Ένας πυρηνικός αντιδραστήρας ηλικίας 44 ετών τέθηκε ξανά σε λειτουργία σήμερα στην Ιαπωνία, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στη χώρα για έναν τόσο μεγάλης ηλικίας αντιδραστήρα μετά την καταστροφή στη Φουκουσίμα το 2011.

Ο αντιδραστήρας νο3 του πυρηνικού σταθμού Μιχάμα, στην κεντρική Ιαπωνία, ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας μετά το πυρηνικό δυστύχημα της Φουκουσίμα, όπως και όλοι οι πυρηνικοί αντιδραστήρες της Ιαπωνίας, ξεκίνησε και πάλι για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια, ανακοίνωσε η διαχειρίστρια εταιρεία Kansai Electric Power.

Ο Μιχάμα έγινε «ο πρώτος πυρηνικός αντιδραστήρας άνω των 40 ετών που τίθεται σε λειτουργία στην Ιαπωνία μετά την υιοθέτηση των νέων μέτρων» ασφαλείας, πρόσθεσε ο πρόεδρος της Kansai Τακάσι Μοριμότο.

Εξάλλου είναι η πρώτη φορά μετά το 2018 που ένας πυρηνικός αντιδραστήρας τίθεται σε λειτουργία στην Ιαπωνία.

Στα τέλη Απριλίου ο Τατσούζι Σουγκιμότο, κυβερνήτης της περιφέρειας Φουκούι, όπου βρίσκεται ο πυρηνικός σταθμός της Μιχάμα, ήρε το τελευταίο εμπόδιο για την επαναλειτουργία του αντιδραστήρα νο3.

Άλλοι δύο αντιδραστήρες έχουν λάβει άδεια

Δύο άλλοι αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού Τακαχάμα, ηλικίας επίσης άνω των 40 ετών που βρίσκονται στην ίδια περιφέρεια, έχουν λάβει άδεια από τις τοπικές αρχές, όμως η επαναλειτουργία τους καθυστερεί λόγω των εργασιών εκσυγχρονισμού τους.

Μαζί με τον αντιδραστήρα του Μιχάμα, συνολικά στην Ιαπωνία υπάρχουν δέκα ενεργοί, έναντι 54 πριν την καταστροφή της Φουκουσίμα. Εξάλλου οι αντιδραστήρες αυτοί καλύπτουν το 6,2% της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ιαπωνία, έναντι του 30% πριν το 2011.

Η ιαπωνική κυβέρνηση τάσσεται υπέρ της ανάπτυξης της πυρηνικής ενέργειας προκειμένου να περιoριστεί η υφιστάμενη ενεργειακή εξάρτηση της χώρας αλλά και να καταφέρει να πετύχει τους φιλόδοξους στόχους της μείωσης της εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα ως το 2030 όπως και την ουδετερότητα του άνθρακα ως το 2050.

Ωστόσο υπάρχουν έντονες αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες, με αποκορύφωμα δικαστικές προσφυγές, ενώ η συντήρηση και ο εκσυγχρονισμός των πυρηνικών σταθμών έχει τεράστιο κόστος.



ΠΗΓΗ