«Η Τουρκία και η Ελλάδα σε πολλούς τομείς έχουν κοινό πολιτισμό, κοινό παρελθόν και κοινή ιστορία. Αυτές οι κοινές αξίες θα πρέπει να φέρουν στο προσκήνιο τη συνύπαρξη, παρά τα προβλήματα. Με αυτήν την επίγνωση, ο στόχος της διατήρησης της φιλίας και της ειρηνευτικής διαδικασίας που ξεκίνησαν ο Ατατούρκ και ο Βενιζέλος θα πρέπει πάντα να σημειώνει πρόοδο, ακόμη και αν περνάει δύσκολες στιγμές κατά καιρούς». Αυτά δήλωσε μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του ο Εκρέμ Ιμάμογλου, ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης και αντίπαλο δέος του Ερντογάν όπως τον παρουσιάζουν, σε συνέντευξή του λίγες ώρες πριν επισκεφθεί την Αθήνα. 

Λέξεις και φράσεις κλισέ οι οποίες εύκολα αποδομούνται. Τις έχουμε ξανακούσει άλλωστε. Μήπως στο ξεκίνημά του ο Ερντογάν δεν έλεγε αντίστοιχα πράγματα και όλοι είχαν αναθαρρήσει για το νέο μέλλον που προδιαγραφόταν μεταξύ των δύο κρατών; 

Μα θα πει κάποιος “είσαι προκατειλημμένος”, ας του δώσουμε μια ευκαιρία, κάποια στιγμή με κάποιον θα πρέπει να συνομιλήσει η Ελλάδα. 

Ίσως και να είμαι. Ας το δούμε. 

« Η Τουρκία και η Ελλάδα σε πολλούς τομείς έχουν κοινό πολιτισμό, κοινό παρελθόν και κοινή ιστορία» δήλωσε ο κ. Ιμάμογλου, πως ακριβώς γίνεται κατανοητός αυτός ο κοινός πολιτισμός και η κοινή ιστορία; 

Μέσω της σχέσης δούλου αφέντη; Ή όταν γιορτάζουν την Άλωση της Πόλης και την υποδούλωση των «απίστων» χριστιανών με κάθε επισημότητα παρουσία όλων των πολιτικών κομμάτων και της ελίτ της χώρας;

«Τιμάμε τον προφήτη μας Μωάμεθ, τον διοικητή που κατέκτησε μια τέτοια πόλη, αισθανόμαστε τιμή που είμαστε τα παιδιά αυτού του προγόνου» είχε δηλώσει ο κ. Εκρέμ Ιμάμογλου στις 29 Μαΐου του 2020 μετά την τελετή για την 567η επέτειο ”κατάκτησης” της Πόλης.

Πώς ακριβώς να μιλήσουμε για κοινό πολιτισμό όταν ο επί χιλιάδες χρόνια πολιτισμός των Ελλήνων στην Σμύρνη έσβησε με απίστευτη βιαιότητα τέτοιες μέρες πριν από 99 χρόνια; Το ίδιο δεν συνέβη με τη γενοκτονία των Ποντίων πριν 102 χρόνια, αλλά και τη γενοκτονία των Αρμενίων; Το ίδιο δεν συνέβη με κάθε μειονότητα που ζούσε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας; 

Μα έχει περάσει ένας αιώνας από τότε, θα αντιτείνει κάποιος, καιρός να προχωρήσουμε επιτέλους. 

Σωστά, αλλά πρώτα να θυμηθούμε μερικές ιστορίες, όπως για παράδειγμα το 1942 όταν με το Varlik Vergisi επιβλήθηκε ένας δυσβάστακτος φόρος περιουσίας στις μειονότητες. Μέχρι το 1955, το 15% της κρατικής φορολογίας της Τουρκίας προερχόταν από τους Έλληνες. Έπειτα ήρθαν τα Σεπτεμβριανά του 1955 και ο διωγμός των Ελλήνων το 1964. Οι Έλληνες που έμειναν στην Πόλη μετριούνται πλέον στα δάκτυλα. Υπήρξαν βέβαια και οι νόμοι που απαγόρευαν τη χρήση άλλης γλώσσας εκτός από τα τούρκικα. «Πολίτη μίλα τουρκικά» ήταν η παραίνεση που στόχευε τις μειονότητες. Πόσοι δεν εξισλαμίστηκαν για να μπορέσουν να επιβιώσουν;

Θα πει κάποιος πως επιμένω στο παρελθόν. 

Ίσως, όμως και ο κ. Ιμάμογλου, ο οποίος πράγματι εμφανίζεται πιο προοδευτικός από τον Ισλαμιστή Ρετζέπ Ερντογάν, μας θυμίζει τησυνάντηση του Κεμάλ και του Βενιζέλου ως οδοδείκτη της ελληνοτουρκικής φιλίας. 

Ποιον; Τον σφαγέα και γενοκτόνο Μουσταφά Κεμάλ. 

Θα θυμίσω τις τοποθετήσεις στη HuffPostδύο Εβραίων καθηγητών διεθνούς φήμης, των Μπένι Μόρρις και Ντρορ Ζεέβι, συγγραφείς του βιβλίου «Τριάντα χρόνια γενοκτονία – Η τουρκική καταστροφή των χριστιανικών μειονοτήτων 1894-1924. Οι Financial Times το είχαν χαρακτηρίσει ως ένα από τα καλύτερα βιβλία του 2019. 

Λένε για τις γενοκτονίες πως επρόκειτο για μια μεθοδευμένη πρακτική που διήρκησε τρεις δεκαετίες (Από τον Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ μέχρι τους Νεότουρκους και τον Κεμάλ ), με στόχο την εξολόθρευση και τον εκτοπισμό της χριστιανικής μειονότητας. Δηλαδή δεν επρόκειτο για μεμονωμένα γεγονότα μέσα στην ιστορία αλλά για ένα γεγονός που είχε διάρκεια και είχε οργανωθεί. 

Στο ερώτημα γιατί η εικόνα του Ατατούρκ παραμένει στο απυρόβλητο, όταν έχει διαπράξει τέτοιου είδους εγκλήματα οι απαντήσεις ήταν οι ακόλουθες:

Ντρόρ Ζεέβι:Θα έλεγα πως ο βασικός λόγος είναι ότι οι Οθωμανοί και οι Τούρκοι σε αυτά τα τριάντα χρόνια έμαθαν και έγιναν ιδιαίτερα έξυπνοι στο πως να εξαπατούν και να αποκρύπτουν τις πράξεις τους. Τη δεκαετία του 1890, όλοι γνώριζαν για τα πογκρόμ, όμως έως το 1919 το σύστημα είχε γίνει πιο “εκλεπτυσμένο”, πιο εξελιγμένο.

Για παράδειγμα δεν γίνονταν μαζικοί εκτοπισμοί ή εκτελέσεις, τους εξαφάνιζαν με τρόπο, τους συγκέντρωναν σε μικρότερες ομάδες.

Επίσης, φρόντιζαν να έχουν απομακρύνει από τα επίμαχα σημεία τους δυτικούς, διπλωμάτες, ιεραπόστολους, έτσι ώστε να μην υπάρχει κανείς για να καταγράψει αυτά τα εγκλήματα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κενά στην ιστορία, κάτι που δεν συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια.

Μπένι Μόρρις: Δεν είναι μόνο αυτό. Ο Κεμάλ πέτυχε να προβάλει την εικόνα του εκσυγχρονιστή, του ευρωπαϊστή και του εκπροσώπου ενός κοσμικού κράτους και αυτά ήταν αρεστά στους Ευρωπαίους και τους φιλελεύθερους με αποτέλεσμα να αγνοούν, να σιωπούν, για τις εθνικές εκκαθαρίσεις, τις γενοκτονίες τις οποίες διέπραττε. 

Αυτά για τον Κεμάλ και την ελληνοτουρκική φιλία.

Στο σήμερα όμως.

Δεν είδα κανέναν δημοσιογράφο να ρωτά τον κ. Ιμάμογλου εάν θα αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων την οποία τα σημαντικότερα δημοκρατικά κράτη την έχουν αναγνωρίσει. Ούτε είδα να τον ρωτούν ή τον ίδιο να παίρνει θέση, για τα διαχρονικά εγκλήματα του τουρκικού κράτους ενάντια στις μειονότητες του. 

«Το βίαιο παρελθόν της Τουρκίας εξηγεί το παρόν και το μέλλον της» είχε δηλώσει πριν μερικά χρόνια στη HuffPost ο διακεκριμένος Τούρκος καθηγητής,  Πολιτικών Επιστημών, πρώην αξιωματούχος του ΟΗΕ και συγγραφέας ο Τζενγκίζ Ακτάρ. 

«Όσο προσπαθώ να καταλάβω την Τουρκία, και επιχειρώ να αναλύσω την τουρκική κοινωνία, τόσο καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η τουρκική κοινωνία είναι μια κοινωνία που νοσεί. Αυτό ισχύει για όλες τις κοινωνίες που δεν είπαν το δικό τους mea culpa» είχε επισημάνει και διευκρινίσει παράλληλα πως έχει επικρατήσει μια συλλογική αμνησία. «Για ορισμένους αυτό είναι σκόπιμο, όπως για παράδειγμα αυτοί οι οποίοι έχουν αρπάξει, έχουν κλέψει τις περιουσίες όσων σκότωσαν ή εκδίωξαν από τη χώρα. Αρα, αντιλαμβάνεστε πως είναι προτιμότερο να μη συζητούν για αυτά τα ζητήματα και πιστέψτε με είναι πάρα πολλοί». 

Και επειδή ο κ. Ιμάμογλου μιλάει για τη σύγχρονη Δημοκρατία

θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του κ. Συμπατριώτη του, του κ. Ακτάρ σύμφωνα με τον οποίο «η εκδυτικοποίηση της Τουρκίας έγινε με βίαιο και αυταρχικό τρόπο.Η κοσμική Δημοκρατία και το πολιτικό Ισλάμ συνέχιζαν επί πολλά χρόνια να υπάρχουν χωρίς να αγγίζουν το ένα το άλλο. Με την άνοδο στην εξουσία του Δημοκρατικού Κόμματος, το 1950, το πολιτικό Ισλάμ συνδέθηκε με το κράτος για να μην το εγκαταλείψει ποτέ στη συνέχεια”. 

Αυτά λοιπόν με το παρελθόν και το μέλλον της Τουρκίας.

Όσον αφορά τον κ. Ιμάμογλου ζητώ συγγνώμη για την καχυποψία μου και ελπίζω ο χρόνος να με διαψεύσει. Ωστόσο δεν μπορώ να μην λάβω υπόψη μου ότι το κόμμα που τον στήριξε για να πάρει τον δήμο της Κωνσταντινούπολης είναι το Ρεπουμπλικανικό CHP των Κεμαλιστών το οποίο εγείρει και αυτό εδαφικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας σε σημείο μάλιστα να έχει κατηγορήσει τον Ερντογάν ως μειοδότη σχετικά με τη στάση που κρατά στα ελληνοτουρκικά.

Ζητώ συγγνώμη, αλλά οι δηλώσεις, στις αρχές Σεπτεμβρίου, της «Λύκαινας», της Μεράλ Ακσενέρ, επικεφαλής του εθνικιστικού κόμματος IYI (Καλό Κόμμα) που χαρακτήρισε τον κ. Ιμάμογλου, ως τον Μώαμεθ τον Πορθητή με βάζουν σε σκέψεις.

«O Mωάμεθ ο Πορθητής είχε πει είτε θα αλώσω την Πόλη είτε η Πόλη θα με αλώσει… Με δύο αποφασιστικούς ηγέτες αλώθηκε η Πόλη για το μέλλον μας. Αυτό που συνέβη τώρα είναι η άλωση που καθορίζει το μέλλον μας»δήλωσε η Ακσενέρ σε συγκέντρωση παρουσία του δήμαρχου Κωνσταντινούπολης. 

Η φιλία των λαών είναι το επιθυμητό. Ποιος δεν θα ήθελε να είναι η Ελλάδα Ελβετία. Όμως δεν είμαστε, η γειτονιά μας είναι παράξενη. Οι τουρκικές προκλήσεις εδώ και χρόνια κλιμακώνονται, η Ε.Ε. είναι κατευναστική, άλλωστε τα συμφέρονται είναι πολλά, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι στην Τουρκία δραστηριοποιούνται τουλάχιστον 22.000 ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και η Αγκυρα ανεξάρτητα από το ποιος θα είναι στην εξουσία θα επιχειρεί να γίνει περιφερειακή δύναμη. Πιστεύει κανείς ότι θα υπάρξει πολιτικός στην Τουρκία που θα έχει υποδεέστερο όραμα για τη χώρα του; 

Το ερώτημα είναι τι όραμα έχουν οι δικοί μας πολιτικοί για την Ελλάδα γιατί η συνύπαρξη που ζητούν οι Τούρκοι και μερίδα Ελλήνων πολιτικών και ακαδημαϊκών, παραπέμπει σε μετατροπή της πατρίδας μας σε επαρχία μια νεο-οθωμανικής Τουρκίας, άλλοι το λένε Φινλανδοποίηση. Το δόγμα Νταβούτογλου δεν έχει πεθάνει.

Ο Κεμάλ, υπενθυμίζω τα λόγια του Μπένι Μόρρις, «πέτυχε να προβάλει την εικόνα του εκσυγχρονιστή, του ευρωπαϊστή και του εκπροσώπου ενός κοσμικού κράτους και αυτά ήταν αρεστά στους Ευρωπαίους και τους φιλελεύθερους με αποτέλεσμα να αγνοούν, να σιωπούν, για τις εθνικές εκκαθαρίσεις, τις γενοκτονίες τις οποίες διέπραττε».  Εάν σήμερα η Ευρωπαίοι εταίροι μας βλέπουν την αναθεωρητική πολιτική του ακραίου Ερντογάν και δεν αντιδρούν με τρομάζει πως θα λειτουργήσουν εάν έχουν απέναντί τους έναν Τούρκο ηγέτη με τα χαρακτηριστικά που τους βολεύουν για να κλείνουν τα μάτια ακόμη πιο σφιχτά.

Κύριε Ιμάμογλου, γνωρίζω πως είστε ακόμη δήμαρχος και οι δήμαρχοι δεν μπορούν να λύσουν τα ελληνοτουρκικά, όμως για να υπάρξει ειλικρινής ελληνοτουρκική φιλία και ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας σας, εκτός από το ότι πρέπει να καταδικάσετε κάθε επεκτακτική πολιτική εις βάρος άλλων χωρών, Ελλάδας και Κύπρου, πρέπει επίσης  να αναγνωρίσετε τα εγκλήματα του παρελθόντος για να λυτρωθείτε και εσείς και ο λαός σας. Για αρχή θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζουμε εάν και εφόσον εκλεγείτε πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας είναι στις προθέσεις σας να επαναφέρετε την Αγία Σοφία στην πρότερη κατάσταση δηλαδή ως μουσείο, μνημείο παγκόσιας κληρονομιάς σύμφωνα με την UNESCO. Μια τέτοια πράξη αναμφίβολα θα βελτιώσει καίρια τις διμερείς σχέσεις σε επίπεδο κοινωνιών διαφορετικά οι προσεγγίσεις αυτές θα παραμείνουν επωφελείς μόνο στο επίπεδο των ελίτ.  Αλλωστε ο κόσμος αλλάζει και υπό αυτό το πρίσμα μπορεί να υπάρξει μια νέα αρχή.





ΠΗΓΗ