Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας σε συνέδριο για το δημογραφικό. Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «είναι στην πρώτη θέση των μακροπρόθεσμων απειλών για την πατρίδα μας, πάνω από τα ελληνοτουρκικά και την οικονομία».

Τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο κ. Μητσοτάκης είναι αποκαλυπτικά και ταυτόχρονα ανησυχητικά. Σύμφωνα με όσα παρουσίασε ο πρωθυπουργός, από το 2011 ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται συνεχώς. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ο αριθμός των πολιτών μειώθηκε κατά 450.000, λόγω του αρνητικού ισοζυγίου γεννήσεων-απωλειών, ενώ παίζει ρόλο και η μαζική μετανάστευση νέων ανθρώπων.

Η Ελλάδα «γερνάει»

Το μέγεθος του προβλήματος φαίνεται και από το γεγονός ότι κατά μέσο όρο, σήμερα μία γυναίκα γίνεται για πρώτη φορά μητέρα στην ηλικία των 31 ετών ενώ το 1980 το αντίστοιχο στατιστικό ήταν τα 24 έτη. Και το σύνηθες πλέον είναι οι οικογένειες να μην αποκτούν στην συνέχεια άλλα παιδιά.

«Το 2050 ο πληθυσμός θα είναι λιγότερος από 9 εκατομμύρια, με 1 στους 3 να είναι πάνω από 65 ετών», υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενώ ανέφερε ότι η πιο ανησυχητική διάσταση του ζητήματος είναι η μείωση των οικονομικά ενεργών πολιτών, κάτι που αποτελεί πρόκληση και για το ασφαλιστικό αλλά και για το σύστημα υγείας. «Τα βάρη αυτά δεν μπορούν να διατηρηθούν αντίρροπα για μεγάλο διάστημα χωρίς να απειληθεί η αστάθεια της ίδιας της κοινωνίας. Δεν μιλάμε συνεπώς για μία απειλή της ταυτότητάς μας ως Έλληνες αλλά για την υπονόμευση της δυνατότητας του τόπου να παράγει ατομικό και δημόσιο πλούτο», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης.

Επέκταση ωραρίου σε δημοτικά και παιδικούς σταθμούς

Για την αντιμετώπιση του κινδύνου η κυβέρνηση εφαρμόζει στοχευμένες πολιτικές, με τον πρωθυπουργό να αναφέρεται εκτενώς σε αυτές. Μεταξύ των δράσεων είναι η παροχή κινήτρων για τον επαναπατρισμό νέων ανθρώπων, η αύξηση των επενδύσεων ώστε να υπάρξουν περισσότερες προοπτικές απασχόλησης, η διευκόλυνση των νέων ζευγαριών να τεκνοποιήσουν μέσω του επιδόματος των 2.000 ευρώ για κάθε νέα γέννηση, η αλλαγή της φορολογίας, η επιδοτούμενη γονική άδεια 4 μηνών και για τους δύο γονείς, καθώς και μέτρα όπως η δημιουργία χώρων φύλαξης βρεφών εντός των επιχειρήσεων, η δημιουργία του θεσμού «Νταντάδες της γειτονιάς», η βελτίωση του πλαισίου για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή ενώ έρχεται και η εξασφάλιση προσιτής στέγης για τους νέους ανθρώπους. Παράλληλα, η κυβέρνηση -όπως ανακοίνωσε ο κ. Μητσοτάκης- μελετά σχέδιο για την επέκταση του ωραρίου των παιδικών σταθμών και δημοτικών σχολείων έως τις 6 το απόγευμα, προκειμένου να συμπεριληφθεί και η ενότητα της μελέτης των παιδιών.

Υπέρ της ενσωμάτωσης των νόμιμων μεταναστών

Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, πρέπει επίσης να ανοίξει και στη δική μας χώρα χωρίς προκαταλήψεις και ακραίες λαϊκίστικες κορώνες το θέμα της ένταξης στην ελληνική κοινωνία των νόμιμων μεταναστών.

Όπως εξήγησε, «πρόκειται για μία απάντηση στο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στην έλλειψη εργατικών χεριών που παρατηρείται στον πρωτογενή τομέα και στον κλάδο των κατασκευών και όπως ξέρετε υπάρχουν ήδη φαινόμενα σοδειάς που δεν μαζεύονται, μεγάλα έργα τα οποία κινδυνεύουν σήμερα να καθυστερήσουν, επειδή πολύ απλά λείπουν από τη χώρα εργατικά χέρια», ενώ ως παράδειγμα, αναφέρθηκε στους μετανάστες από την Αλβανία. «Η δεύτερη γενιά των οικογενειών αυτών έχουν πια ως πατρίδα τους την Ελλάδα και τόπο καταγωγής τη χώρα των γονιών τους» και συμπλήρωσε πως «αξίζουν να αποκαλούνται Έλληνες όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας» .

Ανάπτυξη μαζί με τους μετανάστες

Παράλληλα, ανακοίνωσε την πρόθεση του να εφαρμοστούν στοχευμένες πολιτικές για την αντιμετώπιση του προβλήματος της έλλειψης εργατικών χεριών μέσω της αξιοποίησης μεταναστών, σημειώνοντας ότι «η νέα αυτή πολιτική θα γίνει με τρόπο, που δεν θα αφήσει κανέναν απολύτως στο περιθώριο», εξηγώντας ότι δεν θα υπάρξει κίνδυνος να μη βρίσκουν εργασία οι Έλληνες, αλλά ούτε και θα επιτρέπονται φαινόμενα εργασιακού Μεσαίωνα απέναντι σε ευάλωτους ξένους εργαζόμενους.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχώρησε στη ρητή διαβεβαίωση ότι η Πολιτεία εργάζεται με στόχο την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, τονίζοντας ότι πρόκειται για ένα υπαρξιακό ζήτημα που απαιτεί την συστράτευση όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας.





ΠΗΓΗ