατεβάζουν τα μολύβια ένα χρόνο πριν από τις κάλπες και να μη μετρούν τις δύσκολες αποφάσεις τους με κριτήριο τα σταυρουδάκια της εκλογικής περιφέρειάς τους.
Ο Στυλιανίδης μπορεί να αποδειχθεί μία τέτοια, πολύτιμη επιλογή. Και αν ακόμα δεν λάμψει ως υπουργός, πάντως τον χρειαζόμαστε γιατί συμβολίζει μία επιλογή με σύγχρονα κριτήρια. Με τα κριτήρια που πρέπει να υπερισχύσουν, αν θέλουμε να βγούμε όρθιοι ως πολίτες και ανταγωνιστικοί ως χώρα την επόμενη ημέρα της πανδημίας και την παραμονή της μεγαλύτερης μάχης που καλείται να δώσει ενωμένη, όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά η Ευρώπη και ολόκληρη η διεθνής κοινότητα απέναντι σε παγκόσμιες απειλές.
Ναι, δεν είναι συμβατική επιλογή. Είναι μία συνταγή που δοκιμάζεται για πρώτη φορά. Ποιός λέει, όμως, ότι στην πολιτική δεν απαιτείται θάρρος και φαντασία; Και, αληθεια, υπάρχει κάποιος που μπορεί σοβαρά να ισχυριστεί ότι διαθέτουμε τόσο ικανό, αποτελεσματικό και επαρκές πολιτικό προσωπικό στην Ελλάδα, ώστε να μας περισσεύουν όλες οι άλλες λύσεις;