NurPhoto via Getty Images

Τα κράτη τα οποία είναι ασφαλή, τα οποία επιβιώνουν και τα οποία ευημερούν είναι εκείνα στα οποία υπάρχει κοινωνικοπολιτική συναίνεση γύρω από τα εθνικά συμφέροντα.

Για όλα τα κράτη αποτελεί έσχατη λογική η ακεραιότητα της Επικράτειας που προβλέπουν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου.

Ως εκ τούτου στην ημερήσια διάταξη της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής προεξάρχουν μερικά ζητήματα ως προς τα οποία η πολιτική συναίνεση είναι ή έπρεπε να είναι αυτονόητα δεδομένη.  

Κατά πρώτον, με δεδομένη την Τουρκική απειλή η οποία στην βάση πάγιων τυπολογιών της στρατηγικής ανάλυσης ορίζεται ως «απέραντη»απαιτείται αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική.

Ως αμυνόμενο κράτος η εθνική στρατηγική θεωρείται επιτυχής εάν όχι μόνο αποτρέπεται μια επίθεση κατά της Ελλάδας αλλά και όταν εφαρμόζονται οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου τις οποίες το αντίπαλο κράτος αμφισβητεί αυθαίρετα και παράνομα. 

Όποιος και εάν βρίσκεται στην εξουσία στην Άγκυρα –και το ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Ερντογάν δεν πρέπει να αποκλείεται– η Τουρκική απειλή θα είναι η ίδια ή και για διάφορους λόγους οξύτερη και ακόμη πιο επικίνδυνη.

Στην προκειμένη περίπτωση πέραν πολλών άλλων μείζον ζήτημα είναι η εφαρμογή του μονομερούς κυριαρχικού δικαιώματος της Ελλάδας να επεκτείνει την Αιγιαλίτιδα ζώνη σε όλες τις θάλασσές της.

Νομικά, πολιτικά, στρατηγικά και Συνταγματικά τα κυριαρχικά δικαιώματα είναι αδιαπραγμάτευτα και η άσκησή τους υποχρεωτική. 

Επιπλέον, επειδή ο πλανήτης δεν είναι ανθόσπαρτος και η Τουρκία εμπλέκεται αδίστακτα σε πολλές πολεμικές συρράξεις στην περιφέρειά μας, ο κατευνασμός και το στρατηγικό κρυφτούλιαπολήγει σε ανορθολογισμό και σε πολεμική σύρραξη.

Αυτονόητα οι Έλληνες επιβάλλεται να είναι πανέτοιμοι να αμυνθούν αποτελεσματικά εάν η Τουρκία επιτεθεί.

Το τι ακριβώς συμβαίνει, εξάλλου, συνεκτιμάται δεόντως από τα άλλα κράτη και ιδιαίτερα τις μεγάλες δυνάμεις.

Και επειδή οι στρατηγικές ανακατατάξεις στον πλανήτη και στην περιφέρειά μας είναι καταιγιστικές, όποιος εθελούσια δέχεται να είναι αναλώσιμος οδηγείται στην κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων. 

«Η ελπίδα είναι σπάταλη», ορίζει ένα αξίωμα του Θουκυδίδη. Γι’ αυτό πολλά που γράφονται για τον Ερντογάν, τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και πολλά άλλα δεν αφορούν την ουσία.

Η ουσία είναι ότι όποιος και εάν βρίσκεται στην εξουσία στην Άγκυρα –και το ενδεχόμενο απομάκρυνσης του Ερντογάν δεν πρέπει να αποκλείεται– η Τουρκική απειλή θα είναι η ίδια ή και για διάφορους λόγους οξύτερη και ακόμη πιο επικίνδυνη.

Όπως έγινε και στο παρελθόν εάν η Ελλάδα σέρνεται σε κατευνασμούς και εάν δεν διαθέτει αξιόπιστη εθνική στρατηγική αναπτύσσονται στρατηγικές συναλλαγές εις βάρος των Ελληνικών συμφερόντων με σκοπό τον εξευμενισμό της Τουρκίας.  

 

Κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ομηρία των Ελλήνων σε τίποτα δεν εξυπηρετεί και τίποτα δεν επιλύει. Αντίθετα οδηγεί σε νέες μεγάλες συμφορές και αστάθεια.

 

Δεύτερον, η Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) είναι το κράτος του ενός δέκατου του Ελληνισμού.

Πολιτικά, νομικά και στρατηγικά όχι μόνο δεν «βρίσκεται μακράν» αλλά οι διαρκείς υποχωρήσεις και συμβιβασμοί δρομολογούν αποτελέσματα που θέτουν σε μεγάλο κίνδυνο την Εθνική ασφάλεια.

Η τελευταία «διαπραγμάτευση» στη Γενεύη το επιβεβαίωσε και κατέστησε ολοφάνερο ότι απαιτείται ριζική επανατοποθέτηση.

Με την Αθήνα επί μακρόν περίπου ουδέτερο παρατηρητή και την Κύπρο εξαντλημένη μετά από μισό αιώνα εκβιαστικών απειλών το ένα δέκατο του Ελληνισμού ενδέχεται να ενταχθεί στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας. 

1. Με οποιαδήποτε πρόταση βρίσκεται στο τραπέζι των «διαπραγματεύσεων» Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) οδηγείται σε κατάλυση.

Δεν γνωρίζουμε άλλο κράτος που να έχει καταλυθεί από έξωθεν παράνομη εισβολή. Και το γεγονός ότι είναι παράνομη υπάρχουν αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

2. Δρομολογείται η αναγνώριση των παράνομων τετελεσμένων στα εδάφη της ΚΔ που είναι κατειλημμένα και εποικισμένα παράνομα (κάτι που αποτελεί έγκλημα πολέμου) και με οποιονδήποτε τρόπο και αν δει κανείς την «πολιτική / κυριαρχική ισότητα» η Τουρκία καθίσταται κυρίαρχος και στο νυν μη κατεχόμενο μέρος της ΚΔ. 

Δεν υπάρχει κανένα «διαπραγματευτικό κεκτημένο» ή κάποια συμφωνία για «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα» που δεσμεύει το Κυπριακό κράτος και Ελληνικό κράτος.

Έτσι, επαναλαμβάνεται και υπογραμμίζεται:

α) το ένα δέκατο του Ελληνισμού εισέρχεται στα πεδία της Τουρκικής επικυριαρχίας,

β) καθίστανται όμηροι της Άγκυρας, γ) σταδιακά ή ταχύρρυθμα με την πρώτη ευκαιρία η Τουρκία όπως πολύ καλά ξέρει να κάνει εκτελεί εθνοκάθαρση και

γ) η παγίδευση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων παγιδεύει στρατηγικά το Ελληνικό κράτος με εξ αντικειμένου βαθύτατες προεκτάσεις πέραν κάθε φαντασίας.  

Η πρωτοβουλία των κινήσεων λογικά ανήκει στο Ελληνικό κράτος.

α) Οι εκτός Ελληνικού κράτους το θεωρούν την Μητρόπολη

β) είναι εγγυήτρια δύναμη και

γ) φέρει ευθύνη για την ασφάλεια εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων. Απαιτείται να ενθαρρύνει και να βοηθήσει την Λευκωσία ούτως ώστε άμεσα αμφότερα τα κράτη να επανατοποθετηθούν σε νέα βάση: 

Πρώτον, η Ελλάδα ως εγγυήτρια δύναμη αλλά και ως κράτος του οποίου διακυβεύονται έσχατα συμφέροντα ασφάλειας και επιβίωσης δηλώνει σε όλους ότι δεν αποδέχεται κατάργηση της ΚΔ και νομιμοποίηση των παράνομων τετελεσμένων.

Κατάλυση της ΚΔ και ομηρία των Ελλήνων σε τίποτα δεν εξυπηρετεί και τίποτα δεν επιλύει. Αντίθετα οδηγεί σε νέες μεγάλες συμφορές και αστάθεια.

Η Ελλάδα δεν βιάζεται να νομιμοποιήσει τα παράνομα τετελεσμένα, να καταλύσει την ΚΔ και να την καταστήσει υποχείριο της Τουρκίας.

Όσο και αν κρατήσει αυτό ακόμη και πάντα. Τόσο απλό, τόσο λογικό, τόσο ορθολογιστικό που είναι μυστήριο γιατί δεν αποτελεί κοινή θέση όλων των Ελλήνων.

Ακόμη και εάν είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί η κυριαρχία της ΚΔ σε όλη την Επικράτειά της τίποτα δεν εξυπηρετεί η αναγνώριση των τετελεσμένων και η κατάργηση του κράτους με τις αναπόδραστες συνέπειες που προαναφέρθηκαν. 

Δεύτερον η Αθήνα και ευχής έργο και η Λευκωσία ζητά επιτακτικά από τον ΟΗΕ και την ΕΕ να εφαρμοστεί η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα.

Αυτό σημαίνει ότι αδιαπραγμάτευτα ζητεί από την ΕΕ να υιοθετήσει θέσεις συμβατές με τους δικούς της νόμους που αποφάσισε με την Πράξη Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πλήρες και κυρίαρχο μέλος.

Αυτή η θέση όχι μόνο είναι νόμιμη και πολιτικά/θεσμικά νομιμοποιημένη αλλά επιπλέον αφοπλίζει όλους από τυχόν αιτιάσεις: Εξ αντικειμένου και αυτός ήτανο σκοπός της ένταξηςη ευρωπαϊκή έννομη τάξη εάν εφαρμοστεί επί όλης της Επικράτειας της ΚΔ δημιουργεί ένα κράτος δικαίου στο οποίο υπάρχει ισότητα πολιτικών δικαιωμάτων και όχι ισότητα σε εθνική/ρατσιστική βάση που δημιουργεί ένα μη βιώσιμο κρατίδιο υποχείριο της Άγκυρας και παράγοντα αστάθειας στην περιφέρειά μας.

Τρίτον και ακόμη πιο σημαντικό που αναπτύχθηκε και σε άλλη παρέμβαση, Αθήνα και Λευκωσία ζητούν από τον ΓΓ του ΟΗΕ να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974 και του 1983 που είναι συμβατές με τον ρόλο του και που είναι σύμφωνες με τον Χάρτη του ΟΗΕ.

Δεν υπάρχει κανένα «διαπραγματευτικό κεκτημένο» ή κάποια συμφωνία για «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα»που δεσμεύει το Κυπριακό κράτος και Ελληνικό κράτος.

Το ότι το ΣΑ κατέγραφε την διολίσθηση της εγκαταλειμμένης από όλους Κυπριακής Δημοκρατίας προς παράνομες υποχωρήσεις δεν νομιμοποιεί κανένα ούτε να ζητά την κατάλυση της ΚΔ ούτε να επιβάλλει εσωτερικές ρυθμίσεις που σε κάθε περίπτωση η Πράξη Προσχώρησης της Κύπρου στην ΕΕ όρισε τι θα πρέπει να είναι:Η Ευρωπαϊκή έννομη τάξη να επεκταθεί σε όλη την Επικράτεια της ΚΔ.

Ποιος παραβιάζει την διεθνή νομιμότητα;

Επειδή με αυτές τις πτυχές δυστυχώς ουκ ολίγοι δεν είναι εξοικειωμένοι και ως εκ τούτου δεν γνωρίζουν το Αλφαβητάρι των διεθνών θεσμών και τις υψηλές αρχές της Αμφικτιονίας του ΟΗΕ, επισημαίνουμε τα εξής και ο καθείς είναι ελεύθερος να διαβάσει τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών:

Αντικρούουμε και απορρίπτουμε θέσεις και προτάσεις που παραβιάζουν τον Χάρτη του ΟΗΕ: Κεφάλαιο Ι Άρθρο 2.3«Τα κράτη-μέλη οφείλουν να απέχουν «από χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας και πολιτικής ανεξαρτησίας άλλων κρατών» (και η ΚΔ είναι το μόνο κυρίαρχο και πλήρες μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ).

Ακόμη πιο σημαντικό: Άρθρο 2. 7.«Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δεν θα δίνει το δικαίωμα στα Η.Ε. να επεμβαίνουν επί ζητημάτων που ανήκουν ουσιαστικά στην εσωτερική διαδικασία οποιουδήποτε κράτους και δεν θα αναγκάζει τα Μέλη να υποβάλλουν τέτοια θέματα για ρύθμιση σύμφωνα με τους όρους αυτού του Χάρτη».

Στεκόμαστε στο Κεφάλαιο Ι, Άρθρο 2. 7 για να δούμε πως αυτά μπορούν να σχετίζονται με την ΔΔΟ και την αξίωσή μας να εγκαταλειφθεί ούτως ώστε το ζήτημα να μπει σε σωστή, πολιτικά βάσιμη, ορθολογιστική και νόμιμη βάση.

Μετά την ρητή πρόνοια ότι «Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δεν θα δίνει το δικαίωμα στα Ηνωμένα Έθνη να επεμβαίνουν επί ζητημάτων που ανήκουν ουσιαστικά στην εσωτερική διαδικασία οποιουδήποτε κράτους και δεν θα αναγκάζει τα Μέλη να υποβάλλουν τέτοια θέματα για ρύθμιση σύμφωνα με την τους όρους αυτού του Χάρτη», το άρθρο 2.7 γράφει τα εξής: «Η Αρχή αυτή δεν πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή των εξαναγκαστικών μέτρων που προβλέπονται στο Κεφάλαιο 7». 

Επειδή εδώ τονίζουμε και υπογραμμίζουμε ότι μιλάμε για υψηλές αρχές του καθεστώτος της κυριαρχίας και για πολιτικές όψεις και όχι για επιχειρήματα με λανθασμένη και νομικίστικη αντίληψη της διεθνούς πολιτικής, καλό είναι να δούμε προσεκτικά το Κεφάλαιο 7 και πιο συγκεκριμένα να απαντήσουμε το ερώτημα «ποιος παραβιάζει την διεθνή νομιμότητα;».

Στο Κεφάλαιο 7 διαβάζουμε τι είναι παρανομία: «Ενέργειες σε περίπτωση απειλής εναντίον της Ειρήνης, Διαταράξεως της Ειρήνης και Επιθετικών Πράξεων».

Δηλαδή ρητά αναφέρεται σε επιθετικές ενέργειες και όχι το πώς το κράτος-θύμα θα συγκροτηθεί πολιτειακά εσωτερικά, κάτι το οποίο ο Χάρτης του ΟΗΕ αποκλείει ρητά και κατηγορηματικά. 

 

Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974 και του 1983, για παράδειγμα, καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας και ζητούν την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.

Κατά συνέπεια είναι κρίσιμο και μείζονος σημασίας να απαντηθεί το εξής:

Εμπίπτει στο κεφάλαιο 7 του Χάρτη περί «κινδύνων για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια» εάν τα θύματα της παράνομης εισβολής αρνηθούν να επικυρώσουν τα τετελεσμένα της βίας;

Ποιος παραβιάζει τα θέσφατα της διεθνούς νομιμότητας αυτός που αντικρούει την παρανομία ή αυτός που εκλογικεύει ως αναγκαία την θανάτωση ενός κράτους που δέχθηκε επίθεση και καταλήφθηκε έδαφός του;

Στο άρθρο 39 διαβάζουμε: «Το Συμβούλιο Ασφαλείας θα αποφαίνεται αν υπάρχει απειλή για την ειρήνη, διατάραξη της ειρήνης ή επιθετική ενέργεια και θα κάνει συστάσεις ή θα αποφασίζει ποια μέτρα θα λαμβάνονται σύμφωνα με τα Άρθρα 41 και 42 για να αποκατασταθεί η διεθνής ασφάλεια».

Επομένως μιλά για την διεθνή τάξη που διαταράχθηκε όχι από το Κυπριακό κράτος αλλά αφενός το χουντικό πραξικόπημα και αφετέρου όπως το ίδιο το ΣΑ αποφάσισε το 1974 και 1987 από την παράνομη τουρκική εισβολή που ακολούθησε με σαφή πρόνοια τα παράνομα τετελεσμένα να μην αποτελέσουν βάση διαπραγμάτευσης.  

Γι’ αυτό ολοκληρώνοντας καλά κάνουμε να δούμε τι είπε το ΣΑ για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια και μόνο αυτό ισχύει και τίποτα άλλο, για παράδειγμα η καταγραφή των υποχωρήσεων υπό καθεστώς εκβιασμού δεκάδων χιλιάδων παράνομων τουρκικών στρατευμάτων.

 Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας για το ποιος παρανόμησε είναι ρητές και αυτό σπάνια συμβαίνει.

Οι αποφάσεις του 1974 και του 1983, για παράδειγμα, καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας και ζητούν την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. 

Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως τις διαπραγματεύσεις, ζητούν: «την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «Δεν θα επηρεαστούν» από τα πλεονεκτήματα που αποκτήθηκαν από τις πολεμικές επιχειρήσεις.

Η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα για ακόμη μια φορά ρητά αποφάσισε ότι η Τουρκική πλευρά παρανομεί και επιβεβαίωσε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το μόνο αναγνωρισμένο κυρίαρχο κράτος.  

Ερωτάται: Γιατί εμείς συνεχίζουμε να αφήνουμε τρίτους, όποιοι και να είναι αυτοί, να εκπέμπουν ιδέες αδιέξοδων ρυθμίσεων που νομιμοποιούν, ακριβώς, την παράνομη άσκηση βίας, τα παράνομα τετελεσμένα και που όχι μόνο καταργούν ένα κυρίαρχο κράτος αλλάζοντας με νέα Συνθήκη την διεθνή τάξη αλλά επιπλέον αναπόδραστα οδηγούν σε αστάθεια που θέτει σε κίνδυνο την διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια;!

Μήπως υπάρχει κάποιος ή κάτι που υπερισχύει των Υψηλών Αρχών του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας; Νομικά, πολιτικά και διαπραγματευτικά μιλώντας, η απάντηση είναι: Απολύτως όχι! 

Ποιες πρέπει να είναι οι θέσεις της Ελληνικής πλευράς

Συνοψίζεται λοιπόν λέγοντας ότι το αυτονόητο με το οποίο λογικά και ορθολογιστικά όλοι οι Έλληνες αναμένεται να συναινούν: Επιτάσσεται άμεσα με πρωτοβουλία του Ελληνικού κράτους η Αθήνα και η Λευκωσία να υιοθετήσουν νέες τεκμηριωμένες θέσεις υπέρ της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας και να κοινοποιηθούν σε όλους τους ενδιαφερόμενους, κυρίως στον ΟΗΕ και στην ΕΕ.

Η Ελληνική πλευρά επανατοποθετείται στην βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Άμεσα να αξιωθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας και όλα τα όργανα και τους αντιπροσώπους του διεθνούς αυτού οργανισμού, εμπράγματα: 

1ον. Να εκπληρωθούν οι πρόνοιες του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ. 

2ον. Να παρακαμφθούν και εξαφανιστούν λαθραία καταγεγραμμένες θολές, παράνομες και αποδεδειγμένα αδιέξοδες διατυπώσεις για το εσωτερικό καθεστώς ενός κυρίαρχου κράτους-μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ. 

3ον.Να ζητηθεί από τον ΓΓ του ΟΗΕ να επιδιώξει να εφαρμοστούν οι αποφάσεις του ΣΑ του 1974 και 1983 και από την ΕΕ να κάθε απόφασή της σε αναφορά με την ΚΔ και την Τουρκία να είναι συμβατή με την νομιμότητα που προβλέπει η Πράξη Προσχώρησης. 

Εξ αντικειμένου, λογικά και ορθολογιστικά αυτές πρέπει να είναι οι θέσεις της Ελληνικής πλευράς. Οτιδήποτε άλλο είναι παράνομο, επικίνδυνο και αυτοκτονικό.

Λογικά οι Έλληνες δεν θέλουν να αυτοκτονήσουν στρατηγικά, νομικά, πολιτικά και ανθρωπολογικά.

Ανεξάρτητα του πόσο θα διαρκέσει αυτό η διαφύλαξη της Κυπριακής Δημοκρατίας συντηρεί προοπτική να υπάρξει μελλοντικά ευκαιρία απελευθέρωσης/βιώσιμης διεξόδου.

Αντίθετα η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας τίποτα δεν επιτυγχάνει ενώ οδηγεί όλους σε παγίδα αστάθειας και συμφορών για όλους τους εμπλεκόμενους. Συμπεριλαμβανομένων και των Τούρκων το κράτος των οποίων μέχρι να λειτουργεί φιλειρηνικά απαιτείται να αποτρέπεται στρατηγικά και όχι να ενθαρρύνεται ο απέραντος πλέον αναθεωρητισμός του. 





ΠΗΓΗ