Μήνυμα προς την Τουρκία απέστειλε από τα Τίρανα, όπου πραγματοποιεί επίσκεψη, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, υπογραμμίζοντας πως ο μόνος τρόπος για να επιλύονται αυτά τα ζητήματα είναι στη βάση του Διεθνούς Δικαίου.
Μετά το πέρας της συνάντησης με την ομόλογό του, Olta Xhaçka, ο κ. Δένδιας είπε πως «εγώ έχω να έρθω ενάμιση χρόνο στα Τίρανα. Είχα τη χαρά να βρεθώ εδώ και να ανακοινώσω, μαζί με τον Πρωθυπουργό Rama την συμφωνία μας για την παραπομπή του ζητήματος της οριοθέτησης της ΑΟΖ και της Υφαλοκρηπίδας στην Χάγη. Και σε ευχαριστώ που αναφέρθηκες σε αυτό. Η ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής είναι για εμάς μεγάλης σπουδαιότητας. Και οι δύο χώρες επιθυμούμε να λύνουμε τις διαφορές μας στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, και ιδιαίτερα του Δικαίου της Θάλασσας, της UNCLOS. Παράλληλα, νομίζω ότι αυτό, πέρα από τη σημασία που έχει για εμάς τις δύο χώρες, στέλνει ένα πολύ σημαντικό μήνυμα προς όλες τις χώρες. Ότι αυτός είναι ο σωστός, ο μοναδικός, ο ενδεδειγμένος τρόπος για να λύνουμε διαφορές. Και βέβαια, είναι σημαντικό και συνεννοηθήκαμε πώς θα επιταχύνουμε για να ολοκληρώσουμε το τεχνικό κομμάτι, ώστε να μπορέσουμε να καταθέσουμε το συνυποσχετικό στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης».
Συνεχίζοντας, είπε πως οι διμερείς σχέσεις έχουν αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό, που η διατήρηση του «νόμου περί εμπολέμου» αποτελεί έναν αναχρονισμό και θα πρέπει να απαλειφθεί– «και σε αυτό νομίζω ότι συμφωνήσαμε ότι πρέπει να εργαστούμε ώστε οι εσωτερικές διαδικασίες για την κατάργησή του να ολοκληρωθούν το συντομότερο δυνατό». Ωστόσο, τόνισε πως αυτό σημαίνει συζήτηση επί πραγματικών ζητημάτων, «δηλαδή ζητημάτων που η ελληνική πλευρά αποδέχεται ότι υφίστανται και όχι επί ζητημάτων που η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι δεν υφίστανται. Και βέβαια, η οποιαδήποτε προσπάθεια δημιουργίας και συζήτησης μη υπαρκτών ζητημάτων φοβούμαι ότι θα έχει συνέπειες σε πολλαπλά επίπεδα, π.χ. την ανάγκη της Ελλάδας να θέσει ζητήματα που αφορούν και τη δική σας ενταξιακή πορεία».
«Ούτως ή άλλως, εμείς θεωρούμε ότι η Ελληνική Εθνική Μειονότητα εδώ στην Αλβανία, αλλά και η Αλβανική κοινότητα που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα είναι γέφυρα μεταξύ των δύο χωρών μας. Και γι’ αυτό θα πρέπει να συζητάμε και συζητήσαμε θέματα που απασχολούν και τις δύο ομάδες, και την Ελληνική Εθνική Μειονότητα, αλλά και την Αλβανική κοινότητα που ζει στην Ελλάδα» τόνισε ο υπουργός.
Αναφερόμενος στο ζήτημα των συντάξεων, είπε πως είναι πολύ σημαντικό, και «υπάρχει συζήτηση ώστε να μπορέσουμε να βάλουμε σε μία τροχιά επίλυσης κάτι που απασχολεί ανθρώπους που έχουν εργαστεί και έχουν προσφέρει στην οικονομία».
Όπως τόνισε, είχε συνάντηση με μέλη της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας από τη Χειμάρρα, τα οποία τον έκαναν κοινωνό των δικών τους προβλημάτων, «τα οποία επίσης αξίζει να συζητηθούν μεταξύ μας».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο διμερές εμπόριο, τις επενδύσεις και την ενέργεια, ενώ, μιλώντας για το θέμα του πολέμου της Ουκρανίας, συνεχάρη την Αλβανία, «γιατί ως Νατοϊκός σύμμαχος και ως υποψήφια χώρα προς ένταξη στην ΕΕ, υιοθετεί όλες τις αποφάσεις της ΕΕ. Και μάλιστα, νομίζω ότι η Αλβανία μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα και για άλλες χώρες που δεν ακολουθούν την αλβανική τακτική, δηλαδή την πλήρη εναρμόνιση με τις κοινές θέσεις της Ευρωπαϊκής μας οικογένειας».
Αναφερόμενος στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, είπε πως η Ελλάδα στηρίζει πλήρως την άμεση έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και με τη Βόρεια Μακεδονία και είναι απολύτως διατεθειμένη να συνεχίσει να παρέχει τεχνική βοήθεια, και να «κάνει κάθε προσπάθεια για την άρση του αδιεξόδου που υπάρχει στις διαπραγματεύσεις, που δεν αφορούν, όπως είναι γνωστό, την Αλβανία».