Η υγεία είναι το υπέρτατο αγαθό, και χωρίς αυτή δεν μπορούμε να κάνουμε σχέδια οικονομικής ευημερίας και ανάπτυξης. Η κρίση δημόσιας υγείας που περνάμε λόγω της πανδημίας του COVID-19 δημιουργεί παγκόσμια οικονομική ανασφάλεια που προκαλεί άγχος αλλά και φόβο λόγω της αβεβαιότητας για το μέλλον.

Ο κορωνοϊός COVID-19 ξέσπασε με πολύ βίαιο τρόπο στις αρχές του 2020 αφού μόλυνε πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους και παρουσίασε περισσότερους από 60.000 θανάτους παγκοσμίως σε διάστημα μόλις 100 ημερών. Η γρήγορη πορεία της εξάπλωσης οδήγησε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) να κηρύξει τον COVID-19 ως πανδημία στις 11 Μαρτίου 2020. Ταυτόχρονα, οι μεγάλες χρηματιστηριακές αγορές σημείωσαν πτώση της τάξης του 30-40%. Σημαντικό είναι ότι ο μεγάλος αριθμός κρουσμάτων και θανάτων οδήγησαν τις αγορές σε απροσδόκητα επίπεδα αβεβαιότητας και υψηλής μεταβλητότητας – σε μεγαλύτερα επίπεδα ακόμα και από την ισπανική γρίπη H1N1 του 1918, όπου ο δείκτης S&P500 των ΗΠΑ είχε παρουσιάσει πτώση της τάξης του 24,7%. Κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας του COVID-19, oι δείκτες Dow Jones και S&P500 των ΗΠΑ μειώθηκαν κατά 33% και 29%, αντίστοιχα, στις 20 Μαρτίου 2020. Επίσης, ο δείκτης FTSE100 του Λονδίνου παρουσίασε το χειρότερο τρίμηνο από το 1987, σημειώνοντας πτώση 24,80%, ενώ ο Ιαπωνικός δείκτης Nikkei παρουσίασε πτώση άνω του 20%.

Είναι πλέον γεγονός ότι η περίοδος της πανδημίας COVID-19 προκαλεί άνευ προηγουμένου κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας και κρίσης με αποτέλεσμα πολλοί αναλυτές να την συγκρίνουν με προηγούμενες περιόδους κρίσης των Χρηματιστηρίων όπως αυτή του 2008, η οποία εξαπλώθηκε παγκοσμίως ως οικονομική κρίση (σε ευρωπαϊκό επίπεδο εμφανίστηκε αρχικά ως τραπεζική κρίση και στη συνέχεια ως κρίση χρέους). Η πρόσφατη Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση (Global Financial Crisis) του 2008 έχει ερευνηθεί ευρέως στη βιβλιογραφία και έτσι μπορούμε να τη συγκρίνουμε με τη κρίση της πανδημίας COVID-19 ώστε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα χρήσιμα για την οικονομική πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί για αποτελεσματική αντιμετώπιση οικονομικών προβλημάτων που θα προκύψουν από τη νέα ύφεση.

Το 2008 είδαμε την οικονομική αβεβαιότητα να εξαπλώνεται μετά την ύφεση της αγοράς των ακινήτων στις ΗΠΑ. Ήταν τόσο τεράστιο το οικονομικό σοκ, που προκάλεσε τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και του ΑΕΠ, ενώ τη περίοδο της ύφεσης 2008-2009 καταγράφηκαν σημαντικές απώλειες θέσεων εργασίας. Επίσης, μεγάλες βιομηχανικές εταιρείες όπως η GM και η Chrysler οδηγήθηκαν πολύ κοντά στην πτώχευση, ενώ το σημαντικότερο γεγονός ήταν η χρεοκοπία της LehmanBrothers, μια από τις μεγαλύτερες Αμερικανικές τράπεζες, το Σεπτέμβριο του 2008. Η πτώχευση της Lehman Brothers στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 ήταν το αποκορύφωμα της κρίσης ενυπόθηκων δανείων subprime. Την ημέρα εκείνη ο Dow Jones έκλεισε με πτώση 4,4%, αρκετά μεγάλη πτώση σε μια μέρα, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ.

Μπορούμε να συγκρίνουμε τις κρίσεις GFC 2008 και COVID-19;

Κατά τη διάρκεια της κρίσης δημόσιας υγείας που προκάλεσε ο κορωνοϊός COVID-19 το 2020,είδαμε ένα σημαντικό σοκ στις χρηματιστηριακές αγορές, κυρίως τη περίοδο του Μαρτίου 2020. Κατά τη περίοδο αυτή, η μόλυνση των χρηματιστηρίων εξαπλώθηκε με παρόμοιο ρυθμό με την εξάπλωση του κορωνοϊού COVID-19 σχεδόν σε όλες τις αγορές ταυτόχρονα. Η απότομη πτώση των χρηματιστηριακών τιμών στο διάστημα αυτό δημιούργησε συνθήκες πανικού στους επενδυτές και καρδιακής προσβολής στις αγορές. Υπήρξε βίαιη πτώση των χρηματιστηριακών τιμών, που οδήγησε το δείκτη φόβου VIX στις ΗΠΑ σε υψηλά επίπεδα λόγω της αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την πανδημία COVID-19, όπως συνέβη και στη περίοδο του Σεπτεμβρίου του 2008.

Προφανώς από τα παραπάνω συμπεραίνουμε μια βασική ομοιότητα μεταξύ της κρίσης του 2008 με αυτή του 2020: αβεβαιότητα λόγω μόλυνσης (subprime μόλυνση το 2008 και μόλυνση κορωνοϊού το 2020), με αποτέλεσμα τη κατάρρευση των χρηματιστηρίων τον Σεπτέμβριο 2008 και τον Μάρτιο 2020.

Κοιτώντας τώρα τις διαφορές μεταξύ των κρίσεων GFC 2008 και COVID-19 βλέπουμε ότι η τελευταία χαρακτηρίζεται από μια «Μεγάλη Πίεση» με σημαντικές αρρυθμίες λόγω της αστάθειας στις αγορές. Η κυριότερη όμως διαφορά είναι η μεταβλητότητα των αγορών στις ΗΠΑ, όπου στη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19 τον Μάρτιο 2020 είναι σε τόσο υψηλά επίπεδα που ξεπερνά αυτά της κρίσης του Σεπτεμβρίου 2008. Η πτώχευση της LehmanBrothers το 2008 ήταν μια ασθένεια πνευμονίας, ενώ η απότομη πτώση των δεικτών των αγορών το 2020 ήταν ένα καρδιακό έμφραγμα. Στη κρίση του 2008 χρειάστηκαν σχεδόν 18 μήνες για να σημειώσουν πτώση οι βασικοί δείκτες μετοχών στα επίπεδα του 50%. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19, ο δείκτης S&P500 παρουσίασε πτώση κατά 34% μεταξύ 19 Φεβρουαρίου 2020 και 23 Μαρτίου 2020.

Με λίγα λόγια, σημειώθηκε η ταχύτερη πτώση σε μια χρηματιστηριακή αγορά στην παγκόσμια ιστορία. Περαιτέρω, η κρίση GFC του 2008 ήταν το αποτέλεσμα ενός ενδογενούς σοκ (ως αποτέλεσμα της κρίσης στην αγορά κατοικιών στις ΗΠΑ), ενώ η πρόσφατη κρίση του Covid-19 γεννήθηκε από ένα εξωγενές σοκ (κρίση δημόσιας υγεία). Βλέπουμε ακόμα ότι η πανδημία Covid-19 πλήττει πολύ σκληρότερα σημαντικούς οικονομικούς κλάδους σε σύγκριση με τη περίοδο της κρίσης του GFC το 2008. Συγκεκριμένα, ο μεγαλύτερος αρνητικός αντίκτυπος του COVID-19 αφορά τους παρακάτω κλάδους της βιομηχανίας: Ταξίδια & Τουρισμός, Αεροπορικές εταιρείες, Λιανεμπόριο, Αυτοκίνητα (με σημαντικές απώλειες σε χιλιάδες θέσεις εργασίας).

Τέλος, το 2008 οι τράπεζες ήταν η πηγή του προβλήματος για τις χρηματοπιστωτικές αγορές, κάτι που δεν συμβαίνει στις μέρες μας. Αυτή είναι μια σημαντική διαφορά που θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης του 2020.

Η σημερινή κρίση του 2020 ξεκίνησε από ένα οικονομικό πανικό, εξελίχθηκε σε οικονομική καρδιακή προσβολή και τέλος σε μόλυνση αγορών και οικονομιών στη διάρκεια του Μαρτίου-Απριλίου 2020. Η άνοδος των χρηματιστηριακών αγορών το τελευταίο τρίμηνο του 2020 λόγω των καλών νέων (ανακοινώσεις εμβολίων COVID-19, εκλογές στις ΗΠΑ, και θεαματική αύξηση στη χρήση της τεχνολογίας και του ηλεκτρονικού εμπορίου) δεν πρέπει να επηρεάζει τους επενδυτές. Η οικονομική ύφεση εξαιτίας της πανδημίας είναι γεγονός, και θα πρέπει να διαχειριστούμε κατάλληλα τους κινδύνους από την νέα κρίση για να αποφευχθούν πτωχεύσεις εταιρειών.

Αν και δεν μπορούμε να προβλέψουμε ακόμη το μέγεθος της ύφεσης του COVID-19, ήμαστε σε θέση να λάβουμε υπόψη και να αξιολογήσουμε τα παραπάνω γεγονότα. Συνεπώς, όπως και το 2008, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την νέα ύφεση, πρέπει πρώτα να διαχειριστούμε τον κίνδυνο οικονομικής κατάρρευσης ως αποτέλεσμα της πανδημίας του COVID-19.

Πλέον ο ρόλος των τραπεζών (Κεντρικές και εμπορικές) είναι σημαντικός. Οι τράπεζες οφείλουν να κερδίσουν το χαμένο έδαφος από τη κρίση του 2008, εξασφαλίζοντας την εμπιστοσύνη των αγορών και των επιχειρήσεων. Πρέπει να βοηθήσουν όλες τις επιχειρήσεις να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους με το άνοιγμα της οικονομίας. Η συνεργασία κυβερνήσεων και τραπεζών θα αποφέρει θετικό κλίμα στην οικονομία. Σημαντικός είναι και ο ρόλος των Αναπτυξιακώντραπεζών (έχουν οι περισσότερες χώρες στην Ευρώπη) που μπορούν να βοηθήσουν στη ταχύτερη ανάκαμψη από τη κρίση του κορωνοϊού με έμφαση στην άμεση χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, τη προώθηση της καινοτομίας, τη χρηματοδότηση έργων υποδομής και τη προσαρμογή στη κλιματική αλλαγή. Και οι ίδιες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υιοθετήσουν σύγχρονες τεχνολογίες και να αναπτύξουν την Έρευνα και Ανάπτυξη, με σκοπό να ακολουθήσουν την νέα ψηφιακή οικονομία που έρχεται μετά την κρίση του κορωνοϊού.

Όπως τα κακά νέα (κρούσματα και θάνατοι) επηρεάζουν αρνητικά τις αγορές, έτσι και τα θετικά νέα που αφορούν τα εμβόλια του COVID-19 πρέπει να έχουν θετική επίδραση στην μελλοντική πορεία της οικονομίας. Η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επανέλθει σύντομα μετά τα πρόσφατα νέα των εμβολίων, αλλά αυτό δεν αρκεί. Όπως και στις ασθένειες που η πρόληψη είναι όπλο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση, έτσι και στην οικονομική μόλυνση θα πρέπει να υπάρξουν προληπτικά μέτρα αντιμετώπισης τα οποία επιβάλλεται να διαρκέσουν για μακρό διάστημα.Τα οικονομικά μέτρα και όχι μόνο τα εμβόλια θα αποτρέψουν μια νέα μεγάλη οικονομική κρίση. Η παύση της οικονομικής δραστηριότητας θα επανέλθει γρήγορα σε επίπεδα προ κορωνοϊού μόνο εφόσον τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και νοικοκυριών συνεχίσουν και μετά τον εμβολιασμό του πληθυσμού, ενώ στη προσπάθεια τόνωσης της αγοράς και της πορείας προς την ανάκαμψη οι τράπεζες θα πρέπει να δώσουν σημαντική βοήθεια (π.χ. χαμηλότοκα δάνεια). Η ρευστότητα, τα πιστωτικά όρια και η υποστήριξη με εύκολη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης επιχειρήσεων είναι μονόδρομος για τις τράπεζες ώστε να βοηθήσουν στην προστασία των θέσεων εργασίας και των αγορών. Το εμβόλιο των επιχειρήσεων θα πρέπει να είναι οι ενέσεις ρευστότητας που θα οδηγήσουν σε παράλληλη επιτάχυνση των επενδύσεων και στην οικονομική ανάπτυξη.

Το 2021 πρέπει να είναι χρονιά οικονομικής ανάκαμψης. Όσο αποτελεσματικά θα είναι τα εμβόλια του COVID-19, τόσο αποτελεσματικές θα πρέπει να είναι οι επιχειρήσεις και οι αγορές στη μετά COVID-19 εποχή. Η κρίση της πανδημίας του COVID-19 μπορεί να διαφέρει σε σχέση με αυτή του 2008, όμως πρέπει να δοθεί μεγάλη προσοχή για να μην εξελιχθεί σε μια από τις μεγαλύτερες οικονομικές κρίσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας. Στο χέρι μας είναι η καρδιακή προσβολή των αγορών το 2020 να μην εξελιχθεί σε ξαφνικό θάνατο των οικονομιών το 2021 με δυσμενείς εξελίξεις για το σύνολο της κοινωνίας. 





ΠΗΓΗ