Την περασμένη εβδομάδα πανηγυρίζαμε. Εξοφλήσαμε και το τελευταίο σκέλος των δανείων που μας είχαν χορηγηθεί από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Προς τιμήν του πολιτικού προσωπικού (κυβέρνηση και αντιπολίτευση) δεν διοργανώθηκαν φιέστες. Ωστόσο, πέραν του συμβολισμού που κρύβει η εξόφληση των συγκεκριμένων δανείων όλοι απέφυγαν τόσο να θέσουν όσο και να αποπειραθούν να απαντήσουν σε εύλογα και σημαντικά ερωτήματα.

Τελικά, ξεμπερδέψαμε παντελώς από την ασφυκτική «μνημονιακή» εποπτεία; Ανακτήσαμε την εθνική μας κυριαρχία; Εξέλειπαν παντελώς οι λόγοι που οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία και τον έλεγχο των δανειστών μας; Σήμερα, εντέλει οφείλουμε λιγότερα ή περισσότερα από όσα χρωστούσαμε στις αρχές της περασμένης δεκαετίας;

Ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, μιλώντας στη βουλή για τον προϋπολογισμό του 2008 προέβλεπε, σχεδόν προφητικά, την προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ. Επί λέξει ανέφερε: «Η Ελλάδα σύμφωνα με τον προϋπολογισμό που συζητάμε θα πρέπει να δανειστεί το 2009 τουλάχιστον 40 δισ., αλλά πιθανότατα ένα ποσό 50 δισ. θα απαιτηθεί τελικώς. Τα χρήματα στις διεθνείς χρηματαγορές θα είναι δύσκολο να βρεθούν την περίοδο που θα επιδιώξει τον δανεισμό η Ελλάδα. Γιατί και άλλες χώρες και προπαντός ξένες τράπεζες θα επιθυμούν να δανειστούν και θα προσφέρουν ικανοποιητικότερο επιτόκιο ή περισσότερη φερεγγυότητα. Στην περίπτωση που παρουσιαστούν δυσκολίες δανεισμού του ελληνικού κράτους θα έχει δοθεί η αφορμή να διατυπωθεί η υπόδειξη, ότι η λύση του προβλήματος θα πρέπει να επιζητηθεί μάλλον με προσφυγή στο ΔΝΤ». Προφανώς, τότε άπαντες τον κατήγγειλαν ως… κινδυνολόγο. Η πραγματικότητα τον δικαίωσε. Ίσως πιο γρήγορα από όσο ο ίδιος εκτιμούσε.

Το τελευταίο διάστημα, οι δανειστές μας δεν φείσθηκαν των επαινετικών σχολίων για την πορεία της οικονομίας μας. Το ίδιο, όμως, έκαναν και για άλλες χώρες. Σύντομα διαψεύστηκαν. Για παράδειγμα ενώ πριν από λίγους μήνες, η Αίγυπτος χαρακτηριζόταν ως μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες παγκοσμίως, έγινε τον περασμένο μήνα, η πρώτη χώρα που καταφεύγει στο ΔΝΤ για να ανταπεξέλθει στις επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης.

Περαιτέρω, η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών, ο πληθωρισμός εν γένει σε βασικά αγαθά και η ευρύτερη οικονομική κρίση δημιουργούν βάσιμους φόβους ότι και άλλες χώρες θα προσφύγουν σε ένα εξωτερικό καθεστώς οικονομικής στήριξης.

Ειδικά για την Ελλάδα ούτε τα θεμελιώδη οικονομικά της μεγέθη ούτε το εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον μπορούν να μας κάνουν περισσότερο αισιόδοξους από το μακρινό 2008. Το δημόσιο χρέος είναι μεγαλύτερο -τόσο σε ποσοστό του ΑΕΠ όσο και σε απόλυτους αριθμούς- εκείνου που είχαμε τότε, το έλλειμμα του προϋπολογισμού είναι ευμέγεθες και συνεχίζουμε να πετάμε λεφτά από το ελικόπτερο στο πλαίσιο μιας αναποτελεσματικής επιδοματικής πολιτικής.

Η μόνη διαφορά με τις αρχές της περασμένης δεκαετίας είναι ότι πλέον υπάρχει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM). Η Ευρώπη έχει τα δικά της εργαλεία να αντιμετωπίζει κρίσεις χρέους των κρατών μελών της.

Μια δεύτερη -και ίσως σωτήρια- διαφορά είναι ότι η συσσώρευση εξωγενών αρνητικών παραγόντων επηρεάζει την ευρωπαϊκή οικονομία συλλήβδην και όχι μόνον την Ελληνική. Συνεπώς, στα κοινά προβλήματα θα απαιτηθούν κοινές λύσεις. Με ή χωρίς το ΔΝΤ…

Του Αργύρη Αργυριάδη

Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω





ΠΗΓΗ