Το άνοιγμα του τουρισμού αποτελεί αναμφισβήτητα το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης για τη βελτίωση των δημοσιονομικών συνθηκών, με τον στόχο της φετινής σεζόν να τίθεται στο 50% της τουριστικής ζήτησης του 2019.
Στην επίτευξη του στόχου συνηγορεί η θετική πορεία των εμβολιασμών σε συνδυασμό με την εφαρμογή της «πράσινης κάρτας» εμβολιασμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, τουρίστες προερχόμενοι από χώρες της Ε.Ε, των χωρών Σέγκεν και άλλων με σχετικά βελτιωμένη επιδημιολογική εικόνα, όπως οι ΗΠΑ, η Μ Βρετανία, το Ισραήλ, η Σερβία, τα Εμιράτα κ.ά., δεν θα απαιτείται να παραμένουν σε επταήμερη καραντίνα κατά την είσοδο τους εφόσον είναι εμβολιασμένοι ή έχουν πρόσφατο αρνητικό τεστ.
Στα επίσης θετικά συμπεριλαμβάνονται η σχετικά καλύτερη υγειονομική κατάσταση της χώρας σε σχέση με τις ανταγωνίστριες της Μεσογείου: Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία αλλά και το εμπάργκο πτήσεων της Ρωσίας προς την Τουρκία, μετά την πρόσφατη υποστήριξη της στην Ουκρανία.
Υγειονομικό κίνδυνο παρ’ όλα αυτά συνιστούν οι υπερεθνικές οδικές διελεύσεις τουριστών και εργαζομένων στη Βόρεια Ελλάδα καθώς οι όμορες βαλκανικές χώρες παρουσιάζουν πολύ αρνητικά επιδημιολογικά δεδομένα με τους θανάτους σε Βουλγαρία, Σκόπια, Βοσνία και Μαυροβούνιο να κυμαίνονται περί τους 2500 ανά εκατομμύριο πληθυσμού, το τελευταίο διάστημα.
Με τα αμφίρροπα αυτά δεδομένα και με τη γενικότερη ανησυχία να πλανάται, θα ήταν σκόπιμο να εξετάζαμε τις δυνατότητες ενός εναλλακτικού εθνικού σχεδίου τουριστικής ανάπτυξης, μετατρέποντας τις δυσκολίες της πανδημίας σε ευκαιρίες ευρύτερων μετασχηματισμών του μαζικού τουριστικού μοντέλου.
Τα εμπόδια στις διεθνείς μετακινήσεις τουριστών έχουν ενισχύσει διεθνώς το «staycation», τα ταξίδια δηλαδή εντός συνόρων και σε κοντινές αποστάσεις, γεγονός που θέτει σε προτεραιότητα τον εσωτερικό τουρισμό.
Είναι προς τη σωστή κατεύθυνση η αύξηση των κονδυλίων για τα voucher του εσωτερικού τουρισμού με δικαιούχους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα αλλά και η ενίσχυση των προγραμμάτων κοινωνικού τουρισμού του ΟΑΕΔ.
Τα προγράμματα αυτά θα μπορούσαν κατά προτεραιότητα να ενισχύσουν με Έλληνες τουρίστες προορισμούς περιοχών που πλήττονται από τις μεταναστευτικές ροές, όπως τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και βρίσκονται στο μάτι του τουρκικού αναθεωρητισμού, όπως το Καστελόριζο κι ο Έβρος.
Μέσω στοχευμένων προγραμμάτων εναλλακτικού τουρισμού θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η παρουσία των Ελλήνων επισκεπτών στο πλαίσιο του αγροτοτουρισμού με το ξαναζωντάνεμα εγκαταλειμμένων χωριών ή της πολιτικής προστασίας με τη διαχείριση οικοσυστημάτων και φυσικών πόρων.
Μια ακόμα ευκαιρία μετασχηματισμών λόγω της τάσης της κοινωνικής αποστασιοποίησης είναι η ανάδειξη προορισμών που δεν συγκαταλέγονται στους κοσμικούς και διαφημισμένους από τους τουριστικούς πράκτορες, αλλά διαθέτουν σημαντική ιστορική και πολιτιστική αξία.
Ο Γιώργος Καραμπελιάς, στο πρόσφατο βιβλίο του Covid-19, το αιφνίδιο τέλος του παρασιτισμού, σκιαγράφησε την σημασία της ιστορικής και πολιτιστικής μας ταυτότητας στον μετασχηματισμό του τουριστικού μοντέλου, προτείνοντας παραδείγματα όπως «ένα κέντρο αριστοτελικών φιλοσοφικών σπουδών στα Στάγειρα, Ιατρικής στην Κω, μιας Ορθόδοξης Ακαδημίας στο Άγιο Όρος…». Προορισμοί όπως οι Μηλιές στο Πήλιο της Σχολής των Κωσταντά και Γαζή, τα Αμπελάκια της μεγάλης συνεταιριστικής παράδοσης, το Νυμφαίο των Βλάχων και της αργυροχρυσοχοΐας, το Συράκο και οι Καλαρρύτες των «μπουλουκιών» πετράδων, η Σύμη της ναυτοσύνης, συνιστούν μεταξύ πολλών άλλων «αφανών» τόπων, δυνατότητες εκπαίδευσης και ιδιαίτερων βιωματικών εμπειριών για τον επισκέπτη[1].
Με αφορμή τα 200 χρόνια από την εθνική μας παλιγγενεσία, οι τοπικές συνέργιες φορέων και τοπικής αυτοδιοίκησης θα πρέπει αυτό το καλοκαίρι, μέσα από προγραμματισμένες εκδηλώσεις, διαδρομές, εκθέσεις κοκ, να συμβάλουν στην επικοινωνία των τουριστών με τα σημαντικά ιστορικά γεγονότα που συντελέστηκαν στους τόπους μας, συνδέοντας έτσι την ιστορική μνήμη με το σήμερα.
Τέλος, και δεδομένων των δυσκολιών που αντιμετώπισαν φέτος πολλοί παραγωγοί στη διάθεση των προϊόντων τους, θα ήταν εφικτός ο μερικός επανασχεδιασμός των τοπικών εφοδιαστικών αλυσίδων, καλύπτοντας κατά το δυνατόν τις γαστρονομικές ανάγκες των τουριστών από ντόπια, υψηλής διατροφικής αξίας προϊόντα, από τοπικούς παραγωγούς.
Αν επιδείξουμε τη δέουσα σοβαρότητα πολίτες και κράτος, ίσως τελικά θα ήταν εφικτό να κάνουμε την κρίση της πανδημίας ευκαιρία για έναν μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό του κυρίαρχου παρασιτικού μοντέλου. Κάθε επιστροφή στον μεταπολιτευτικό συλλογικό μας εαυτό θα ήταν καταστροφική…
[1] Η ενδεικτική επιλογή αυτών των τόπων θα μπορούσε ν’ αποτελέσει την αφετηρία ενός γενικότερου μετασχηματισμού των προορισμών των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, όπως π.χ. της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης ή των εκπαιδευτικών εκδρομών, συμπεριλαμβάνοντας στους προορισμούς κατά προτεραιότητα την Πράσινη Γραμμή ή τη Χιμάρα, αντί της Μυκόνου και της Αράχοβας.