Η πρώτη έκπληξη για τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών θα ήταν η πρόσκληση της Τουρκικής Προεδρίας για συνάντηση με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πριν τη σημερινή συνάντηση με τον ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου.

 Η δεύτερη ήταν σίγουρα κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων των δύο υπουργών.

Η τοποθέτηση του οικοδεσπότη και οι «αιχμηρές» αναφορές του για ορισμένα διμερή ζητήματα όπως αυτό της μειονότητας στη Θράκη, προκάλεσαν την αντίδραση του Ν. Δένδια ο οποίος και έσπευσε να επαναλάβει , μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, την ενόχληση της Αθήνας για τις προκλητικές κινήσεις της Άγκυρας στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου..

Ο Ν. Δένδιας εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και έθεσε με σαφή τρόπο το ζήτημα του casus belli που «δηλητηριάζει» τις σχέσεις των δύο γειτονικών χωρών και συμμάχων στο ΝΑΤΟ.

Μια στάση που, όπως είπε ο Έλληνας υπουργός αντίκειται στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ αλλά και στο πνεύμα που θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα σε δυο συμμάχους στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο.

Η δήλωση Δένδια, μεγαλύτερη σε χρόνο, από αυτή του ομολόγου του έδωσε μια εικόνα των διευρυμένων συζητήσεων αλλά και των θεμάτων που θέλει να βάζει στο τραπέζι η Τουρκία.

Παράλληλα, αποκάλυψε και την επιθυμία των γειτόνων να συζητηθούν τα πάντα άνευ όρων και μάλιστα με συνθήκες (πέραν των πλαισίων του Διεθνούς Δικαίου, του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ ή του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου και με μοναδικό μέσο την προβολή ισχύος) που θα επιτρέψουν στην Τουρκία να επιβάλλει τους δικούς της όρους.

Ήταν συγκεκριμένες οι αναφορές του κ. Τσαβούσογλου στην πενταμερή για το Κυπριακό αλλά και στη σύνοδο για την Ανατολική Μεσόγειο.

Υπήρξαν πολλοί που διατύπωναν αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα ή σχολίαζαν ως βεβιασμένη την απόφαση του Ν. Δένδια να συναντήσει τον Τούρκο ομόλογό του.

Αυτή τη στιγμή μπορούμε να εκφράσουμε άποψη μόνον για όσα ακούσαμε από τους δυο υπουργούς.

Αυτός που έχει τις απαντήσεις και μπορεί να κάνει τις αναγκαίες εκτιμήσεις για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών που εκτός από την εικόνα και τη «γεύση» που είχε από τις συζητήσεις μεταξύ των αντιπροσωπειών είχε και την ευκαιρία να συναντηθεί με τον Τούρκο πρόεδρο.

Μια κίνηση, αιφνιδιαστική έτσι κι αλλιώς που θύμισε σε όλους την ανάλογη απόφαση για τη συμμετοχή του Ιμπραχίμ Καλίν στην επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών τον περασμένο Ιανουάριο.   

Η παρουσία του Ι. Καλίν προκάλεσε ερωτηματικά… Γιατί να παραστεί ένα πολιτικό πρόσωπο σε μια διαδικασία που διεξάγεται από διπλωμάτες;

Πιθανόν, εκτίμησαν ορισμένοι, επειδή ο Ερντογάν θέλει να προσδώσει περισσότερο κύρος σε μια (υπηρεσιακή) συνάντηση χαμηλού προφίλ. Ή ίσως επειδή ήθελε να κεφαλαιοποιήσει άμεσα τα κέρδη της συνάντησης αυτής.

Ο Τούρκος ηγέτης επιθυμούσε να στείλει ένα μήνυμα όσο πιο γρήγορα γίνεται..

Η παρουσία του Ιμπραχίμ Καλίν υπηρετούσε αυτόν το στόχο. Οι υπηρεσιακοί παράγοντες δεν θα μπορούσαν να προβούν σε δηλώσεις λόγω του άτυπου (;) χαρακτήρα τους.

Κάτι όμως που κάλλιστα μπορούσε να κάνει ο εκπρόσωπος της Τουρκικής Προεδρίας.

Ο κ. Καλίν δήλωσε τότε πως «η λύση όλων των προβλημάτων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του Αιγαίου, είναι εφικτή», θέλοντας να δώσει την εικόνα της χώρας που επιθυμεί το διάλογο απευθυνόμενος στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Όπως και τον περασμένο Ιανουάριο έτσι και τώρα η Τουρκία ζητά διάλογο άνευ όρων με την Ελλάδα και για όλα τα θέματα που εκείνη επιθυμεί να έχει στο τραπέζι (Αιγαίο, αποστρατιωτικοποίηση, μειονότητα), ενθαρρυμένη από την άτολμη έως τώρα πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που διαμορφώνεται από τη μυωπική αντίληψη της Γερμανίας και συγκεκριμένων κρατών που στοιχίζονται πίσω από αυτήν… 

Η Τουρκία, μετά τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου επιδόθηκε σε μια εργώδη προσπάθεια να βελτιώσει την εικόνα της και ταυτόχρονα να διευκολύνει τους σταθερούς υποστηρικτές της, όπως το Βερολίνο.

Στο πλαίσιο αυτό ο Ρ. Τ. Ερντογάν παρέθεσε γεύμα στους πρέσβεις των “27” κρατών της Ε.Ε . ενώ ο κ. Τσαβούσογλου είχε συναντήσεις με τουλάχιστον οκτώ Ευρωπαίους ομολόγους του, τους τέσσερις από αυτούς τους υποδέχτηκε στην τουρκική πρωτεύουσα.

Αλλά αυτή ήταν η μια πλευρά του νομίσματος που διακαώς επιθυμεί ο Τουρκος πρόεδρος.

Η άλλη πλευρά ήταν η επαναλαμβανόμενη, με περιόδους ύφεσης και έξαρσης, επιθετική ρητορική, οι υπερπτήσεις τουρκικών αεροσκαφών (τις οποίες θύμισε ο Ν. Δένδιας στον ομόλογό του) αλλά και η έξοδος ερευνητικού σκάφους όπως το “Cesme”.  





ΠΗΓΗ