Η Τουρκία προβάλλοντας μια εικόνα περιφερειακής επικυριαρχίας, που δεν συνάδει ως πρακτική στις σύγχρονες συνθήκες διεθνών σχέσεων, βρίσκεται αντιμέτωπη με επείγοντα ζητήματα στην οικονομία, στο κράτος δικαίου, στην ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, ελλείμματα στην κοινοβουλευτική διαδικασία, με έναν ασφυκτικό έλεγχο στην Δημόσια Διοίκηση, με εκρηκτική μείωση του βιοτικού επιπέδου της τουρκικής κοινωνίας. Σε συνδυασμό με την εμπλοκή στα εξωτερικά θέματα (Συρία, Λιβύη, Ιράκ, Καύκασος, Ανατολική Μεσόγειος), το πως θέτει αστερίσκους στην σχέση της με την Ατλαντική Συμμαχία, δημιουργούνται αρνητικές και εκρηκτικές αντιφάσεις.

Η πολιτική Ερντογάν στην Ανατολική Μεσόγειο επιδεικνύει έναν εμφανή ριζοσπαστικό εκνευρισμό, διαβλέποντας τις περιφερειακές συνεννοήσεις και συμμαχίες μεταξύ Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ-Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Εκδηλώνει έναν επιθετικό προσδιορισμό και η απομόνωση που την πιέζει, δημιουργείται από τις παράλογες διεκδικήσεις της, χωρίς να δείχνει σεβασμό στην καλή γειτονία με άλλες χώρες και τα συμφέροντα αυτών, από την στιγμή που δρα με λογικές επιβολής. Το πως προσεγγίζει τις διερευνητικές επαφές με την Ελλάδα, είναι ενδεικτική των προθέσεων της, καθώς δείχνει να μην ενδιαφέρεται για να υπάρξει η αμοιβαία κατανόηση και η σαφήνεια που θα μπορούσε να οδηγήσει κατ’ αρχήν στο να αποφεύγεται η κλιμάκωση επιθετικών κινήσεων. Και στο βάθος η ύπαρξη συμφωνίας πάνω στα διμερή προβλήματα και πως αυτά μπορούν να οδηγηθούν σε μια επίλυση. 

Εδώ και 18 χρόνια ο Ερντογάν οικοδομεί μέσω μιας μεθοδευμένης προσπάθειας, να οριοθετήσει την Τουρκία ως δύναμη περιφερειακής εμπλοκής. Κατά τρόπο σταθερό και απροκάλυπτο, μετεξελίχθηκε σε έναν απόλυτα αυταρχικό ηγέτη, υιοθετώντας ακραίες εκδοχές του ισλαμικού συντηρητισμού. Η στρατιωτική παρουσία στα μέτωπα της Λιβύης, της Συρίας, του Ιράκ, του Καυκάσου, το μίγμα εθνικιστικής ρητορικής και έντονου ισλαμισμού, διαμορφώνει νέους προσδιορισμούς για την Τουρκία, θέτοντας στο περιθώριο τις όποιες προσπάθειες προσέγγισης με την Ευρώπη.

Στην Τουρκία έχουν αποδυναμωθεί ραγδαία οι φωνές της μετριοπάθειας στο πολιτικό και κοινωνικό σύστημα. Η ανεκτικότητα έχει αντικατασταθεί από τις αντιλήψεις ενός μουσουλμανικού εθνοθρησκευτικού άξονα, που δεν απέχει από τον ακραίο ριζοσπαστικό λόγο που εκδηλώνεται από το Ισλαμικό Κράτος.

Οι φιλοδοξίες του Ερντογάν να ηγηθεί αρχικά στο περιφερειακό Ισλάμ, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τον διαρκή σεβασμό των αξιών της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, θέτοντας υπό απόλυτη αμφισβήτηση τις προθέσεις, απλές διακηρύξεις. Στην περιδίνηση που έχει περιέλθει η καθημερινότητα των Τούρκων Πολιτών, ο Ερντογάν απαντάει με την καλλιέργεια εθνικιστικής ρητορικής και θρησκευτικού φανατισμού. 

Αναμφίβολα, το πολιτικό εκκρεμές, το ασταθές εσωτερικό πολιτικό περιβάλλον, ακόμα και οι εμπλοκές της Τουρκίας στο περιφερειακό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής, είναι παράγοντες που επηρεάζουν τις οικονομικές και κοινωνικές διαβαθμίσεις. 

Όμως η Τουρκία δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνον το σοβαρό οικονομικό πρόβλημα, αλλά και ένα εκπαιδευτικό σύστημα υπό την καθολική ηγεμονική παρουσία του Τούρκου Προέδρου. Η εκπαιδευτική πολιτική, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και τις συνταγματικές αλλαγές που προωθήθηκαν από το σύστημα εξουσίας Ερντογάν, συνδέθηκε με έναν ριζοσπαστικό και αυταρχικό ηγεμονισμό, με την «επιλογή» των αρχών κάθε κρατικού και ιδιωτικού πανεπιστημίου να γίνονται απευθείας από τον Τούρκο Πρόεδρο. 

Με ένα εξωτερικό χρέος που υπερβαίνει τα 135 δισ. $ και με τον πληθωρισμό στο 18%, με την κυβέρνηση να εφαρμόζει πρακτικές που αποδυναμώνουν τις ατομικές ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, με εκατοντάδες πολίτες από την Δημόσια Διοίκηση, το Δικαστικό Σώμα, την Ανώτατη Εκπαίδευση, τις Ένοπλες Δυνάμεις να διώκονται ως αντίθετοι στο καθεστώς Ερντογάν, με την τουρκική κυβέρνηση να αποχωρεί από την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, με ότι αυτό υποδηλώνει για τα δικαιώματα των γυναικών.

Αλλά και με επικίνδυνη για την ειρήνη και την ασφάλεια πολιτική που ασκεί στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, με στρατιωτική εμπλοκή στην Λιβύη, στην Συρία και στο Ιράκ, με διαρκείς παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, εργαλειοποιώντας συστηματικά την τουρκοκυπριακή κοινότητα, με σκοπό να εμποδίζει κάθε προοπτική βιώσιμης λύσης στο Κυπριακό, εμποδίζοντας το ειρηνικό και ασφαλές μέλλον των δυο Κοινοτήτων, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων σε ένα ενιαίο κράτος.  

Οι μεγαλεπήβολες βλέψεις του Ερντογάν επιχειρούν να διαμορφώνουν μια άλλη Τουρκία, ένα κράτος νεοηγεμονικό, που δεν διστάζει να εμπλακεί σε στρατιωτικές περιφερειακές συρράξεις, με τον ίδιο να είναι ο εκφραστής μιας αυταρχικής εξουσίας, που επιδιώκει ασφυκτικό έλεγχο σε κρίσιμους τομείς της δημόσιας ζωής, στο στράτευμα και στα σώματα ασφαλείας, στην δικαιοσύνη, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Αποδυναμώνοντας τα όποια θεσμικά αντίβαρα.

Απέναντι στο κλυδωνιζόμενο οικονομικό τοπίο, ο Ερντογάν επιλέγει να οριοθετεί μια στρατηγική εκτός δημοκρατικού πλαισίου, που γίνεται πιο επικίνδυνη με την επιδεικνυόμενη επιθετική ταυτότητα στο εξωτερικό πεδίο. H Τουρκία συμπεριφέρεται με την ίδια διπλωματική και πολιτική αντιφατικότητα, συνολικά στο θέατρο της Ανατολικής Μεσογείου. Στην Λιβυκή περίπτωση αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι η Τουρκία δια της παραμονής της στρατιωτικής παρουσίας της και της εμπλοκής της εκεί, δεν έχει ως προσανατολισμό την ειρηνική διευθέτηση των ζητημάτων. Και δεν είναι μόνον το Λιβυκό ζήτημα που η Τουρκική εξωτερική πολιτική δείχνει στοιχεία επιθετικού τόνου. 

Το εκσυγχρονιστικό προφίλ του Ερντογάν έχει υποχωρήσει, ακολουθώντας έναν μοναχικό δρόμο εθνικής εσωστρέφειας, απομάκρυνσης από τις Δυτικές συμμαχίες, από την ευρωπαϊκή κατεύθυνση, προσπαθώντας να μειώσει την ένταση με το Ισραήλ, αλλά και να εξομαλύνει το πεδίο των σχέσεων με την ΕΕ, χωρίς να εγκαταλείπει την επιθετική ρητορική κατά βασικών χωρών του Δυτικού συνασπισμού, της Γαλλίας, της Ελλάδος.

Η πολιτική ατζέντα του Τούρκου Προέδρου σήμερα δεν αποδέχεται μια εξωστρεφή Τουρκία, αντίθετα λειτουργεί ως η έκφραση ενόςεθνικιστικού παροξυσμού, σε συνδυασμό με ακραιφνείς ισλαμικές, ριζοσπαστικές προεκτάσεις.

Η Τουρκία είναι μια χώρα που βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, μεταίχμιο, με τους ελεύθερους και δημοκρατικούς κανόνες να τίθενται υπό διωγμό, με μια κακόβουλη συμπεριφορά διαρκείας, που έχει ενισχυθεί μετά την απόφαση της ΕΕ να μην επιβάλλει αυστηρές κυρώσεις εις βάρος της. 

Και η Τουρκία  απαιτείται να επιδείξει πραγματική βούληση απεμπλοκής από ακραίες πολιτικές αντιλήψεις, απεμπλοκής από το να σταματήσει να λειτουργεί στην ευρύτερη περιοχή ως χώρα ριζοσπαστικοποιημένη στις επιλογές της και στους προσανατολισμούς της, στις επιδιώξεις της. Γιατί, τελικά, ο μόνος προσανατολισμός που έχει η Τουρκία, εάν θέλει να αποφύγει τα αδιέξοδα, κινείται προς την κατεύθυνση της παραμονής της στην γεωπολιτική σφαίρα της ευρωατλαντικής εταιρικής σχέσης.





ΠΗΓΗ