Αν υπάρχει ένα θέμα το οποίο με εξιτάρει αυτόν τον καιρό είναι η πρόοδος που προκύπτει μέσα από την πανδημία. Δεν είναι ακόμα πρόοδος υλική για τον παγκόσμιο πληθυσμό, το εναντίον· η οικονομικοπολιτική επιλογή του «Business As Usual», σε ελεύθερη μετάφραση «συνεχίζουμε σαν να μην συμβαίνει τίποτα», είναι οφθαλμοφανές ότι θα δημιουργήσει πολλά και ποικίλα προβλήματα τα αμέσως επόμενα χρόνια. Είναι πρόοδος ιδεών. 

Μια βόλτα στο διαδίκτυο και παρόλη την υπερπληροφόρηση είναι σαφές ότι μας κάνει εξαιρετικά πιο πλούσιους σε ελπίδα, διότι πάνω απ’ όλα αποδεικνύει την πρόοδο σε ιδέες και προβληματισμό. Σε ιδέες που άλλοτε γίνονται πράξεις κι άλλοτε αποτυγχάνουν εντελώς, αλλά δεν παύουν σε κανένα σημείο να μην είναι πηγή δημιουργίας.

Και σε προβληματισμό, διότι υπάρχουν βασικά ερωτήματα όσον αφορά στην καθημερινότητα του καθενός και της καθεμίας από μας και τη θεωρητική προσέγγιση της. Κι αυτός ο προβληματισμός φαίνεται, επιτέλους, να εντείνεται στην πανεπιστημιακή κοινότητα παγκοσμίως, η οποία αργά αλλά σταθερά δείχνει να θέλει να λάβει ενεργά μέρος και να αποκτήσει ρόλο πέρα και πάνω από την πολιτική διαχείριση και παρουσία. 

Στο ίδιο μαγικό κόσμο του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παρατηρούμε πόσο καλό έχει κάνει στην Ελλάδα η κληρονομιά του περίφημου «Ανήκουμε στη Δύση» του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Χιλιάδες πλέον Έλληνες αψηφούν τα σύνορα της Ελλάδας και δημιουργούν στο εξωτερικό. Σταθερά, με γνώση και στόχους. Δημιουργούν από το χώρο των επενδύσεων μέχρι τον χώρο των επιστημών. Και δεν θέλω προσωπικά να μπω στο ψευτοδίλημμα των μυαλών που φεύγουν από την Ελλάδα. Σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο δεν μπορώ να φανταστώ σε κανένα συμπολίτη μου να του λέω «μείνε εδώ» και μην ακολουθήσεις το όνειρο σου να μεγαλουργήσεις παντού. 

Εκείνο, όμως που θα ήθελα να του πω είναι ότι υπάρχει μια Πολιτεία που λειτουργεί έτσι ώστε εκείνος να μην έχει τίποτα να ζηλέψει από το εξωτερικό, που να του προσφέρει κοινωνικά κι οικονομικά ότι θα του πρόσφερε οποιαδήποτε χώρα στο ανεπτυγμένο κόσμο. Διότι αυτό μοιάζει εμείς να το έχουμε ξεχάσει.

Μοιάζει να έχουμε ξεχάσει ότι είμαστε χώρα-μέλος του ανεπτυγμένου κόσμου, ότι είμαστε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ, ότι είμαστε μια χώρα ζηλευτή στο παρελθόν κι ελπιδοφόρα για το μέλλον κι ότι έχουμε την τύχη, μαζί με εξαιρετικούς Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό, να έχουμε καταπληκτικούς Έλληνες στο εσωτερικό. Έλληνες που επιβίωσαν στη χειρότερη κρίση που έζησε ποτέ ανεπτυγμένη χώρα. Έλληνες κι Ελληνίδες που μετέτρεψαν την πείρα της κρίσης σε θεωρητική κι υλική γνώση. Αυτοί κι όλοι εμείς δικαιούμαστε μια καλύτερη Ελλάδα. 

Το μέλλον, λοιπόν, δεν μπορεί να περνάει από μια λογική ψωροκώσταινας. Διότι, ειλικρινά, γίνεται αυτό το οποίο φοβόμουν. Η πρόοδος δεν έχει την ταχύτητα που αξίζουμε. Η λογική δεν είναι λογική μιας Ολλανδίας ή μιας Δανίας (κι ας “λοιδορούσαμε” τον πρώην Πρωθυπουργό που ήθελε να μας κάνει Δανία) που αντιμετώπισε κρίση και προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της.  Είναι μια λογική μετάβασης μετακομμουνιστικής χώρας της δεκαετίας του 1990. 

Προς Θεού, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν βήματα προόδου τα τελευταία δύο χρόνια. Δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε μια καλύτερη ελπίδα. Η Ελλάδα αφενός είναι σε πάρα πολύ καλύτερο σημείο απ’ αυτό που ήταν πριν το 2019, η Ευρώπη, αφετέρου, μέσα στα τεράστια προβλήματα της, μέσα στις πρακτικές αδυναμίες της, μέσα στη δυσκολία να διοικηθεί με δημοκρατικό τρόπο συνεχίζει να αναδεικνύει την αξία του κοινωνικού κράτους και να υπερθεματίζει υπέρ αυτού του μοναδικού μοντέλου. 

Σημαίνει, ωστόσο, ότι η Πολιτεία σήμερα λειτουργεί συντηρητικά. Καταφεύγει σε λύσεις που ήδη αμφισβητούνται όσον αφορά στην διαχρονικότητά τους, όχι διότι δεν είναι υπαρκτές αλλά διότι είναι περιοριστικές. Η Ελλάδα πρέπει να υπερπηδήσει τα δώδεκα χρόνια που έχασε με τις κρίσεις των μνημονίων και την πανδημία και να φθάσει χώρες που δεν αντιμετώπισαν τις δικές μας ατυχίες ή/και αστοχίες. 

Επιπλέον δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μόνο την δωδεκαετία που μείναμε πίσω. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε ενδείξεις έντονων κοινωνικών αντιδράσεων. Η πίεση από την ακρίβεια,  οι ταραχές που δημιουργούν ακραία στοιχεία, η εγκληματικότητα, οι ολοένα και πιο συχνές ατομικές εκρήξεις οργής πολιτών, η διαμάχη μεταξύ εμβολιαστών-αντιεμβολιαστών στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, η υβριδική καθημερινότητα με την συνύπαρξη της πανδημίας του κορωνoϊού με την εργασιακή κανονικότητα συνθέτουν ένα μείγμα το οποίο μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικό.  

Ταυτόχρονα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο που αλλάζει καθημερινά.Την Κίνα που αποδεικνύεται ο πλέον σκληρός δανειστής κι έχει ένα εντελώς νέο μοντέλο παγκόσμιας επιρροής, ζωής αλλά και επέκτασης, μοντέλο που ξεφεύγει από την ηθική όπως την γνωρίζαμε μέχρι σήμερα, τις ΗΠΑ που προσπαθούν να βρουν ρόλο πέρα από την Ευρώπη, την Ευρωπαϊκή Ένωση που απέχει πολύ από την αρχική της ιδέα αλλά ευτυχώς διατηρεί ορισμένες αρχές κι αξίες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού. 

Σε αυτόν τον κόσμο η Ελλάδα πρέπει να σκεφτεί υπερβατικά, μοναδικά και να τολμήσει. Αν κινηθεί όπως σήμερα, ο φόβος της αργεντινοποίησης είναι εδώ. Αν σκεφτεί έξω και πάνω από τις συνήθεις πρακτικές, τότε μπορεί να τα καταφέρει.





ΠΗΓΗ