“The Beast from the East” – ”Το τέρας από την Ανατολή” ήταν η χολιγουντιανή ονομασία που δόθηκε σε έναν ξαφνικό παγετό που, ερχόμενος από τη Σιβηρία, χτύπησε με δριμύτητα και διάρκεια τη Βορειοδυτική Ευρώπη στα τέλη Φεβρουαρίου του 2018. Συνήθως, αυτήν την εποχή, οι υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου έχουν σχεδόν αδειάσει, καθώς ο χειμώνας βαίνει πια προς το τέλος του. Ωστόσο, το παρατεταμένο δριμύ ψύχος από την Ασία εξάντλησε ταχύτατα τα αποθέματα αερίου, δεδομένων των αυξημένων αναγκών θέρμανσης, εξακοντίζοντας για λίγες μέρες τον Ολλανδικό δείκτη αναφοράς TTF από τα 25 στις παρυφές των 100€/MWh.

Το ψυχολογικό αυτό φράγμα έσπασε για πρώτη φορά την  Παρασκευή 1η Οκτωβρίου 2021, με τη διαφορά ότι τώρα δεν μεσολάβησε η επίδραση κάποιου έκτακτου φυσικού φαινομένου και – το κυριότερο – κανείς δεν τολμά να προβλέψει πότε οι τιμές θα επανέλθουν σε «λογικά» επίπεδα. Πώς εξηγείται όμως αυτή η εκρηκτική άνοδος των τιμών;

Η επάρκεια φυσικού αερίου για τις ανάγκες της Ευρώπης καλύπτεται από τρία κανάλια: 

(1) τις ροές μέσω αγωγών (Ρωσία, Νορβηγία, Αλγερία), 

(2) τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) μέσω θαλάσσης (Κατάρ, Ρωσία, Νιγηρία κ.λπ.) και 

(3) τα αποθέματα στους υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους. 

Λόγω  τουπαρατεταμένου περσινού χειμώνα στη Βορειοδυτική Ευρώπη, σήμερα τα συνολικά  αποθέματα υπολείπονται περίπου 20% των αναμενόμενων για την αρχή του χειμώνα επιπέδων.

Εξάλλου, η άνοδος της βιομηχανικής παραγωγής στις αγορές της Ασίας μεταφράζεται σε αύξηση της ζήτησης για φυσικό αέριο και, καθώς οι ασιατικές χώρες είναι διατεθειμένες να πληρώσουν υψηλότερο τίμημα, τα LNG πλοία προτιμούν να κατευθύνουν το φορτίο τους εκεί, παρά στην Ευρώπη. 

Παράλληλα, οι συνήθεις ροές από τους αγωγούς έχουν πιάσει σχεδόν «ταβάνι».

Εικάζεται ότι η Ρωσία εκμεταλλεύεται τη συγκυρία παρακρατώντας επιπρόσθετες ποσότητες εξαγωγής προς την Ευρώπη, με σκοπό να πιέσει γεωπολιτικά για την έναρξη του αγωγού Nord Stream 2.

Είναι δύσκολο βέβαια να εκτιμηθεί σε ποιο βαθμό ισχύει η παραπάνω εικασία, ωστόσο ο προηγούμενος βαρύς χειμώνας στη Ρωσία αύξησε τις εσωτερικές ανάγκες της χώρας σε αέριο, ενώ παράλληλα οι Ρώσοι δεν παρουσιάζονται διατεθειμένοι να πληρώσουν βραχυπρόθεσμα  υψηλότερες χρεώσεις διέλευσης του αερίου στην Ουκρανία και στην Πολωνία. Η δήλωση του Βλαντιμιρ Πούτιν οτι η Ρωσία είναι διατεθειμένη να βοηθήσει την Ευρωπη να σταθεροποιήσει την αγοράς ενέργειας αποφόρτισε για λίγες ώρες την τιμή του αερίου, ωστόσο τα δομικά ελλείμματα στο μέτωπο της προσφοράς προς το παρόν παραμένουν.

Αν στους παραπάνω παράγοντες συνυπολογίσουμε την αύξηση της ζήτησης στην Ευρώπη μετά την περίοδο των λοκντάουν, αντιλαμβάνεται κανείς γιατί μιλάμε για μια «τέλεια καταιγίδα».

Ας μην παραγνωρίζουμε δε και τον φόβο των αγορών για την έλευση ενός βαρύ χειμώνα που θα επιβαρύνει περαιτέρω το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης. Φόβος που αποτιμάται σε αυτά τα εξωφρενικά επίπεδα των τιμών.

Όλα τα παραπάνω έχουν οδηγήσει, με την σειρά τους, σε αυξήσεις ρεκόρ στην τιμή του ηλεκτρισμού, που συμπιέζουν ήδη τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, σε μείωση της βιομηχανικής παραγωγής σε κλάδους εξαρτώμενους άμεσα από το κόστος καυσίμων (λιπάσματα. μέταλλα), σε πληθωριστικές πιέσεις και χρεοκοπίες εταιρειών ενέργειας που δεν έχουν αρκετά «βαθιές» τσέπες για να αντέξουν την εκθετική αύξηση του κόστους. 

Βραχυπρόθεσμα ένας ελαφρύς χειμώνας και ενδεχομένως υψηλότερες ροές από την Ρωσία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε σταδιακή εκτόνωση της κατάστασης.

Γενικότερα, καθίσταται σαφές πλέον ότι η εφοδιαστική ασφάλεια παραμένει κεντρικό θέμα για τις αγορές φυσικού αερίου και οφείλει να ληφθεί σοβαρά υπόψιν από τις νομοθετικές και ρυθμιστικές αρχές, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, στον σχεδιασμό ενεργειακών και περιβαλλοντικών πολιτικών.

 





ΠΗΓΗ