Πριν από ακριβώς εξήντα χρόνια σαν σήμερα, η ανθρωπότητα έστρεφε τα βλέμματά της στη Βιέννη, όπου στις 3 και 4 Ιουνίου του 1961 πραγματοποιούνταν η πρώτη στην ιστορία των δύο υπερδυνάμεων, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Σοβιετικής Ένωσης, Συνάντηση Κορυφής των ηγετών τους, του τότε Αμερικανού προέδρου Τζον Κένεντι και του τότε αρχηγού του κόμματος και του κράτους της ΕΣΣΔ, Νικίτα Χρουστσόφ.

Επρόκειτο για την πρώτη και τελευταία προσωπική συνάντηση των δύο ισχυρότερων την εποχή εκείνη, πολιτικών του κόσμου, καθώς ο μεν Κένεντι δολοφονήθηκε σχεδόν δυόμισι χρόνια αργότερα, το Νοέμβριο του 1963, ο δε Χρουστσόφ καθαιρέθηκε από τα αξιώματά του τη χρονιά που ακολούθησε.

Στη Βιέννη δόθηκε τότε η πρεμιέρα των διμερών συναντήσεων κορυφής, μεσούντος μάλιστα του Ψυχρού Πολέμου, καθώς στο μεταξύ, οι άλλες δύο σύμμαχοι-νικήτριες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Γαλλία και Βρετανία, από πλευράς ρεαλιστικής πολιτικής δεν έπαιζαν πλέον σημαντικό ρόλο, τον οποίο είχαν διεκδικήσει και αποσπάσει ως ηγέτιδες των δύο στρατοπέδων Ανατολής-Δύσης, του Συμφώνου της Βαρσοβίας από τη μια και του ΝΑΤΟ από την άλλη, ΕΣΣΔ και ΗΠΑ αντίστοιχα.

Στη Βιέννη, η οποία είχε προτιμηθεί εξαιτίας του καθεστώτος της διαρκούς ουδετερότητας της Αυστρίας — το οποίο διαφυλάττουν μέχρι σήμερα ως κόρη οφθαλμού οι πολίτες της — οι δύο ηγέτες είχαν φτάσει με διαφορετικούς τρόπους ο καθένας.

Αεροπορικά ο Τζον Κένεντι, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του Τζάκι που συγκέντρωνε τους φακούς των διεθνών φωτοειδησεογράφων της εποχής, με το τρένο και έπειτα από ένα ταξίδι τεσσάρων ημερών από τη Μόσχα με ενδιάμεσους σταθμούς στο Κίεβο και στην Μπρατισλάβα, ο Νικίτα Χρουστσόφ έχοντας δίπλα του τη Νίνα Κρούτσεβα.

Συνάντηση Κορυφής 11 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της Αυστρίας

Η Συνάντηση Κορυφής στη Βιέννη πραγματοποιούνταν ένδεκα χρόνια μετά τη Συνθήκη Ανεξαρτησίας της Αυστρίας (που είχε υπογραφεί στη Μόσχα στις 15 Μαΐου του 1955) και την αποχώρηση από το έδαφός της των στρατευμάτων των τεσσάρων συμμαχικών δυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Γαλλία, Βρετανία).

Η αυστριακή πλευρά – μετά την επιλογή της Βιέννης ως τόπος συνάντησης — είχε μόλις δύο εβδομάδες στη διάθεσή της για την προετοιμασία αυτής της πρώτης, στο είδος της, διοργάνωσης παγκόσμια.

Στη Βιέννη, στις 3 και 4 Ιουνίου του 1961 και στις συνολικά τέσσερις απ΄ ευθείας συνομιλίες τους, στην κατοικία του Αμερικανού πρέσβη και στο κτίριο της σοβιετικής πρεσβείας — με θέματά τους την ουδετεροποίηση του Λάος, τη διακοπή των πυρηνικών δοκιμών και το ζήτημα του Βερολίνου — συναντούνταν δύο τελείως διαφορετικοί κόσμοι, ιδεολογικά συστήματα, προσωπικότητες και γενιές.

Ο νεαρός, 44χρονος Τζον Κένεντι είχε ορκιστεί μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, τον Ιανουάριο του 1961, ως ο 35ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, και θεωρούνταν η ελπίδα για το μέλλον της χώρας του, αλλά είχε ήδη μια πρώτη «ήττα» με την αποτυχημένη αμερικανική απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων στην Κούβα για την ανατροπή του Φιντέλ Κάστρο, τον Απρίλιο του 1961.

Από την άλλη, ο Χρουστσόφ βρισκόταν τότε στο ζενίθ της ισχύος του στο Κρεμλίνο, αφού λίγα χρόνια νωρίτερα, στη μάχη της διαδοχής, μετά το θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν, το 1953, είχε επικρατήσει των αντιπάλων του, ενώ νωπός ήταν ακόμη στη Βιέννη, ο σοβιετικός «θρίαμβος» με την πρώτη πτήση ανθρώπου στο διάστημα με την ιστορική διαστημική αποστολή του Γιούρι Γκαγκάριν στις 12 Απριλίου εκείνης της χρονιάς.

Η διήμερη, κρίσιμη, πρώτη αυτή Συνάντηση Κορυφής των δύο υπερδυνάμεων στη Βιέννη, που σήμερα γνωρίζουμε ότι διεξήχθη με όλα τα μέσα του ψυχολογικού πολέμου ανάμεσα στις δύο πλευρές (και την οποία είχαν καλύψει με πάνω από 1.300 απεσταλμένους τους δημοσιογράφους όλα τα Μέσα Ενημέρωσης του πλανήτη), δεν έφερε τελικά την πολυπόθητη προσέγγισή τους.

Τουναντίον, αυτά που ακολούθησαν ήταν δύο παγκόσμιες κρίσεις, καθώς δύο μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1961, ο Χρουστσόφ έδινε τη συγκατάθεσή του για την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου, ενώ τον Οκτώβριο του 1962 , η πρόθεση των Σοβιετικών να εγκαταστήσουν πυρηνικούς πυραύλους στην Κούβα, έφερε την ανθρωπότητα στο χείλος ενός πυρηνικού πολέμου.

Ωστόσο, η ουσιαστική αποτυχία της Συνάντησης της Βιέννης δεν είχε για την αυστριακή πρωτεύουσα ανάλογες αρνητικές επιπτώσεις, μιας και η ίδια καθιερώθηκε στα επόμενα χρόνια ως τόπος διεθνών συναντήσεων — πέρα από τη δεύτερη Συνάντηση Κορυφής των δύο υπερδυνάμεων με τους προέδρους Τζίμι Κάρτερ και Λέονιντ Μπρέζνιεφ, τον Ιούλιο του 1979 — συγκεντρώνοντας ιδιαίτερα την προτίμηση των Σοβιετικών.

Αργότερα μάλιστα, το 1980, χάρις βέβαια και στον ιστορικό της καγκελάριο Μπρούνο Κράισκι, η Βιέννη καθιερωνόταν και ως τρίτη έδρα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών με πολλούς οργανισμούς του, φιλοξενώντας μέχρι τις ημέρες μας, δεκάδες συναντήσεις κορυφής και διεθνείς διασκέψεις.



ΠΗΓΗ