Σε ένα εύστοχο άρθρο του, που αξίζει να διαβαστεί, με τίτλο «το αίσθημα της αποκαρδιώσεως», στην ΕΣΤΙΑ της 7ης Ιουνίου 2022, ο Κος Κοττάκης διαπίστωσε δυσάρεστες αλήθειες, σχετικά με την δικαστική εξουσία της χώρας μας. Με πλάγιο τρόπο, μας οδήγησε στο συμπέρασμα πως είναι ελεγχόμενη (το άλλο θα ήταν πως είναι ανίκανη, κάτι που δεν θέλουμε μήτε καν να υποθέσουμε). Καταλήγει μάλιστα στη διαπίστωση πως βρισκόμαστε προ της «τήξεως» του πολιτικού συστήματος της χώρας. Συμμεριζόμαστε απολύτως την εμπεριστατωμένη αυτή άποψή του και επισημαίνουμε πως η ανωτέρω εφημερίδα κάθε άλλο παρά αντιπολιτευόμενη αριστερή είναι.

Θεωρούμε όμως, πως αν κάτι μπορούμε να κάνουμε, έστω την ύστατη αυτή ώρα, είναι να απαιτήσουμε την εφαρμογή του ισχύοντος Συντάγματος. Το Σύνταγμά μας καταπατείται χονδροειδώς, αλλά και ευχαρίστως, από όλες τις κομματικές παρατάξεις, εντός και εκτός του κοινοβουλίου. Δυστυχώς «ανεπαισθήτως» για μάς τους υπολοίπους, με την επιτυχή συμβολή προς τούτο των αργυρώνητων ΜΜΕ. Με πρώτη κραυγαλέα καταπάτηση, την αγνόηση της συνταγματικής επιταγής περί διάκρισης των εξουσιών, της Νομοθετικής, της Εκτελεστικής και της Δικαστικής Εξουσίας.

Ας αρχίσουμε από τα Υπουργεία, που βρίσκονται επί κεφαλής της Εκτελεστικής Εξουσίας. Αυτά λοιπόν ελέγχονται, απολύτως, από τους εναλλασσόμενους υπουργούς τους, που διορίζονται από τον πρωθυπουργό της χώρας κατά το δοκούν. Η Νομοθετική Εξουσία ταυτίζεται αμέσως με την εκτελεστική, όταν οι Υπουργοί είναι και βουλευτές, εμμέσως όταν δεν είναι βουλευτές γιατί διορίζονται από τον πρωθυπουργό. Προφανώς και η Κυβέρνηση οφείλει να ελέγχει τα υπουργεία, αλλά μόνο ως προς την πιστή εφαρμογή των νόμων που η Βουλή ψηφίζει, όπως και στην επίλυση προβλημάτων που χρήζουν παρεμβάσεων της Νομοθετικής Εξουσίας.

Όμως τα υπουργεία, αντί να διευθύνονται από διορισμένα από τον πρωθυπουργό πρόσωπα, που επί πλέον ενσκήπτουν με δεκάδες συμβούλους προς ενίσχυση του απολύτου ελέγχου του υπουργείου «τους», θα μπορούσε -αλλά και θα όφειλε – η Κυβέρνηση, να μπορούσε να ορίζει απλώς πολιτικούς ελεγκτές, που θα διαπιστώνουν και τα όποια προβλήματα, προτείνοντας νομοθετικές παρεμβάσεις. Αυτό απαιτεί το Σύνταγμα της χώρας, διαχωρίζοντας τις τρείς εξουσίες. Τα υπουργεία οφείλουν να λειτουργούν ως διακριτή Εκτελεστική Αρχή.

Αλλά και η ίδια η Νομοθετική Εξουσία, δηλαδή η Βουλή, λειτουργεί στρεβλώς και αντισυνταγματικώς. Εκεί ουδείς βουλεύεται, οι νόμοι ψηφίζονται υποχρεωτικώς από το σύνολο των βουλευτών του πλειοψηφούντος κόμματος, κατά τις βουλές της ηγεσίας του. Ουδείς συμπολιτευόμενος, αλλά και αντιπολιτευόμενος, δικαιούται να συζητήσει ελευθέρως τα νομοσχέδια και να εκφράσει τις απόψεις του, ακόμα και επί άκρως σοβαρών ζητημάτων (π.χ. εθνικών). Όλοι ψηφίζουν ότι τους επιβάλει το Κόμμα. Αν κάποιος εκφράσει άλλη άποψη, γίνεται πρωτοσέλιδο και διαγράφεται από το κόμμα του, ενθυμούμενος τη ρήση του συγχωρεμένου Αβέρωφ, πως «όποιο πρόβατο φεύγει από το μαντρί το τρώνε οι λύκοι».

Βεβαίως στις υπόλοιπες δημοκρατικές χώρες -π.χ. ΗΠΑ- δεν συμβαίνει αυτό, τουλάχιστον στο βαθμό που συμβαίνει σε μας. Αντιθέτως εκεί, οι συμπολιτευόμενοι ανέτως εκφράζουν ή και καταψηφίζουν νομοσχέδια της κομματικής τους παράταξης, χωρίς να δημιουργείται θέμα. Στη δική μας Βουλή ουδείς βουλεύεται -το έχουν σκεφτεί άλλοι γι’ αυτόν και πριν από αυτόν, κατά τη γνωστή διαφήμιση μεγάλου εμπορικού καταστήματος- η Βουλή δεν είναι παρά χώρος τυφλής υπακοής στο Κόμμα.

Τέλος, η Δικαστική Εξουσία ελέγχεται από την εκάστοτε κυβέρνηση, καθόσον η Βουλή, δηλαδή το πλειοψηφούν κόμμα, ορίζει τις ανώτατες αρχές της. Αλλά φαίνεται πως αυτό οδηγεί εμμέσως και στον έλεγχο ακόμα και των κατωτέρων στελεχών της. Πάμπολλα τα σχετικά κραυγαλέα παραδείγματα. Μη ξεχνάμε πως η Κυβέρνηση, δηλαδή ο πρωθυπουργός, ορίζει και τον ανώτατο άρχοντα της χώρας (ακόμα και με έγχρωμα ψηφοδέλτια, για να θυμηθούμε το παρελθόν), δηλαδή τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Η διάκριση των Εξουσιών, που πρωτο- ετέθησαν από τον Μοντεσκιέ τον 18ο αιώνα, προσέβλεπε στη διάχυση προς την κοινωνία της πολιτικής εξουσίας. Στο όσο βέβαια αυτό είναι εφικτό, δεδομένης της εκ των πραγμάτων αδυναμίας άμεσης δημοκρατίας και επαναφοράς των Δήμων, κατά την αρχαιοελληνική αντίληψη των κοινωνιών. Τούτο αποτελεί άλλωστε το αιτούμενο της Δημοκρατίας. Βεβαίως υπάρχουν και άλλα άρθρα του Συντάγματος που αγνοούνται ή υποτιμώνται (π.χ. το άρθρο 21). Αλλά ας αρχίσουμε από αυτό της διάκρισης των εξουσιών: θα ωφεληθούμε τα μέγιστα ως κοινωνία, κοινωνία που σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με πλείστα, αλλά και υπαρξιακά, αδιέξοδα.

Δεν θεωρούμε πάντως πως το κλειστό πολιτικό σύστημα της χώρας μας, θα το επιτρέψει. Τουλάχιστον ας το ελπίζουμε. Θα είναι η ύστατη προσπάθεια αποτροπής της «τήξεώς» του.

Απόψεις και άλλες δηλώσεις που εκφράζονται από χρήστες και τρίτα μέρη (π.χ., bloggers) είναι αποκλειστικά δικές τους και δεν αποτελούν απόψεις της HuffPost Greece. Την ευθύνη για περιεχόμενο που δημιουργείται από τρίτα μέρη φέρουν αποκλειστικά τα μέρη αυτά.





ΠΗΓΗ