Όπως τα πολύτιμα μέταλλα περνούν από τη δοκιμασία της καμίνου, προκειμένου να αναδειχθούν οι εξαιρετικές τους ιδιότητες, έτσι και το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο ( Πολιτικό, Οικονομικό, Κοινωνικό), πρόκειται να δοκιμαστεί, κατά τη διάρκεια του επερχόμενου χειμώνα , προκειμένου να αποδείξει τη συνοχή και τη βιωσιμότητά του.

Στο, από 16 Ιουνίου 2022, δημοσιευμένο άρθρο μου στη Huffpost, με τίτλο «Αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ: Θεραπεία ή Θάνατος;», προέβαλα δύο βασικές θέσεις:

Πρώτον: Η Ευρωπαϊκή Οικονομία υφίσταται τις συνέπειες της διατάραξης της Παγκόσμιας Εφοδιαστικής Αλυσίδας και του παρατεινόμενου Ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Οι οποίες μεταφράζονται, μέχρι στιγμής, σε απότομη άνοδο του ενεργειακού κόστους, του κόστους σημαντικότατων κεφαλαιουχικών αγαθών (ημιαγωγοί κ.ά.), ευρείας γκάμας ανελαστικών καταναλωτικών αγαθών, ενώ, παράλληλα, η παγκόσμια επισιτιστική κρίση καθίσταται μία ορατή απειλή του εγγύτατου μέλλοντος.

Όλα αυτά, πράγματι, συμβαίνουν και το ενδεχόμενο ενός υφεσιακού κύκλου βαραίνει το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα, χωρίς όμως, ακόμα, να τυπώνεται πληθωριστικό χρήμα και χωρίς να νομισματοποιείται το Δημόσιο ή το Ιδιωτικό Χρέος.

Δεύτερον: H αύξηση των τραπεζικών επιτοκίων θα επιφέρει τα αντίθετα από το προσδοκώμενα αποτελέσματα, στη μάχη για την ομαλοποίηση της οικονομικής ζωής.

Μια νέα γενιά «κόκκινων δανείων» απειλεί να πλήξει το Τραπεζικό Σύστημα, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα καταστεί δυσχερής, ενώ η απώλεια σημαντικού μέρους της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και η μείωση της χρηματοδότησης του κοινωνικού κράτους θα πλήξει την κοινωνική συνοχή των Ευρωπαϊκών κρατών.

Η προταθείσα λύση ήταν εξίσου σαφής: Tα τεράστια λιμνάζοντα κεφάλαια, τα οποία μέχρι χθες «τιμωρούνταν» με αρνητικά επιτόκια, θα μπορούσαν, κάλλιστα, να χρηματοδοτήσουν μια αναπτυξιακή προσπάθεια υποκατάστασης, μέσω κατάλληλων επενδύσεων, των ελλιπόντων κεφαλαιουχικών και καταναλωτικών αγαθών και της αναπλήρωσης του ελλείμματος των ενεργειακών πόρων.

Αυτό θα σημάνει αύξηση θέσεων εργασίας και εισοδημάτων, τα οποία θα αντικρίζονται σε ανάλογη αύξηση του παραγομένου πλούτου και δεν θα είναι «πληθωριστικά».

Φυσικά, μέχρι την ωρίμανση αυτών των επενδύσεων, το χρηματοδοτικό κενό είναι απαραίτητο να καλυφθεί από την έκδοση ειδικών για την περίσταση ομολόγων, τα οποία δέον όπως συμπεριληφθούν στον ισολογισμό της ΕΚΤ, επί τη βάσει ενός νέου«Whatever it takes» του Μάριο Ντράγκι, αυτή τη φορά προσαρμοσμένο και εφαρμοσμένο από την κα Λαγκάρντ.

Με αυτό τον τρόπο και με τις απαραίτητες αναπροσαρμογές στην Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική, οι οποίες θα ομαλοποιούν, από πλευράς κόστους, τη μετάβαση της Οικονομίας από την εποχή των ορυκτών καυσίμων, στην εποχή της καθαρής και ανανεώσιμης ενέργειας, εκτιμώ ότι θα προστατευθούν σε μεγάλο βαθμό τόσο η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Οικονομίας ,όσο και το Δημοκρατικό της κεκτημένο.

Αρκεί να θυμηθούμε ένα ιστορικό γεγονός, για να αντιληφθούμε πλήρως τη δυστοπική παγκοσμίως διαμορφούμενη κατάσταση:

Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης γκρεμίστηκε υπό το βάρος της «ορθόδοξης» και συστημικής διαχείρισης των συνεπειών του παγκόσμιου οικονομικού Κραχ του 1929, με αποτέλεσμα την καταβαράθρωση των παραδοσιακών κομμάτων, την πρωτοφανή ισχυροποίηση των πολιτικών άκρων, την επικράτηση του ναζισμού και την Τραγωδία του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.

Οι ιστορικές αναλογίες με την τρέχουσα συγκυρία είναι προφανείς: Η πολιτική σταθερότητα και η σαφής αναπτυξιακή προοπτική είναι πλέον ζητούμενα για το Δυτικό Κόσμο, ενώ παράλληλα αυξάνει η οικονομική ανισότητα, η ψυχολογική κούραση των πολιτών ( οικονομική κρίση του 2007 και η ακόλουθη πανδημία), με επιστέγασμα την αλματώδη αύξηση του κόστους διαβίωσής τους.

Ιδού άπαντα τα συστατικά ενός εκρηκτικού κοκτέϊλ, που δυνητικά απειλεί το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο και τα Δημοκρατικά Ιδεώδη.

Εάν αυτές οι έννοιες παύσουν να αποτελούν πολιτικό οδηγό για τις ηγεσίες και οι πολίτες απολέσουν την εμπιστοσύνη τους προς τα κόμματα, που υποτίθεται ότι τις προασπίζονται, τότε αναποφεύκτως θα επαναϊσχυροποιηθούν τα πολιτικά και κοινωνικά άκρα, με καταστροφικά αποτελέσματα για ό,τι μέχρι τώρα μόχθησαν οι μεγάλοι οραματιστές της Ευρώπης.

Εν κατακλείδι και για γίνω όσο το δυνατό σαφέστερος, εκφράζω την εκτίμηση, ότι πολιτικές, όπως η γερμανική, που σχεδιάζουν να μετακυλήσουν το υψηλότατο ενεργειακό κόστος στα πενιχρά ταμεία των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, χωρίς να εξαντλήσουν τα περιθώρια επιτυχίας της ανωτέρω προταθείσης λύσης, αποτελούν ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια του οικονομικού και πολιτικού οικοδομήματος της Ευρώπης.

Μια γενναία επανάληψη της σωτήριας πολιτικής Ντράγκι (whatever it takes), που εφαρμόσθηκε κατά την πρόσφατη παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, όσο αυτό ήταν Πρόεδρος της ΕΚΤ, θα ωφελήσει μεσοπρόθεσμα, δανειζομένους αλλά και δανειστές.





ΠΗΓΗ