Θα προτιμούσα, στην ελληνική διπλωματία, να βλέπαμε τη δύναμη της πράξης και όχι του λόγου και της πολιτικά «σωστής» δήθεν ερμηνείας.
Η κυριότερη «πράξη», στα δικά μας δεδομένα, ανεξάρτητα από τα πολιτικά κόμματα που κυβερνούν τη χώρα, παίρνει ένα μόνιμο χαρακτήρα αντίδρασης.
Ακόμα και τα στελέχη της, οι διπλωμάτες καριέρας, τις απόψεις τους τις υποστηρίζουν αφού πρώτα αναμένουν να εκδηλωθούν και να αφουγκραστούν, εν συνεχεία, την δράση των λοιπών Κρατών και εν προκειμένου της Τουρκίας.
«Να κάνουμε αυτό για να μην γίνει εκείνο». Και όχι δηλαδή «να κάνουμε αυτό για να γίνει εκείνο».
Έτσι η διαδικασία συνεννόησης στα εντός του ΥΠΕΞ ή εντός των άλλων υπουργείων που παίρνονται αποφάσεις ακολουθεί μια εκ των πραγμάτων εσωστρεφή αντίληψη.
Έχοντας να αντιμετωπίσουμε γείτονες όπως η Τουρκία και όχι μόνο, με διαφορετική πολιτιστική ιστορία και συμπεριφορά είναι σαν να τρέχουμε σε έναν αγώνα στίβου δυο αθλητές και να βγαίνουμε πάντα δεύτεροι.
Και πάμε τώρα στα καθέκαστα:
Οι συνομιλίες, για μια ώρα,του Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο Ερντογάν ανέδειξαν ένα νέο πολιτικό μορατόριουμ μιας βραχυχρόνιας συναντίληψης.
Να αποφύγουμε εκδηλώσεις που θα προκαλέσουν την οποιαδήποτε αναταραχή.
Το σχέδιο ανήκει προφανέστατα στο ΝΑΤΟ και η επεξεργασία του έχει την αμερικανικήσφραγίδα.
Στην συμφωνία αυτή, εννοείται, ότι οι πίσω σκέψεις για τον καθένα είναι ριζικά διαφορετικές και διαμετρικά αντίθετες.
Οι Τούρκοι αγοράζουν πολιτικό χρόνο, όχι μόνο για τις προφανείς μελλοντικές τους πράξεις στην περιοχή (συνέχιση των ερευνών και προκλήσεων σε αμφισβητούμενα ύδατα, παραβιάσεις εναέριου χώρου κλπ) αλλά και για τις σχέσεις τους με την Ε.Ε., την απομάκρυνση τους από τις ασφυκτικές πιέσεις για τους ρωσικούς πυραύλους (όσο και αν αυτό φαντάζει απίθανο) και την στρατιωτική τους παρουσία στη Λιβύη…
Το κυριότερο, όμως, που επιθυμούν και το πετυχαίνουν είναι τη συνέχιση της ενίσχυσης της παράνομης πολιτικής τους στην Αμμόχωστο και την παγιοποίηση, ταυτοποίηση της πολιτικής της κατεχόμενης Κύπρου με την πολιτική της Άγκυρας.
Παράλληλα, σε μαξιμαλιστικό επίπεδο, και αφού εμείς αναλωνόμαστε σε εσωτερικά παιγνίδια, η Τουρκία από υπόλογος στο Διεθνές Δίκαιο αρχίζει να αναζητά έναν ρόλο διαιτητή…
Αυτά ως πρώτες διαπιστώσεις για τους γείτονες μας.
Για μας, αφού τόσα πολλά έχουμε, κατά καιρούς, εκφράσει,«μεγαλοφώνως», αρκούμαι, σήμερα, να εισηγηθώ τα εξής:
– Να μην βιαστούμε να δεχθούμε την επανάληψη των διμερών «συνομιλιών» ή ανιχνευτικών επαφών και της «Πενταμερούς».
– Να ενισχύσουμε τον «επικοινωνιακό» μας διεθνή και διπλωματικό μας λόγο και να αναπτύξουμε τον ρόλο των περιφερειακών μας συμμαχιών.
Η εμπιστοσύνη στην διεθνή πραγματικότητα σημαίνει μια αναγκαστική απομάκρυνση μας από σύνδρομα ελλιπούς ετοιμότητας, αλλά και αμοιβαίων δήθεν υποχωρήσεων αφού γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η Τουρκία δεν θα μεταβάλει ούτε κατά κεραία τις διεκδικήσεις της.
Το καλοκαίρι που έρχεται, όπως και ο χειμώνας που πέρασε, δεν θα διαρκέσει παρά κάποιους μήνες. Το χοντρό παιχνίδι θα ακολουθήσει μετά.