Καθώς η πανδημία δεν υποχωρεί και τα lockdown εξαπλώνονται, οι Ευρωπαίοι κάνουν όλο και περισσότερες οικονομίες και γίνονται όλο και πιο απαισιόδοξοι για το μέλλον. Με μία και μόνη εξαίρεση: Την Σουηδία.
Ο κορονοϊός υποχρέωσε εκατομμύρια ανθρώπους να στραφούν στα κράτη για υποστήριξη, διεύρυνε το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών και εξέθεσε τις αδυναμίες των χωρών που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν με άνεση τη μετάβαση στην τηλεργασία.
Σύμφωνα με ανάλυση στατιστικών στοιχείων που έγινε από το Reuters, τα Ευρωπαϊκά νοικοκυριά δεν αισιοδοξούν για το μέλλον, ιδιαίτερα σε χώρες που χτυπήθηκαν σκληρά από την πανδημία, όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Μόνον η Σουηδία ξεφεύγει από αυτό το κύμα απαισιοδοξίας.
Οι Σουηδοί είναι πιο αισιόδοξοι σήμερα, σε σχέση με το πώς ήταν πριν την πανδημία, καθώς βλέπουν τις οικονομικές προοπτικές τους να βελτιώνονται, ενώ στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ενωση αυτές οι προοπτικές έχουν μειωθεί κατά τουλάχιστον 20%.
″Η Σουηδία ξεχωρίζει” δήλωσε ο Τζιν Αμπρότσιο, οικονομολόγος στην κεντρική τράπεζα της Φινλανδίας, ο οποίος ανακάλυψε την διαφορά ενώ ερευνούσε το θέμα.
Σε όλη την Ευρώπη, οι ”νεκρές” εμπορικές ζώνες των πόλεων, είναι, πλέον, γενικό φαινόμενο. Ωστόσο, οι Σουηδοί συνεχίζουν να τρώνε έξω, να ψωνίζουν ελεύθερα και να μην φορούν μάσκες. Ο επικεφαλής επιδημιολόγος της χώρας, Αντερς Τεγκνέλ, πρωτεργάτης αυτής της πολιτικής, αναβαθμίστηκε σε cult προσωπικότητα επειδή κράτησε ανοιχτά τα γυμναστήρια και τους χώρους για σάουνα.
Εκτός όλων των άλλων, τα γραφεία στην Σουηδία δεν έκλεισαν ποτέ, σε πλήρη αντίθεση με το τι συνέβη σε άλλες, ευρωπαϊκές χώρες. Η Ιρλανδία, για παράδειγμα, υπέστη το lockdown με τη μεγαλύτερη διάρκεια, κλείνοντας όλους τους χώρους εργασίας, πλήν των απολύτως απαραίτητων, επί 163 μέρες, από την αρχή της πανδημίας έως τα μέσα Ιανουαρίου – σύμφωνα με το Oxford Coronavirus Government Response Tracker.
Σύμφωνα με την έρευνα, το γεγονός ότι η χώρα τους παρέμεινε ανοιχτή, βοήθησε τους Σουηδούς να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους. Ο Αμπρότσιο πιστεύει, επίσης, ότι η Σουηδική εξαίρεση μπορεί να οφείλεται στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση και την φιλελεύθερη αντιμετώπιση της πανδημίας. Το δε γεγονός ότι δεν έγινε lockdown στην χώρα, βοήθησε την οικονομία, η οποία έχει πολύ καλύτερες επιδόσεις, σε σύγκριση με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες.
Παρ′ όλο που η κυβερνητική πολιτική δέχεται επικρίσεις στο εσωτερικό της χώρας, δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές μέχρι στιγμής. Ο αριθμός των νεκρών από κορονοϊό στη Σουηδία, αν και αρκετές φορές υψηλότερες από αυτόν της γειτονικής Νορβηγίας, είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με πολλές Ευρωπαϊκές χώρες που επέβαλλαν lockdown. Ωστόσο, ο αριθμός των κρουσμάτων στην Σουηδία το τελευταίο διάστημα, είναι χειρότερος από αυτόν της Ιρλανδίας.
Η Ιρλανδία έλαβε σκληρά μέτρα από την αρχή της πανδημίας. Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, η κυβέρνηση χαλάρωσε τους περιορισμούς, ανοίγοντας τις pub και επιτρέποντας τις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Η δραματική αύξηση των θανάτων μερικές εβδομάδες αργότερα, θεωρήθηκε από τους πολιτικούς της χώρας ως απόδειξη ότι τα lockdown είναι ο μόνος τρόπος για να περιοριστεί η μετάδοση του ιού.
Ο αριθμός των κρουσμάτων στην Σουηδία το τελευταίο διάστημα ναι μεν έχει ξεπεράσει αυτόν της Ιρλανδίας, αλλά η αύξηση δεν είναι τόσο δραματική όσο αναμενόταν. Οι θάνατοι από κορονοϊό στη Σουηδία έχουν ξεπεράσει τις 12.000, ενώ στην Ιρλανδία, με τον μισό πληθυσμό, δεν έχουν ξεπεράσει τις 4.000.
Απαισιόδοξοι Ευρωπαίοι στοκάρουν μετρητά
Κατά την διάρκεια του περασμένου χρόνου, ένας σημαντικός δείκτης εμπιστοσύνης ήταν ο ρυθμός αποταμίευσης, ο οποίος αντανακλά και τους περιορισμούς σε αγορές και ταξίδια. Οσο μεγαλύτερη η αβεβαιότητα για το μέλλον, τόσο μεγαλύτερος και ο ρυθμός της αποταμίευσης.
Στο κορύφωμα των lockdown του περασμένου χρόνου, οι συνολικές αποταμιεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση έφτασαν σε ύψη ρεκόρ. Οταν οι περιορισμοί άρχισαν να χαλαρώνουν και η αισιοδοξία επέστρεψε το τρίτο τετράμηνο της χρονιάς, οι αποταμιεύσεις μειώθηκαν, αλλά παρέμειναν υψηλότερες απ′ ότι το ίδιο διάστημα του 2019.
Και σε αυτό το θέμα, οι Σουηδοί αντέδρασαν διαφορετικά. Σε χώρες όπως η Ιρλανδία, το Βέλγιο και η Γερμανία, ο κόσμος άρχισε να αποταμιεύει μετρητά, ενώ οι οικονομίες των Σουηδών παρέμειναν ως είχαν.
Τα νοικοκυριά της Ιρλανδίας είχαν 125 δισ. ευρώ σε τραπεζικούς λογαριασμούς στο τέλος του περασμένου χρόνου – αύξηση μεγαλύτερη από 14 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Οι Ιρλανδοί και οι Γερμανοί έβαζαν στην άκρη περίπου το 30% του επιπλέον εισοδήματός τους προς το τέλος του 2020, ενώ οι Σουηδοί δεν άλλαξαν την συνήθειά τους να αποταμιεύουν περίπου το ένα πέμπτο.
Τα στοιχεία αυτά υπογραμμίζουν τη σημασία της εμπιστοσύνης εν μέσω οικονομικής κρίσης, η οποία μπορεί να γίνει ακόμα χειρότερη όταν η σταματήσει η κρατική βοήθεια.
Η πιο γενναιόδωρη ήταν η Γερμανία. Υποστήριξε έξη εκατομμύρια εργαζόμενους, πληρώνοντας πάνω από 4.600 ευρώ τον μήνα – τον Απρίλιο – και περίπου δύο εκατομμύρια εργαζόμενοι ήταν ακόμα υπό υποστήριξη στο τέλος του προηγούμενου χρόνου. Αυτή η χωρίς προηγούμενο κυβερνητική βοήθεια, προστάτευσε τους Γερμανούς από τις χειρότερες συνέπειες της πανδημίας.
Η Σουηδία, μία από τις πλουσιότερες Ευρωπαϊκές χώρες, έθεσε σε εφαρμογή μεγάλα προγράμματα κυβερνητικής υποστήριξης και βοήθησε τους πολίτες να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Παραμένουν βαθιές πληγές
Ωστόσο, αυτά τα μέτρα στήριξης δεν εμπόδισαν την διεύρυνση της απόστασης μεταξύ πλουσίων και φτωχών λόγω πανδημίας. Κι αυτό είναι ένα φαινόμενο πολύ πιο ορατό στην Ιρλανδία και την Γερμανία, παρά στη Σουηδία.
Σύμφωνα με την ανάλυση πρόσφατων στατιστικών στοιχείων, η πανδημία θα οδηγήσει σε δραματική αύξηση της φτώχειας των εργαζόμενων, μετά από μήνες lockdown. Ειδικά οι χαμηλόμισθοι του τουριστικού τομέα, βρίσκονται σε δεινή θέση.
″Οι συνέπειες της πανδημίας είναι πιο αισθητές σε εργαζόμενους με χαμηλή μόρφωση” δήλωσε ο Χουάν Παλομίνο, του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. ”Χώρες που βασίζονται στον τουρισμό, όπως αυτές του Ευρωπαϊκού νότου και όχι αυτές που βασίζονται στον τραπεζικό και συμβουλευτικό τομέα, όπως στον βορά, είναι πολύ πιο πιθανό να αντιμετωπίσουν αύξηση της φτώχειας.”
Ερευνητές μελέτησαν σενάρια για διάφορες χώρες, με δύο μήνες lockdown και εννέα μήνες μερικών λουκέτων στην αγορά. Στην Ιρλανδία, το ποσοστό των ”φτωχών” εργαζομένων – όσων κερδίζουν λιγότερο από το 60% του μέσου εισοδήματος – θα αυξηθεί από το 27% πριν την κρίση, σε 36,5% υπό τις παρούσες συνθήκες.
Η δομή της οικονομίας – πόσοι εργάζονται σε δουλειές που μπορούν να γίνουν από το σπίτι χωρίς να μειωθεί το εισόδημά τους – είναι αποφασιστικός παράγοντας στο κατά πόσον θα επιβιώσει της κρίσης.
Τα lockdown είναι ιδιαίτερα δύσκολα για τις χώρες που βασίζονται στον τουρισμό, όπως η Ιρλανδία – και η Ελλάδα. Κι αυτός είναι ένας βασικός παράγοντας της απαισιοδοξίας που επικρατεί.