C. Fish Images via Getty Images
Ο πολιτικός χάρτης στην εγχώρια και διεθνή σκηνή εμφανίζει τα πρώτα σημάδια αλλαγών. Η αποκρυστάλλωσή τους απαιτεί χρόνο. Η εμβέλεια κι η προοπτική τους θα κριθούν στην πράξη. Πάντως, οι πρωταγωνιστές τους έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να αποδείξουν την ανθεκτικότητά τους.
Το βέβαιο είναι ότι το κύμα του εθνολαϊκισμού,που την τελευταία δεκαετία χτυπούσε αλύπητα το πολιτικό σύστημα σε αρκετές δυτικές δημοκρατίες, υποχωρεί. Η δυναμική του εξασθενεί. Ο αντισυστημικός λόγος του δεν βρίσκει πλέον ιδιαίτερη ανταπόκριση. Αναμφίβολα, η πανδημία συνέβαλε καθοριστικά. Η υγειονομική κρίση επιδρά καταλυτικά. Η ήττα του Τραμπ το επιβεβαιώνει. Οι ακροδεξιοί του AfD -Εναλλακτική για την Γερμανία-, η Λεπέν στη Γαλλία, ο Σαλβίνι στην Ιταλία, βλέπουν την απήχησή τους να μειώνεται.
Την ίδια στιγμή διαπιστώνουμε ότι κερδίζουν έδαφος όσοι διακρίνονται από μετριοπάθεια και πραγματισμό. Η επικράτηση του Τζο Μπάιντεν εκπέμπει ένα ισχυρό μήνυμα. Το αποκαλούμενο Κέντρο ανακτά χώρο. Διευρύνει την επιρροή του σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα. Προσελκύει το δεξιόστροφο τμήμα της Κεντροαριστεράς και το αριστερόστροφο της Κεντροδεξιάς.
Οι αναδιατάξεις δεν συντελούνται σε κενό.Η ιδεολογική οπισθοδρόμηση της συντηρητικής Δεξιάς και της ιδεοληπτικής Αριστεράς συμβάλλουν στην ανάπτυξη κεντρομόλων τάσεων. Ουσιαστικά, αφήνουν τον χώρο του Κέντρου ελεύθερο. Άλλωστε οι μεταβολές, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο, το καθιστούν ελκυστικότερο για τα δυναμικά κοινωνικά στρώματα. Έτσι στη νέα πολιτική γεωγραφία όπως διαμορφώνεται, οι δυνάμεις που επιχειρούν να το ενσαρκώσουν ενισχύουν το ακροατήριό τους.
Οι παλιές ταυτότητες και σημαίες, οποιαδήποτε σήμανση κι αν έχουν, παραμένοντας εγκλωβισμένες σε παρωχημένες νόρμες, στερούνται περιεχομένου. Αδυνατούν να προσφέρουν εύστοχες απαντήσεις στα ερωτήματα της τωρινής εποχής. Εξ ου και παρατηρούμε τους πολίτες να απελευθερώνονται από δεσμεύσεις και κομματικές εντάξεις, τις οποίες μέχρι πρότινος θεωρούσαν αξεπέραστες.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για επαναχάραξη των πολιτικών ρευμάτων που διαπερνούν τις σημερινές κοινωνίες. Οι διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος αποδεικνύονται ανεπαρκείς για να ερμηνεύσουμε τις αλλαγές. Η επονομαζόμενη «αντιδεξιά συσπείρωση» ή τα αποκαλούμενα «αντιαριστερά μέτωπα» εκφράζουν παρωχημένες αντιλήψεις. Και στις δύο περιπτώσεις κυρίαρχα στοιχεία είναι ο κρατισμός, ο εθνολαϊκισμός κι οι πελατειακές πρακτικές. Ο αφυδατωμένος πολιτικός λόγος και οι νεκρές ιδεολογικές διαιρέσεις.
Η περιώνυμη τιμή της Δεξιάς και της Αριστεράς χάθηκε προ πολλού στο αρχιπέλαγος των σφετεριστών του κοινωνικού προϊόντος. Οι εκπρόσωποί τους περισσότερο λειτουργούν ως διαμεσολαβητές για τη διαφύλαξη και υπεράσπιση ενός υπετροφικού, κρατικοδίαιτου και παρασιτικού μοντέλου. Άραγε πόση οικονομική αξία πληρώνει το συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτικό κατεστημένο για την αναπαραγωγή και διατήρηση συντεχνιακών και ανορθολογικών δομών;
Συνεπώς, το ζωτικό δίλημμα είναι πώς συνδυάζουμε την κοινωνική ανάπτυξη με την οικονομική αποτελεσματικότητα. Δίλημμα υπαρκτό, στο οποίο οι παραδοσιακές δυνάμεις αποφεύγουν να απαντήσουν, προσπερνώντας το. Ακόμη και κάποιοι που διεκδικούν την «ιδιοκτησία» του Κέντρου, φαίνεται να μπερδεύουν την ιδιότητα του Κεντριστή με αυτή του Κεντρώου. Προκειμένου να συντηρήσουν την παρουσία τους επικαλούνται κάτι που δεν μπορούν να ενσαρκώσουν.
Το Νέο πολιτικό Κέντρο, για το οποίο σήμερα γίνεται πολύς λόγος, δεν έχει καμία σχέση με το παραδοσιακό. Δεν αποτελεί έκφραση συγκερασμού διαφορετικών και αντικρουόμενων προτάσεων και στρατηγικών. Ούτε συμπεριφέρεται ως εκκρεμές μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Πολλώ μάλλον δεν καθορίζεται από τη λεγόμενη «θεωρία των ίσων αποστάσεων». Οι παραπάνω ξεπερασμένες προσεγγίσεις δεν υποδηλώνουν μόνο ιδεολογική και προγραμματική υστέρηση. Αλλά παραπέμπουν και σε απατηλά ή κάλπικα στρατηγήματα.
Στη μάχη του Κέντρου θα υπερισχύσουν εκείνοι που έντεχνα θα μπολιάσουν τον πολιτικό φιλελευθερισμό με τα κοινωνικά προτάγματα μιας σύγχρονης Σοσιαλδημοκρατίας. Το σύνθετο και απαιτητικό αυτό εγχείρημα προϋποθέτει οι επίδοξοι πρωταγωνιστές του να φέρουν στις αποσκευές τους νέες ιδέες για την οικονομία, το κοινωνικό κράτος, τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, για την πράσινη ανάπτυξη. Και πρωτίστως να διαθέτουν την απαραίτητη πολιτική και διανοητική υποδομή, καθώς και την απαιτούμενη ηγετικότητα.