Α, τι λέτε, σοβαρά; Σκάνδαλο! Μίλησε ένα μέλος των ταγμάτων Αζόφ της Μαριούπολης στο βίντεο του Ζελένσκι στη Βουλή και μερίδες της ελληνικής πολιτικής τάξης εξεγέρθηκαν. Όχι μόνον ο Αλέξης Τσίπρας, που μας έφαγε επί 10 χρόνια τ’ αυτιά με την ακροδεξιά, για να πάει να κυβερνήσει στο τέλος με τον Καμμένο, αλλά και ο Αντώνης Σαμαράς, που ενοχλήθηκε με το Αζόφ, όχι όμως με τον Τάκη Μπαλτάκο και τα ραντεβού που έκανε με τον Ηλία Κασιδιάρη, μήπως και καταφέρει ο τελευταίος και πετύχει το λίφιτνγκ του εγχώριου νεοναζιστικού μορφώματος.

Και από πού ήταν αυτός ο «Αζόφ»; Από την Μαριούπολη που δεν έχει μείνει ντουβάρι για ντουβάρι όρθιο, καθώς πρόλαβαν να την εξωραΐσουν οι Ρώσοι αναμορφωτές μετατρέποντάς την σ’ ένα απέραντο τοπίο χαλασμάτων και θανάτου.

Να με συγχωρείτε, αλλά εμένα όλη αυτή η αντίδραση μου φαίνεται λιγάκι προσχηματική. Εδώ και πάνω από 10 χρόνια, το καθεστώς Πούτιν σπεύδει να χρηματοδοτήσει όποιον φασίστα αναπνέει στην Ευρώπη –σε μια προσπάθεια να στήσει μια ακροδεξιά ”Κομιτέρν” προκειμένου να δημιουργήσει πολιτικό κλίμα ομόλογο του καθεστώτος του, αλλά και να προκαλέσει ρήγμα στο εσωτερικό του αντιπάλου– και ορισμένοι σκίζουν τα ιμάτιά τους για την διεθνή απειλή που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύει το Αζόφ.

Το οποίο, από το 2016, έχει ενταχθεί στον ουκρανικό στρατό και σε αυτό υπηρετούν όχι μόνον νεοναζί αλλά κυρίως κάτοικοι –μεταξύ των οποίων και πολλοί Έλληνες– του Ντονμπάς και ιδίως της Μαριούπολης, ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Φυσικά, οι νεοναζί είναι υπαρκτοί, όμως, το πολιτικό σκέλος που ίδρυσε το τάγμα το 2014, δεν καταφέρνει μπει στη βουλή και δεν λαμβάνει σε συμμαχία με άλλες ακροδεξιές δυνάμεις ούτε καν 3%.

Βέβαια όλα αυτά είναι γνωστά. Εκείνο που δεν έχει σχολιαστεί τόσο, στη στάση όσων εξανίστανται στην Ελλάδα για τα περί Αζόφ, είναι ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει τη θεμελιώδη διαφορά που υπάρχει… ανάμεσα στον Πόλεμο και την Ειρήνη –γιατί έχουν ξεχάσει τι σημαίνει εμπόλεμη κοινωνία. Στηλιτεύουν επομένως τους νεοναζί του Αζόφ, λες και η κοινωνική και πολιτική ζωή της Ουκρανίας να μπορεί να συγκριθεί με της Ελλάδας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας που ευτύχισε να μην ζήσει στα κοντά ή να ζει τώρα ολοκληρωτικό πόλεμο.

Είναι πολύ λυπηρό, να βλέπει κανείς απόμαχους της σφοδρής τρικυμίας μέσα σε ένα ποτήρι νερό που υπήρξε πολιτικά η Μεταπολίτευση, και οι οποίοι πειραματίζονταν –σχετικά ανώδυνα σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές Ελλήνων– με κάθε είδους ελευθεριακότητα, να κουνούν τώρα το δάκτυλο σε έναν άγνωστό τους στρατιώτη ο οποίος αμύνεται του εισβολέα σε μια κατεστραμμένη πόλη, ενώ δίπλα του πεθαίνουν από τη δίψα άμαχοι εγκλωβισμένοι στα χαλάσματα, και που το πιο πιθανόν είναι να συναντήσει και το δικό του τέλος εκεί.

Αυτή η στάση αν μη τι άλλο δείχνει απουσία ενσυναίσθησης. Πρόσληψη των γεγονότων σαν να ζούμε σε Μάτριξ, όπου ο πόλεμος είναι μια απλή διαδοχή άψυχων εικόνων, και τοποθέτηση απέναντι τους με κύριο κίνητρο την αυτοδικαίωση. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που σε οποιαδήποτε άλλη περίσταση μιλούν με μια απίστευτη ηθική αλαζονεία, λες και έχουν πάρει πρωτάθλημα στην ευσέβεια, την καλοσύνη, και την συμπάθεια.

Πώς το έλεγε ο Τζιμάκος στο Κάγκελα Παντού; «Εγώ δεν θα πάρω άλλο/φχαριστώ δεν είμαι φίλος».

Υ.Γ.: Το πρόβλημα δεν είναι τι λέει ή το τι δε λέει ο πρόεδρος της Ουκρανίας προς τα κοινοβούλια της Ελλάδας και της Κύπρου σε σχέση με την κατοχή της τελευταίας. Το πρόβλημα είναι ότι δεν μιλάνε οι ελλαδίτες και οι κυπραίοι βουλευτές γι′ αυτήν.

Ότι οι ηγεσίες των δύο πόλων του ελληνισμού πολύ συχνά την ξεχνάνε ή όταν την θυμούνται το κάνουν για να προωθήσουν καταστροφικά σενάρια λύσης επί του κυπριακού.

Το πρόβλημα εδώ στην ελλαδική κοινωνία είναι, για να δώσω ένα παράδειγμα, ότι όταν η Πρωτοβουλία Μνήμης Ισάακ-Σολωμού ήρθε σε πανελλαδική περιοδεία το καλοκαίρι, μαζί με την οικογένεια του Τάσου Ισάακ, στο πλαίσιο μιας καμπάνιας που απαιτούσε δικαιοσύνη για τις δολοφονίες τους, ότι οι Θεσσαλονικείς που την υποδέχθηκαν στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Λευκό Πύργο δεν ήταν πάνω από 25.





ΠΗΓΗ