via Associated Press
Υπό το φως (μάλλον πρόωρων) σεναρίων για εγκατάλειψη του πρότζεκτ για την κατασκευή του αγωγού, η Ουάσιγκτον δίνει νέο στίγμα σε σχέση με τις προθέσεις της έναντι του αγωγού φυσικού αερίου Eastmed.
Επί της αρχής, το σχέδιο έχει ήδη εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2013, με τον χαρακτηρισμό του ως «κοινού ενδιαφέροντος» για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, ενώ πριν από δύο ακριβώς χρόνια – στις 2 Ιανουαρίου 2020 – έπεσαν υπογραφές στην τριμερή συμφωνία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ για την κατασκευή του αγωγού. Σε εκείνη τη φάση, η αμερικανική πλευρά παρακολουθούσε με ζωηρό ενδιαφέρον την εξέλιξη αυτή, αν όχι με ενθουσιασμό…
Γιατί έχει σημασία η αμερικανική στάση
Οι αμερικανικές προθέσεις έχουν μεγάλη σημασία για δύο λόγους:
1. Η ενεργός συμμετοχή και εμπλοκή της Exxon προσφέρει βαρύτητα στον αγωγό Eastmed, ανοίγει τον δρόμο για την χρηματοδότηση σε σημαντικό βαθμό, ενώ επιβεβαιώνει την αξία της ανατολικής Μεσογείου ως πεδίου ενεργειακής συνεργασίας. Η ExxonMobil είναι αμερικανική πολυεθνική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου που εδρεύει στο Ίρβινγκ του Τέξας. Είναι ο μεγαλύτερος άμεσος απόγονος της εταιρεία Standard Oil του Τζον Ντ. Ροκφέλερ, και διαμορφώθηκε στις 30 Νοεμβρίου του 1999 από τη συγχώνευση της Exxon και της Mobil.
2. Η παρουσία της Exxon από μόνη της επιβεβαιώνει και διαμηνύει προς πάσα κατεύθυνση ότι οι ΗΠΑ δεσμεύονται και επιθυμούν την προώθηση του αγωγού. Είναι ένα μήνυμα που δύσκολα μπορούν να αγνοήσουν ακόμα και πολέμιοι του πρότζεκτ – βλέπε και αμφισβήτηση από πλευρές όπως η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν, που κάθε τόσο επιχειρεί να αμφισβητήσει τα δικαιώματα της Κύπρου στην ΑΟΖ της νήσου, ή να παρενοχλήσει τις έρευνες που διεξάγονται από ερευνητικά σκάφη με άδειες της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, Νοέμβριο του 2018 και παραμονές τότε του Στρατηγικού Διαλόγου Ελλάδας – ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον είχε εκδηλώσει ανοιχτά ενδιαφέρον για ενεργό συμμετοχή στις συζητήσεις της τριμερούς Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου, με το βλέμμα στραμμένο στον συγκεκριμένο αγωγό φυσικού αερίου. Η Huffpost είχε επισημάνει αυτό το έντονο ενδιαφέρον.
Νέα παράμετρος η καθαρή ενέργεια
Η αλλαγή «χρωματισμού» στις αμερικανικές τοποθετήσεις έναντι του Eastmed άρχισε να διαφαίνεται στα τέλη του 2021, μέσω ανεπίσημων τοποθετήσεων και τελικά μέσω ενός non-paper με αποδέκτη τον Γενικό Γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Εξωστρέφειας του ΥΠΕΞ Γιάννη Σμυρλή. Πανομοιότυπο non paper αναφέρουν πληροφορίες που δημοσίευσε η ιστοσελίδα Ω press, έχει αποσταλεί στο Τελ Αβίβ , αλλά και στην Τουρκία.
Η πρώτη ανάγνωση αυτών των πληροφοριών συνδέθηκε ευθέως με την γεωστρατηγική διάσταση του πρότζεκτ και με τις έντονες αντιρρήσεις που πράγματι έχει προβάλει η Τουρκία. Δεν είναι εντελώς άστοχη, όμως είναι αποσπασματική.
Όταν η Ουάσιγκτον στέλνει non-papers, είναι σωστότερο να τα διαβάζουμε ολόκληρα και να προσέχουμε όλες τις «λεπτομέρειες».
Λεπτομέρεια 1: Πράγματι στο non-paper που έλαβε ο κύριος Σμυρλής καταγράφεται προβληματισμός σε σχέση με «ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο» που συνδέεται (και) με την στάση της Άγκυρας. Οι Αμερικανοί δεν επιθυμούν προφανώς αυτή την ένταση και γνωρίζουν ότι ο Ερντογάν κινείται στα άκρα. Εχει μπροστά του εκλογές σε ένα χρόνο και η οικονομία της Τουρκίας παραπαίει με την λίρα να καταποντίζεται. Αυτά είναι δεδομένα που συνεκτιμούν, χωρίς να σημαίνει πως είναι τα μοναδικά δεδομένα που συνεκτιμούν.
Λεπτομέρεια 2: Εάν τελικά παραπεμφθεί οριστικά στις καλένδες το σχέδιο κατασκευής του Eastmed, το αποτέλεσμα θα είναι διπλό. Ναι μεν δεν θα διασυνδεθεί η Ελλάδα με την Κύπρο με αγωγό φυσικού αερίου, όμως πρακτικά το αέριο και πάλι θα πρέπει να έρθει στην χώρα μας και μέσω αυτής σε γειτονικές βαλκανικές χώρες. Αυτό θα γίνεται με τη μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου που θα καταλήγει στον σταθμό εκφόρτωσης και αεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη. Αυτός θα αποκτήσει πολλαπλάσια αξία για προφανείς γεωστρατηγικούς λόγους, την ώρα που η αμερικανική πλευρά έχει ήδη δρομολογήσει κινήσεις για ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας της στην Θράκη – κάτι που ασφαλώς παίζει πρωτεύοντα ρόλο και στις ισορροπίες μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας.
Λεπτομέρεια 3: Πρόεδρος στις ΗΠΑ είναι πλέον ο Τζο Μπάιντεν. Η Ουάσιγκτον μεταβάλει σταδιακά στάση έναντι του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής. Την παραδέχεται και αναγνωρίζει τον κίνδυνο της κλιματικής κρίσης. Η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ μεταστρέφεται και πιέζει για αποφάσεις. Ενεργειακοί κολοσσοί δέχονται αντίστοιχα ασφυκτική πίεση για να προσαρμοστούν. Μπαίνοντας στην ιστοσελίδα της Exxon Mobil το αντιλαμβάνεται κάποιος από την πρώτη ματιά. Η εταιρεία επιχειρεί να αναδείξει ως προτεραιότητα την μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Είναι ειλικρινής; Μπορούμε άνετα να αμφιβάλουμε και να θεωρούμε ότι σε μεγάλο ποσοστό πρόκειται για επικοινωνιακή προσπάθεια, μέχρι να γίνει ουσιαστική προσπάθεια συν τω χρόνω. Πάντως, στην Ευρώπη πλήθαιναν εσχάτως οι φωνές για τα περιβαλλοντικά προβλήματα που ίσως γεννούσε η κατασκευή του Eastmed (όπως επισημαίνεται εδώ σε άρθρο του Investigate Europe) και αυτό έχει να κάνει καθαρά με την τάση που αναπτύσσεται παγκοσμίως υπέρ της καθαρής ενέργειας.
Εκπρόσωπος Πρεσβείας ΗΠΑ στην Αθήνα
Σε μια εποχή που η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης είναι -περισσότερο από ποτέ- ζήτημα εθνικής ασφάλειας, δεσμευόμαστε να εμβαθύνουμε τις περιφερειακές μας σχέσεις και να προωθήσουμε τεχνολογίες καθαρής ενέργειας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να υποστηρίζουν σθεναρά τις περιφερειακές προσπάθειες που ενισχύουν και προάγουν τη συνεργασία και την περιφερειακή σταθερότητα, συμπεριλαμβανομένου του μηχανισμού 3+1 στον οποίο συμμετέχουν η Κυπριακή Δημοκρατία (ROC), η Ελλάδα, το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Παραμένουμε δεσμευμένοι στη φυσική διασύνδεση της ενέργειας East Med με την Ευρώπη.
Εστιάζουμε στις διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να υποστηρίξουν τόσο το φυσικό αέριο όσο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Υποστηρίζουμε έργα όπως η σχεδιαζόμενη διασύνδεση EuroAfrica από την Αίγυπτο προς την Κρήτη και την ηπειρωτική Ελλάδα, και την προτεινόμενη διασύνδεση EuroAsia για τη σύνδεση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας του Ισραήλ, της Κύπρου και της Ευρώπης. Τέτοια έργα όχι μόνο θα συνδέουν ζωτικής σημασίας αγορές ενέργειας αλλά θα βοηθούν επίσης στην προετοιμασία της περιοχής για τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια.