Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ειδικότερα μετά την κατάρρευση των ανατολικών καθεστώτων, η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία σταθεροποιείται ολοένα και περισσότερο στο δυτικό κόσμο παρότι συνοδεύεται με τεράστια προβλήματα και παθογένειες. 

Αναμφίβολα, η κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν αντιπροσωπεύει την ιδεατή μορφή της άμεσης δημοκρατίας του 5ου π. Χ. αιώνα στην αρχαία Αθήνα, ωστόσο είναι μία σημαντική κατάκτηση των κοινωνιών στη νεότερη παγκόσμια πολιτική ιστορία.

Πρόκειται για μία μορφή αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σύμφωνα με την οποία οι πολιτικοί θεσμοί εκπροσωπούν το σύνολο των πολιτών στα εθνικά κοινοβούλια. Και ο όρος της αντιπροσώπευσης αποτελεί κατά κύριο λόγο το κλειδί ερμηνείας της κατανομής και ανάθεσης των πολιτικών αξιωμάτων στις δομές λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος της εποχής μας. 

Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, οι πολίτες των σύγχρονων κοινωνιών απολαμβάνουν το δημοκρατικό τους δικαίωμα του εκλέγειν και με τη ψήφο τους επηρεάζουν και διαμορφώνουν το δημοκρατικό γίγνεσθαι στη χώρα  τους μέχρι και την προσέλευση τους στην κάλπη. Μετά  τη ψήφο τους και την αποχώρηση τους από την κάλπη, το στοιχείο της αντιπροσώπευσης παύει κατ’ ουσίαν να υφίσταται. 

Και τούτο διότι η επιλογή των προσώπων τα οποία θα στελεχώσουν τις λειτουργικές δομές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και θα αναλάβουν τα προβλεπόμενα πολιτικά αξιώματα, θα λάβει χώρα μέσα από διαδικασίες στις οποίες οι πολίτες πλέον δεν έχουν κανένα απολύτως ρόλο και δεν ασκούν καμία απολύτως αρμοδιότητα. Πρόκειται πράγματι για ένα από τα εξαιρετικά αδύναμα λειτουργικά στοιχεία της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. 

Το γεγονός όμως ότι η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει τις ρίζες της στο μεγαλείο της αρχαιοελληνικής σκέψης, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης αναφορικά με τη βελτίωση των προβλεπόμενων διαδικασιών ως προς την επιλογή των προσώπων και την ανάθεση σημαντικών πολιτικών αξιωμάτων. 

Ο Σωκράτης υπήρξε ο πρώτος που υποστήριξε ότι τα πολιτικά αξιώματα πρέπει να ανατίθενται στους ειδικούς ήτοι σε πρόσωπα που αποδεδειγμένα κατέχουν ειδικές γνώσεις για το αντικείμενο που καλούνται να  διαχειριστούν, φέρνοντας ως παράδειγμα τον κυβερνήτη ενός πλοίου τον οποίο εμπιστεύονται τόσο ο ιδιοκτήτης του πλοίου όσο και αυτοί που πλέουν μαζί του! Όταν μάλιστα ρωτήθηκε ποια πόλη διοικείται παράνομα, είπε: η πόλη στην οποία οι άρχοντες τοποθετούνται από φατρίες!  

Βεβαίως, συγκρίνοντας το δημοκρατικό πολίτευμα των σύγχρονων κοινωνιών με την άμεση δημοκρατία της αρχαίας ελληνικής πόλης – κράτους, οι διαφορές που υφίστανται είναι τεραστίων μεγεθών. Η κυριότερη και σημαντικότερη διαφορά είναι ότι η ενασχόληση με τα κοινά στην αρχαιότητα δεν αποτελούσε μία οικονομικά προσοδοφόρα δραστηριότητα όπως στις μέρες μας, ενώ ο έλεγχος των υποψηφίων προκειμένου να αναλάβουν ένα δημόσιο αξίωμα ήταν εξαιρετικά ενδελεχής και λεπτομερής, όπως άλλωστε και η λογοδοσία τους στο τέλος της θητείας τους. 

Μάλιστα, υπήρχε και μία εκτεταμένη απροθυμία των πολιτών στην αρχαία Αθήνα να αναλάβουν πολιτικά αξιώματα, όπως μαρτυρά η αναφορά του Πλάτωνος στην Πολιτεία του «οι άξιοι άνθρωποι δεν επιδιώκουν την εξουσία ούτε για τα χρήματα ούτε για τη δόξα· γιατί ούτε πληρωμένοι θέλουν να χαρακτηριστούν εισπράττοντας φανερά μισθό για το αξίωμά τους, ούτε κλέφτες αποκομίζοντας κρυφά κέρδος από αυτό» (Πλάτων, Πολιτεία, Α, 347 b),  μία αναφορά εξαιρετικά επίκαιρη και στις μέρες μας! 

Εν κατακλείδι, η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία του 21ου αιώνα μ.Χ. θα μπορούσε κάλλιστα να μελετήσει και γιατί όχι να δανειστεί συγκεκριμένα λειτουργικά  στοιχεία από το δημοκρατικό πολίτευμα του 5ου αιώνα π.Χ., για τη βελτίωση των διαδικασιών επιλογής των κατάλληλων προσώπων και ανάθεσης πολιτικών αξιωμάτων.-

 

*Ο κύριος  Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και Υποστράτηγος ε.α. της Ελληνικής Αστυνομίας.

 





ΠΗΓΗ