Eurokinissi

Στιγμιότυπο από το Σύνταγμα

Στην πραγματικότητα η νοσταλγία δεν έχει να κάνει με κάποιον τόπο αλλά με τον ίδιο μας τον εαυτό, εκείνον που έχουμε ξεχάσει. Ή που έχουμε αφήσει παράμερα στο χρόνο, να βρίσκεται διαρκώς σε λήθαργο με την ελπίδα να τον κρατά μόλις ζωντανό για τη μέρα εκείνη που θα ελευθερωθεί από τα δεσμά των υποχρεώσεων και της άρρωστης καθημερινότητας και θα γίνει και πάλι αληθινός.

Νοσταλγία είναι αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε, γι’ αυτό και είναι εν πολλοίς επικίνδυνη για ορισμένες ιδεολογίες κι άλλες τόσες ιδεοληψίες που φροντίζουν με κάθε πρόσφορο τρόπο να την κοιμίζουν! Συνήθως, το καλύτερο υπνωτικό είναι ο φόβος.

Ζώντας σε εποχές που δεν αξίζει να ζωγραφιστούν από ζωγράφους ή να γίνουν λέξεις συγκινητικές στα ποιήματα των ποιητών, το συνεχές και καθημερινό γίγνεσθαι ίσως δεν αποτελεί πια όχι μόνο μια ιδεατή κατάσταση βίου για τον άνθρωπο αλλά ούτε καν μια ανεκτή αίσθηση αξιοπρέπειας.

Η επινόηση τής σύγχρονης πραγματικότητας ως μια διαρκής εξαπάτηση αισθήσεων, προσδοκιών και ονείρων από τα κέντρα τής εξουσίας που αποφασίζουν με βάση τούς οικονομικούς κυρίως δείκτες, μάς καθιστά μάρτυρες μιας αποτυχίας.

Αποτυχίας ύπαρξης και συμπεριφοράς που μετατρέπεται σε ενοχή προσωπικής υστέρησης και ανεπάρκειας. Το ζητούμενο άλλωστε στην εποχή μας δεν είναι να δώσουμε νόημα στην πραγματικότητα αλλά η πραγματικότητα να δώσει νόημα σε εμάς τους ίδιους, αν βεβαίως δεν μας λησμονήσει μέσα στην ανωνυμία μας καθόσον είμαστε κυρίως αριθμοί φορολογικού μητρώου και όχι κάτι άλλο. Με άλλα λόγια, το ίδιο το νόημα της ζωής μας περνά απαρατήρητο ακόμα κι από εμάς τους ίδιους! Κι αυτό, έρχεται να χειροτερέψει…

Ο φόβος έχει μετατραπεί σε εγγύηση κυβερνητικής ισχύος. Ο φόβος είναι πρωτίστως γεγονός πολιτικό.

Τα κεκτημένα κοινωνικά δικαιώματα δεν είναι τόσο ‘κεκτημένα’ πια ούτε βεβαίως αυτονόητα.

Με την ολοκλήρωση προσφάτως της διαβούλευσης για το νέο εργασιακό νόμο, για τον οποίο οι εισηγητές του προσπάθησαν να πείσουν πως κατάγονται… από την αθωότητα(!) και επιθυμούν διακαώς την προστασία των εργαζομένων, διαφάνηκε το περίσσευμα τής πολιτικής υποκρισίας.

Κάθε προσπάθεια να αποκτήσει οντότητα ορθολογισμού αυτό το νομοσχέδιο πέφτει από μόνη της στο κενό.

Το χωνευτήριο τής εργασιακής εκμετάλλευσης, που λειτουργεί αδιαλείπτως τα τελευταία χρόνια, ενισχύεται με νέα εργαλεία όπως η κατ’ έτος αύξηση των ωρών που θα μπορεί να απασχολεί υπερωριακά τους εργαζόμενους κάθε επιχείρηση, η νομιμοποίηση τής εργασίας την Κυριακή σε σωρεία επιχειρηματικών κλάδων αλλά και το καθημερινό δεκάωρο που θα σβήσει την ελληνική φλόγα τής οικογένειας, της επικοινωνίας, της κοινότητας.

Το πρώτο βήμα για την ιχνογράφηση μιας νέας αμερικανοποιημένης πραγματικότητας στην Ελλάδα θα γίνει γεγονός με την ψήφιση αυτού του νομοσχεδίου. Αθεράπευτα ένοχοι οι εμπνευστές του, όσο κι αν προσπαθούν να τον ψιμυθιώσουν, ο νόμος αυτός αν ψηφιστεί θα είναι ένας άδικος νόμος.

Ο πολιτισμός της Ελλάδας έχει δομηθεί πάνω στην αξιοπρέπεια και την οικογένεια.

Η δημαγωγία τού φόβου σε συνδυασμό με το φάσμα τής ανεργίας, ενδεχομένως να δικαιολογεί στα μάτια των πολιτών την αναγκαιότητα για την ψήφιση ενός νόμου που έρχεται σε αντίφαση με το ηθικό δίκαιο γι’ αυτό και οι αντιδράσεις είναι χλιαρές.

Υπερτερεί ίσως η αβεβαιότητα τού αναμενόμενου έναντι τής λογικής και της νοσταλγίας για μια ισορροπημένη ζωή.

Σίγουρα όμως, το μελαγχολικό πρόσωπο τής κοινωνίας θα γίνει ακόμα πιο σκυθρωπό με τις νέες εργασιακές ρυθμίσεις.

Καλό, δε, θα ήταν οι Έλληνες να πετάξουν από τα σπίτια τους το τραπέζι τής κουζίνας, δεν θα είναι απαραίτητο, ο καθένας πια θα τρώει μόνος στο προβλεπόμενο δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα τής εργασίας.

Δεν χρειάζεται άλλωστε το σκοτάδι για να λάβει υπόσταση η εργασιακή κόλαση και να γίνει ο βίος αβίωτος, αρκεί ένας νόμος…

 

Κώστας Θερμογιάννης

https://thermoyiannis.gr





ΠΗΓΗ