Οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές διεξαχθούν, δεν θα είναι «βόλτα στο πάρκο». Θα είναι μια δύσκολη αναμέτρηση για όλους.

Κι αν μάλιστα στις εσωκομματικές εκλογές στο ΚΙΝΑΛ (ΠαΣοΚ) καταφέρει να εκλεγεί Πρόεδρος ο Νίκος Ανδρουλάκης, τότε θα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΎΡΙΖΑ. 

Σήμερα εξακολουθεί να παρατηρείται στην Ελλάδα η αίσθηση κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας, που κάθε αντικειμενικός κριτής έβλεπε από το 2016 και μετά.

Η αίσθηση κυριαρχίας  θεμελιώθηκε από τη διαχείριση της Νέας Δημοκρατίας στην κρίση της πανδημίας.

Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν νέα στην εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ κι ο Αλέξης Τσίπρας κουβαλούσαν μεγάλο βάρος δυσαρέσκειας στις πλάτες τους και το ΚΙΝΑΛ αποτελούσε μια σταθερά ιστορικής αποδρομής, οπότε οι πολίτες υπερθεμάτιζαν σε κάθε θετικό που έβλεπαν και συγχωρούσαν αρρυθμίες.  

Σ αυτό το κλίμα η κυριαρχία αυτή της Νέας Δημοκρατίας θα αντιμετωπίσει τις ακόλουθες τέσσερεις σημαντικές προκλήσεις στο αμέσως επόμενο διάστημα: 

1) Το γεγονός ότι η πανδημία δεν έχει κάνει τον κύκλο της. Έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση της, αλλά ακόμα έχουμε δρόμο.

Η αίσθηση ολοκλήρωσης μιας μοναδικής ιστορικά περιόδου, όπως τεχνηέντως παρουσιάζεται, και η έναρξη επιστροφής στην κανονικότητα, χωρίς ταυτόχρονη ενημέρωση προς τους πολίτες περί των κινδύνων, ενδέχεται να φέρει πισωγυρίσματα, που θα στιγματίσουν σ’ αυτή τη φάση την Κυβέρνηση που λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις.

2) Τη διατήρηση της πορείας τυφλής υπακοής στα κελεύσματα των Βρυξελλών και του Βερολίνου όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων χωρίς εκμετάλλευση της μοναδικότητας της Ελλάδας, μοναδικότητας που προέρχεται από το γεγονός ότι η Ελλάδα μπήκε στην κρίση της πανδημίας προερχόμενη από μία άλλη, αυτή των μνημονίων.

Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα οι όποιες «εκτός κουτιών» λύσεις που έχουν προταθεί ελάχιστα υπηρετούν τους πολίτες που προέρχονται από την μεγαλύτερη κρίση που έζησε ιστορικά ανεπτυγμένη χώρα.

Το γεγονός ότι η πτωχευτική διαδικασία, απόρροια της επιθυμίας των συμμάχων, δεν διαφοροποιήθηκε σε κανένα σημείο, παρότι περνάμε τον κυκεώνα μιας πανδημίας  αποτελεί ελάχιστη απόδειξη ότι συνεχίζουμε την πολιτική των τελευταίων ετών, ήτοι της τυφλής αποδοχής των ευρωπαϊκών επιταγών χωρίς δυνατότητα ελληνικού οράματος. 

Στο σημείο αυτό δεν θα ήθελα να παρεξηγηθώ: δεν μιλάμε για επανάσταση απέναντι στο μοναδικό σύμμαχο που έχουμε και ο οποίος αν δεν υπήρχε θα ήμασταν σίγουρα μια «ευρωπαϊκή Αργεντινή».

Χρειαζόμαστε την Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα περισσότερο από ποτέ. Αναφερόμαστε στην ανάγκη παρουσίασης ενός ελληνικού σχεδίου απόρροια του ελάχιστου γεγονότοςότι στην Ελλάδα πριν από την κρίση της Πανδημίας σχεδόν 7 στους 10 Έλληνες, με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ τον Φεβρουάριο του 2020, βρίσκονταν σε δεινή οικονομική θέση. 

Τοσημερινό σχέδιοείναι πραγματικά ευτύχημα που το έχουμε, εντούτοις δείχνει να απαντάει στο μέλλον αποκλειστικά με βάση τα ευρωπαϊκά δρώμενα κι όχι τις ελληνικές ιδιαιτερότητες έτσι όπως διαμορφώθηκαν ύστερα από τις παράπλευρες απώλειες  εκατομμυρίων συμπολιτών μέσα στα δέκα χρόνια της κρίσης των μνημονίων.

3) Τον κίνδυνο της αλαζονείας. Στο πέρασμα της πανδημίας υπήρχαν μικρά, αλλά σημαντικά λαθάκια, στη διαχείριση της καθημερινότητας. Σχεδόν κανένα απ’ αυτά δεν ήρθαν να αγγίξουν το μαλακό υπογάστριο της Κυβέρνησης.

Η αίσθηση κυριαρχίας λανθασμένα οδηγεί και σε μια αίσθηση παντοδυναμίας που όχι μόνο δεν συμβάλλει στην κατανόηση της πραγματικότητας, αλλά διαμορφώνει συνθήκες ψευδούς ανάγνωσής της. 

4) Την ανάγκη διεξαγωγής πρόωρων εκλογών. Σε άλλες εποχές το κυβερνών κόμμα για λόγους κυριαρχίας θα επιζητούσε τις εκλογές.

Ωστόσο στην παρούσα φάση οι πρόωρες εκλογές είναι αναγκαιότητα ουσίας κι όχι παίγνιο εσωτερικής πολιτικής σκηνής. Κι αν δεν φθάνει η διαχείριση του αδιανόητου, της πανδημίας, σίγουρα πρέπει να φθάνουν οι εξελίξεις στην Ευρώπη.

Η Γερμανία έχει εκλογές στο τέλος του χρόνου. Η Γαλλία του χρόνου. Οι δύο χώρες ατμομηχανές της Ευρώπης μπορεί να αλλάξουν από καπετάνιο μέχρι στόχους.

Ταυτόχρονα οι άλλες δύο μεγάλες χώρες, η Ιταλία κι η Ισπανία είναι πολύ πιθανό να οδηγηθούν σε εκλογές.

Είναι σαφέστατα προτιμότερο να αντιμετωπίσουμε τις όποιες νέες προκλήσεις με μια σταθερή κυβέρνηση τετραετίας, με πρόσφατη εντολή από τους πολίτες, αντί με μια κυβέρνηση που θα έχει μπροστά της την επόμενη διετία να αντιμετωπίσει, στον εσωτερικό μέτωπο, την πιθανότητα διεξαγωγής διπλών εκλογών. 

Και τα παραπάνω χωρίς να μιλάμε για τα ελληνοτουρκικά τα οποία αποτελούν ένα κρισιμότατο παράγοντα. 

Σε αυτό το κλίμα παρατηρούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κι ο Αλέξης Τσίπρας, δυστυχώς για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος και κατ’ επέκταση της πατρίδας, δεν μπορούν να σηκώσουν κεφάλι.

Το γεγονός ότι η αδιαμφισβήτητη γοητεία του Προέδρου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης περιορίζεται αριθμητικά και ποιοτικά σε ένα συγκεκριμένο κοινό συμβάλλει στην παγίωση μιας κατάστασης η οποία εξυπηρετεί την Κυβέρνηση.

Η κατάσταση αυτή, σε εκλογές πόλωσης ή σε συνθήκες μεγάλης εσωκομματικής ανατροπής, είναι πιθανό να οδηγήσουν και σε εκπλήξεις καθώς αφενός κάθε μέρα που περνάει κι αποκλείονται οι πρόωρες εκλογές είναι μια μέρα που κερδίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας, αφετέρου δεν πρέπει ποτέ να υποτιμούμε την αξία κάποιου ο οποίος διετέλεσε Πρωθυπουργός και διαθέτει δικό του προσωπικό πολιτικό κοινό όταν μπροστά του έχει διπλές εκλογές. 

Κι αν  ο Νίκος Ανδρουλάκης, χωρίς καμία δέσμευση από το παρελθόν, χωρίς να έχει ποτέ διοικήσει κάποιο δημόσιο οργανισμό, με εμπειρία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και γνώσεις όσον αφορά στο μηχανισμό των Βρυξελλών, καταφέρει να κερδίσει τις εκλογές στο ΚΙΝΑΛ τότε όλα είναι θα είναι ανοιχτά στη διαμόρφωση του ελληνικού πολιτικού τοπίου.

Οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με απλή αναλογική, υπάρχουν άνθρωποι που ψάχνουν άλλες λύσεις εκτός Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν βρίσκουν, επομένως η περίπτωση ενός σαραντάρη πολιτικού ο οποίος θα εμφανιστεί στην Κεντρική Πολιτική Σκηνή με πολιτικές εμπειρίες στην πλάτη και με απαλλαγμένο από τις αμαρτίες του παρελθόντος πρόσωπο δεν είναι καθόλου απίθανο να είναι ελκυστική. 





ΠΗΓΗ