«Τίθησι νόμον… διαρρήδην απαγορεύοντα τους υπευθύνους μη στεφανούν…»»

(Αισχίνης «Κατά Κτησιφώντος») 

Τα τελευταία δυστοπικά φαινόμενα που ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία (κορωνοϊός, πυρκαγιές, οικονομική κρίση, έντονα καιρικά φαινόμενα, μεταναστευτικό…) αναδεικνύουν όχι μόνον κάποιες χρόνιες παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος, αλλά και το ήθος των αρχόντων όπως και των πολιτών που τους επιλέγουν. Παράλληλα με όλο αυτό το σκηνικό αναπτύσσεται κι ένα sui generis «αλληλογρονθοκόπημα» μεταξύ των πολιτών και των τροφίμων της εξουσίας για την απόδοση των ευθυνών. 

Το Ήθος της Πολιτείας

Αυτές οι έντονες διενέξεις (διαδικτυακές και τηλεοπτικές) δεν επιτυγχάνουν τίποτα άλλο πέραν της κραυγαλέας δικαίωσης του Ισοκράτη που αιώνες τώρα είχε δηλώσει πως: «Το της πόλεως όλης ήθος, ομοιούται τοις άρχουσιν».

Ποτέ δεν διευκρινίστηκε αν με αυτήν την θέση του ο Ισοκράτης μέμφονταν τους άρχοντες ή τους πολίτες για την «ομοιότητα» μεταξύ τους ή θεωρούσε επιβεβλημένο να υπάρχει κάτι τέτοιο για την ανθοφορία της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο Ενεστώτας ως παροντικός χρόνος δηλώνει κατά μία έννοια και κάτι διαχρονικό ως διαπίστωση ή υπόμνηση και προτροπή. Έτσι κι αλλιώς μεταξύ ψηφοφόρου – πολίτη και «αρχόντων» – πολιτικής εξουσίας υπάρχει μία αλληλεπίδραση που καθορίζει το ήθος της πολιτείας. 

Και πολιτεία δεν είναι μόνον οι νόμοι, οι θεσμοί και οι εκλογές αλλά και τα πρόσωπα που έχουν συμφέροντα, ιδεολογία, επιδιώξεις και συμπεριφορές που διδάσκουν ή το αντίθετο. Αποτελούν, δηλαδή, πρότυπα πολιτικής απαξίωσης και καταδίκης. 

«Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδε νήες ανδρών κεναί»

 

(Θουκυδίδης, Η-77)

Με τα λόγια αυτά ο Νικίας δεν υπονοούσε την αμελητέα αξία της πολεμικής θωράκισης της χώρας του (Αθήνας), αλλά τόνιζε πως η αξία, η επάρκεια και η καταλληλότητα των προσώπων είναι αυτά που εξασφαλίζουν τη σωτηρία και την ασφάλειά της. Γι’ αυτό, λοιπόν, κρίνεται αναγκαία μία συστοίχιση πολιτών και πολιτικών γιατί μέσα από αυτήν διαμορφώνεται το συλλογικό ήθος αλλά και το υπόβαθρο της δημοκρατίας. 

Ωστόσο, όπως τόνισε και στην εισαγωγική φράση ο Αισχίνης συνιστά πολιτική παραδοξότητα να «στεφανώνονται», να επευφημούνται και να δοξάζονται οι πολιτικοί άρχοντες πριν την «λογοδοσία» τους. Ο θεσμός της λογοδοσίας (εύθυνα) συνιστούσε τον κορυφαίο θεσμό για την αθηναϊκή δημοκρατία για να αποτρέπει τις οικονομικές ατασθαλίες και τις πολιτικές παρεκτροπές (βλέψεις τυραννικής επιβολής).

Η Μετά – δημοκρατία

Στην σύγχρονη, όμως, μετανεωτερική δημοκρατία όπου οι εξουσίες τυπικά είναι διακριτές, τα εξωθεσμικά κέντρα αποφάσεων διαμορφώνουν με τον δικό τους τρόπο τους κανόνες του πολιτικού σκηνικού και πλάθουν – σκιαγραφούν κατά τα συμφέροντά τους το πρόσωπο ή το προσωπείο των «αρχόντων».

Η παραπληροφόρηση, τα Fake news και η ιδεολογική ποδηγέτηση έχουν αναχθεί σε παράγοντες μιας πρωτοφανούς πολιτικής πρακτικής που εξαθλιώνει τους πολίτες και υποβιβάζει τους πολιτικούς στο ρόλο του ενεργούμενου. Η δημοκρατία, όμως, έχει ανάγκη από πολιτικούς «όρθιους» και όχι «ορθούμενους».

«στεφανούν τον υπεύθυνον “επειδάν λόγον και ευθύνας της αρχής δω”»

 

(Αισχίνης)

Οι Αθηναίοι για να αποφύγουν τα παραπάνω εκφυλιστικά φαινόμενα θέσπισαν νόμο σύμφωνα με τον οποίον το «στεφάνωμα», η επευφημία και τα δοξαστικά προς τους πολιτικούς ταγούς θα εξασφαλίζονταν μετά την λογοδοσία (εύθυνα).

Στις μέρες μας και στα «καθ’ ημάς» συμβαίνει το αντίθετο. Οι δοξασίες και οι αγιοποιήσεις των πολιτικών προηγούνται του «λόγον διδόναι» για να εξασφαλιστεί η επανεκλογή τους και η εξασφάλιση των συμφερόντων εκείνων των εξωθεσμικών κέντρων που στιλβώνουν το έργο των τροφίμων της εξουσίας. 

Ωστόσο η δημοκρατία τρέφεται από τον πολιτικό ορθολογισμό κι από την δημιουργική κριτική και όχι από τις πολιτικές θωπείες. Όταν αποκρύπτονται τα τρωτά των κυβερνητικών έργων και οι αστοχίες ή η ανεπάρκεια των πολιτικών, τότε η δημοκρατία βαλτώνει και η πολιτική υφίσταται μία συνεχή αποβιταμίνωση.

Κι αυτό γιατί οι πολιτικές κολακείες και η ανοχή στην ανεπάρκεια των αρχόντων βυθίζει τους ταγούς της εξουσίας σε έναν «πολιτικό ναρκισσισμό» και την χώρα την εγκλωβίζουν σε ένα συντηρητικό και ξεπερασμένο πλαίσιο σκέψης και δράσης. 

«Πόσο γρήγορα φθείρεται σήμερα στα μάτια μας ο συμπαθέστατος, χτες, πολιτικός! Πως γίνεται απωθητικός ακόμα και για όσους τον ψηφίσαμε και τον παινέψαμε! Μήπως, ωστόσο, οι αλλεπάλληλες διαψεύσεις των προσδοκιών μας έχουν αλλοιώσει πρώτα το δικό μας βλέμμα; Μήπως ο πολιτικός που τη μια μέρα τον επευφημούμε και την άλλη τον λοιδορούμε δεν είναι παρά το είδωλο του ρευστού μας εαυτού;» (Γιάννης Κιουρτσάκης, «Όταν όλα κρέμονται από μια κλωστή»)

«Άρχειν τον λόγον…»

Αν, όμως, η ιδεολογική άπνοια των καιρών μας και η τεχνική ύπνωση που υφίστανται οι πολίτες ως πολιτικά υποκείμενα είναι η μία υπερβολή, η άλλη είναι οι υπερβολικές και μη συμβατές με την πολιτική ορθότητα ύβρεις μεταξύ πολιτικών και κομμάτων. Θεσμοί υπάρχουν ή θα μπορούσαν να θεσπιστούν για τη λογοδοσία (εύθυνα) των υπευθύνων. Εξάλλου ο πολιτικός ορθολογισμός γεννήθηκε στην Αθήνα όπως και η έννοια του μέτρου και της μεσότητας. 

«Ουκ εώμεν άρχειν άνθρωπον αλλά τον λόγον, ότι τούτο ποιεί και γίνεται τύραννος».

Οι Αθηναίοι δια στόματος Αριστοτέλη είδαν καθαρά την ανθρώπινη φύση που ρέπει προς την αυταρχικότητα και γι’ αυτό έδωσαν τα ηνία στον «λόγον». Οι πολιτικοί και οι πολίτες αντί να αναζητούν τους ενόχους έξω από τους εαυτούς τους, ας ακολουθήσουν το παράδειγμα του Αριστείδη πριν την Ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ.

«Ημέας στασιάζειν χρεόν εστί εν τε τω άλλω καιρώ και δη και εν τώδε περί του οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάσεται»

 

(Ηρόδοτος, 8, 7, 9, 4) 

Ο Αριστείδης ως πολίτης έπραξε το αυτονόητο, αν και θύμα εξορίας. Ζήτησε να συνεργαστούν με τον Θεμιστοκλή για την σωτηρία της πατρίδας, της Αθήνας. 

Η πρόκληση – προτροπή του Αριστείδη ηχεί ακόμη ως πατριωτικό σάλπισμα για πολίτες και πολιτικούς. 

«Οκότερος ημέων πλέω αγαθά την πατρίδα εργάσεται»





ΠΗΓΗ